scientific-journal-articles

CVPekpaideusis

ISSN : 2241-4665

Αρχική σελίδα περιοδικού C.V.P. Παιδαγωγικής & Εκπαίδευσης

Σύντομη βιογραφία του συγγραφέως

 

Κριτικές του άρθρου

vipapharm-greek

linep5

ISSN : 2241-4665

Ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα 28 Αυγούστου 2015

line

 

ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

του

ΜΑΚΡΗ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

(ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΥ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ,

MSc ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ-ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, MSc ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ– ΣΧΟΛΙΚΗΣ  ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ)

και της

ΜΑΡΚΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

(ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ,

ΜSc ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ, MSc ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ -ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η παρούσα βιβλιογραφική εργασία εστιάζει στις τεχνολογίες εκείνες, τον Η/Υ, τα περιφερειακά βοηθήματα αυτού, τα λογισμικά και τα υποστηρικτικά μηχανήματα που μπορούν να επιστρατευθούν στην εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές δυσκολίες ή αναπηρίες, καθώς και στο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας των ΤΠΕ (Τεχνολογιών Πληροφορία και Επικοινωνίας) στο χώρο της ειδικής αγωγής, στις πρακτικές, τα προβλήματα που ανακύπτουν αλλά και στο μέλλον του εν λόγω προγράμματος στην ειδική εκπαίδευση.

ABSTRACT

This bibliographic essay focuses on those technologies, the computer, the peripheral devices of it, the software and the other support machines which can be mobilized to the education of people with special difficulties or disabilities. In addition, it focuses on the European context of the ICT function (Information and Technologies communication) in the field of special education, on the problems that arise and on the future of this program in special education.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σήμερα, τα παιδιά μας αποτελούν τη γενιά της λεγόμενης ψηφιακής εποχής. Η κοινωνία υπόκειται σε ραγδαίες αλλαγές ως απόρροια της ανάπτυξης της τεχνολογίας που την επηρεάζει σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό. Φυσικά, η σχολική κοινότητα που αποτελεί την μικρογραφία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη. Μάλιστα, μπορεί να ειπωθεί πως το σχολείο επιβάλλεται να ακολουθεί τις εξελίξεις και να προετοιμάζει τους μαθητές ως προς τη χρήση των νέων τεχνολογιών για όφελός τους.

Η είσοδος των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση αλλάζει ριζικά και εποικοδομητικά το εκπαιδευτικό τοπίο, δηλαδή τον τρόπο διδασκαλίας, μελέτης, μάθησης, αξιολόγησης, συμμετοχής, ενώ ταυτόχρονα προετοιμάζει τους χρήστες για το πώς να τις διαχειριστούν γόνιμα και πέραν των σχολικών ορίων. Η αλληλεπίδραση ειδικά του Η/Υ με το άτομο, εκπαιδευτικό και μαθητή, είναι άμεση και βελτιώνει τη μαθησιακή διαδικασία. Το πρόγραμμα των ΤΠΕ στα σχολεία δημιουργεί ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον, πολυαισθητηριακό, πλουραλιστικό και ανοιχτό για όλους. Ιδιαίτερα για τους μαθητές που αντιμετωπίζουν ειδικές ανάγκες λόγω κάποιας αναπηρίας ή μαθησιακής δυσκολίας η τεχνολογία της πληροφορίας και τα ευρύτερα υποστηρικτικά τεχνολογικά μέσα μπορούν να αποτελέσουν ένα πολύτιμο εκπαιδευτικό εργαλείο-αρωγό στη μαθησιακή διαδικασία.

Αναγνωρίζοντας την παραπάνω προοπτική, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, τα κράτη θέσπισαν τη διδασκαλία της Πληροφορικής ως ξεχωριστού μαθήματος του αναλυτικού προγράμματος στα σχολεία, τόσο στα γενικά όσο και στα ειδικά. Προβληματισμοί και προβλήματα ανακύπτουν ως προς την ορθή χρήση της τεχνολογίας και ως προς το βαθμό ωφέλειας των μαθητών από αυτήν, γι’ αυτό και κρίνεται επιτακτική η ανάγκη μιας καθολικής και συστηματικής πολιτικής και έρευνας προκειμένου οι μαθητές στην ειδική εκπαίδευση να βγουν ωφελημένοι από τη χρήση των νέων τεχνολογιών. 

1.                  Ειδική Αγωγή

Είναι ιδιαίτερα δύσκολη η οριοθέτηση της ειδικής αγωγής και ο προσδιορισμός της λόγω αφενός του πλήθους θεωρητικών απόψεων και αφετέρου των ποικίλων μορφών αναπηρίας, που επηρεάζουν τις εκπαιδευτικές προσεγγίσεις και τα αντίστοιχα μέτρα λήψης.

Η S. Tomlinson (1986: 46) για παράδειγμα ορίζει την ειδική αγωγή προχωρώντας σε μια κοινωνιολογική προσέγγιση: «Η ειδική αγωγή μελετάται και κατανοείται με βάση τις ωφέλειες που αποφέρει σε  μια αναπτυσσόμενη βιομηχανική κοινωνία, σε ένα μαζικό και ανταγωνιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς επίσης και με βάση τις ωφέλειες που αποκομίζουν το ιατρικό, ψυχολογικό, εκπαιδευτικό και άλλο προσωπικό ειδικών που αναμειγνύονται στον τομέα αυτό».

Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου για την ειδική εκπαίδευση, Ph. Lamoral (1993: 100) δίνει έναν πιο διευρυμένο ορισμό: «Η ειδική εκπαίδευση δεν πρέπει να ορίζεται πλέον από την άποψη του χώρου στον οποίο αυτή υλοποιείται, αλλά περισσότερο από την άποψη των αναγκών του παιδιού που σχεδιάζει να αντιμετωπίσει[…]. Το να είναι κάποιος μειονεκτικός ή όχι δεν εξαρτάται μόνο από την αναπηρία του, αλλά επίσης από το σχολικό σύστημα και την κοινωνία στην οποία ζει. Εναπόκειται σ’ εμάς ο ορισμός της εκπαιδευτικής βοήθειας που θα πρέπει να προσφέρεται σε όσους έχουν ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες».

Σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, ο ορισμός που δίνεται για την ειδική αγωγή αναφέρει: «Ειδική αγωγή σημαίνει την ειδικά σχεδιασμένη εκπαίδευση που ικανοποιεί τις ιδιαίτερες ανάγκες παιδιών με μειονεξίες. Πιο αναλυτικά, η ειδική αγωγή είναι το σύστημα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και υπηρεσιών που παρέχονται στα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανάγκες, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους και για την ανάπτυξη και την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων τους» (Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια-Λεξικό, 1989: 1643).

Συνοπτικά λοιπόν η «ειδική αγωγή» αφορά στην εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Αλλά ποια είναι τα άτομα με ειδικές ανάγκες; Ακριβώς αυτή η δυσκολία ενιαίας περιγραφής των ατόμων με ειδικές ανάγκες και η διαφορετική παιδαγωγική προσέγγιση τους, καθιστούν δύσκολη και την απόδοση ενός ακριβούς ορισμού της έννοιας της ειδικής αγωγής. Ο καθένας αντιλαμβάνεται διαφορετικά την έννοια ειδικές ανάγκες ή αναπηρία.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (1981), άτομα με ειδικές ανάγκες θεωρούνται όλα τα άτομα που εμφανίζουν σοβαρή μειονεξία που προκύπτει από φυσική ή διανοητική βλάβη. Αντίστοιχα, το Συμβούλιο των υπουργών της ΕΟΚ αναφέρει πως «ο όρος άτομα με ‘ειδικές ανάγκες’ περιλαμβάνει τα άτομα με σοβαρές ανεπάρκειες ή μειονεξίες που οφείλονται σε σωματικές βλάβες, συμπεριλαμβανομένων των βλαβών των αισθήσεων, ή σε διανοητικές ή ψυχικές βλάβες, οι οποίες περιορίζουν ή αποκλείουν την εκτέλεση δραστηριότητας ή λειτουργίας, η οποία θεωρείται κανονική για έναν άνθρωπο» (Απόφαση του Συμβουλίου 93/136 ΕΟΚ, 1993: 30).

Ειδικότερα, όσον αφορά στα εκπαιδευτικά πράγματα είθισται να χρησιμοποιούμε τον όρο άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που σύμφωνα με τον Ν.2817/2000 της Ελλάδας, «Άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες θεωρούνται τα άτομα που έχουν σημαντική δυσκολία μάθησης και προσαρμογής, εξαιτίας σωματικών, διανοητικών, ψυχολογικών, συναισθηματικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων. Στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται όσοι:

§  έχουν νοητική ανεπάρκεια ή ανωριμότητα

§  έχουν ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα όρασης (τυφλοί, αμβλύωπες)  ή ακοής (κωφοί, βαρήκοοι)

§  έχουν σοβαρά νευρολογικά ή ορθοπεδικά ελαττώματα ή προβλήματα υγείας

§  έχουν προβλήματα λόγου και ομιλίας

§  έχουν ειδικές δυσκολίες στη μάθηση, όπως δυσλεξία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία

§  έχουν σύνθετες γνωστικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δυσκολίες και όσοι παρουσιάζουν αυτισμό και άλλες διαταραχές ανάπτυξης.

Επίσης, στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται πρόσωπα νηπιακής, παιδικής  και εφηβικής ηλικίας που δεν ανήκουν σε μία από τις προηγούμενες περιπτώσεις, αλλά έχουν ανάγκη από ειδική εκπαιδευτική προσέγγιση και φροντίδα για ορισμένη περίοδο ή για ολόκληρη την περίοδο της σχολικής ζωής τους».

Φαίνεται λοιπόν πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με ειδικές ανάγκες είναι ανομοιογενή γι’ αυτό και επιβάλλεται μια διαφορετική και κατάλληλη κατά περίπτωση εκπαιδευτική προσέγγιση. Οι πολυποίκιλες εκπαιδευτικές, ψυχολογικές και κοινωνικές ανάγκες των ατόμων με ειδικές ανάγκες αποτελούν το αντικείμενο εργασίας του ευρύ χώρου της ειδικής αγωγής. Απώτερος στόχος της ειδικής αγωγής είναι να εκπαιδεύσει τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ώστε να αναπτύξουν την προσωπικότητά τους, να βελτιώσουν στο δυνατό βαθμό τις δεξιότητές τους για να είναι ομαλή η ένταξή τους στη σχολική τάξη και μετέπειτα στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, ως υγιή και ισότιμα, ενεργά μέλη του συνόλου και της παραγωγικής διαδικασίας (Ν.2817/2000). Εξάλλου, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, υγεία δεν σημαίνει απουσία ασθενειών αλλά ευζωία βιολογική, ψυχική, κοινωνική, πραγμάτωση των δυνατοτήτων και των δεξιοτήτων ενός ατόμου (Sen, 2011).

2.                  Οι Νέες Τεχνολογίες στην Ειδική Αγωγή

Όταν χρησιμοποιούμε τον όρο Νέες Τεχνολογίες στην ειδική εκπαίδευση αναφερόμαστε στις συσκευές υποστήριξης που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του ατόμου με κάποια αναπηρία (Besio, 2005), στις κοινής χρήσης συσκευές (Η/Υ) και τα ειδικά εκπαιδευτικά λογισμικά που βοηθούν τον μαθητή  να αναπτύξει βασικές μαθησιακές δεξιότητες παρά τις όποιες αδυναμίες του (Besio, 2005). Η χρήση των τεχνολογικών μέσων, των συσκευών υποστήριξης και του Η/Υ επανδρωμένου με τα κατάλληλα λογισμικά συμβάλλει καθοριστικά στη διαδικασία της μάθησης, δίνοντας πρωτίστως τη δυνατότητα σε άτομα με ειδικές ανάγκες να εγκλιματιστούν στο εκπαιδευτικό πλαίσιο και να λειτουργήσουν πιο εύκολα παρά την όποια σωματική ή διανοητική μειονεξία τους σε σχέση με τον υπόλοιπο μαθητικό πληθυσμό. Ο Η/Υ αποτελεί την πιο εδραιωμένη συσκευή στον εκπαιδευτικό χώρο αφού φαίνεται να συμβάλλει στην εκπαιδευτική διαδικασία προσφέροντας νέες εμπειρίες και τη δυνατότητα επίτευξης ενός ενδιαφέροντος και ψυχαγωγικού μαθήματος. Πληθώρα ερευνών (Wilkinson-Tilbrook, 1995; Odlin & Hutchins, 1996; Mac Arthur, 1996; Ράπτης & Ράπτη, 2001; Lewis & Neil, 2001; Besio, 2005) επιβεβαιώνει την παραδοχή ότι ο Η/Υ και τα περιφερειακά του, οι νέες τεχνολογίες στο σύνολό τους, συνεισφέρουν θετικά στην εκπαιδευτική πράξη. Τα ποικίλα ηλεκτρονικά εξαρτήματα και τα εκπαιδευτικά λογισμικά δύνανται αφενός να αποκαταστήσουν τυχόν φυσικές αδυναμίες (Φύτρος, 2005) των μαθητών, όπως προβλήματα όρασης, κίνησης, αφετέρου να εξομαλύνουν τυχόν μαθησιακού τύπου δυσκολίες (Ράπτης & Ράπτη, 1997). Οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, είτε λόγω σωματικής αναπηρίας, είτε λόγω μαθησιακών δυσκολιών, μπορούν να ωφεληθούν από την εφαρμογή των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαιδευτική διαδικασία καθώς αυτή τους παρέχει πρόσβαση φυσική, γνωστική και υποστηρικτική στην εκπαιδευτική δράση (Τσικολάτας, 2011).

Οι μαθητές με αναπηρίες σωματικές αποκτούν φυσική πρόσβαση στην εκπαιδευτική διαδικασία με τη χρήση υποστηρικτικής τεχνολογίας όπως τη χρήση διακοπτών με την κίνηση του βλεφάρου ή άλλων επικοινωνιακών μηχανημάτων που αντικαθιστούν την ομιλία. Οι ίδιοι καθώς και μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες επιτυγχάνουν τη γνωστική πρόσβαση με τη χρήση κατάλληλων λογισμικών στον Η/Υ (λόγου χάρη ψηφιακή χρήση εικόνας ή βίντεο με γραπτό κείμενο). Στο υποστηρικτικό επίπεδο, η χρήση του Η/Υ βοηθά τον δάσκαλο στην ανατροφοδότηση και θετική υποστήριξη των μαθητών του. Συνολικά, οι μαθητές μέσω της τεχνολογίας παίρνουν τη μάθηση στα χέρια τους, δραστηριοπούνται πιο έντονα και γίνονται πιο υπεύθυνοι χωρίς η όποια αδυναμία τους να αποτελεί εμπόδιο για μάθηση (Ράπτης & Ράπτη, 2013). Ανοίγεται λοιπόν ένας νέος δρόμος για τους μαθητές ειδικής αγωγής που προσφέρει νέες και ενδιαφέρουσες προοπτικές (Κόμης, 2004). «Ο Η/Υ προσφέρει τη δυνατότητα εισαγωγής του μαθητή σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον…βοηθά τον μαθητή να διατηρήσει την προσοχή και συγκέντρωσή του σε μια δραστηριότητα» (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2003).

Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί ότι η βασική τεχνολογία γύρω από την οποία περιστρέφονται και λειτουργούν οι λοιπές βοηθητικές συσκευές και τα ποικίλα εκπαιδευτικά λογισμικά που επιστρατεύονται στην ειδική εκπαίδευση είναι ο Η/Υ. Η εξοικείωση λοιπόν του μαθητή με ειδικές ανάγκες με τον Η/Υ κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να ωφεληθεί από τη χρήση αυτού και των λοιπών τεχνολογικών εφαρμογών. Γι’ αυτό το λόγο το πρόγραμμα ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνίας) εισήχθη στα αναλυτικά προγράμματα όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης σε πολλές χώρες ως βασικό διδακτικό αντικείμενο στη γενική και ειδική εκπαίδευση. «Η αναγνώριση της εκπαιδευτικής αξίας των Η/Υ οδήγησε στη δόμηση ενεργητικών σχέσεων ανάμεσα στην εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία και την Πληροφορική γενικότερα. Επομένως η εκπαίδευση παιδιών με αναπηρία οφείλει να συμπεριλάβει όλο το εύρος, την πολυμορφία και τη διαφορετικότητα των δυνατοτήτων που προσφέρει η εισαγωγή του συγκεκριμένου μέσου, ώστε να το αξιοποιήσει στοχεύοντας στην υποστήριξη και προαγωγή των παιδιών και ατόμων με αναπηρία» (Σούλης, 2013). Η εισαγωγή του Η/Υ στην ειδική εκπαίδευση συμβάλλει στην επίτευξη καίριων παιδαγωγικών και εκπαιδευτικών στόχων που άπτονται τόσο της καθαρά εκπαιδευτικής διαδικασίας όσο και της καθημερινής διαβίωσης και επαγγελματικής εξέλιξης των ατόμων με ειδικές ανάγκες (Jendron, 2008; Reed, 2001; Σούλης, 2013):

Παιδαγωγικοί στόχοι

Οι μαθησιακές και διδακτικές διαδικασίες γίνονται πιο αποτελεσματικές.

Ενίσχυση των κινήτρων μάθησης και απόδοσης.

Παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων.

Ωφέλεια από την κατάθεση εναλλακτικών προτάσεων και αντιλήψεων.

Πρόληψη των δευτερευόντων επιπτώσεων εξαιτίας της αναπηρίας.

Αντιστάθμιση των δυσλειτουργιών που μπορεί να εμφανίζονται σε διάφορους τομείς π.χ. εναλλακτική επικοινωνία ως αντιστάθμιση σε προβλήματα λόγου και ομιλίας.

Βελτίωση των χαρακτηριστικών που συνδέονται με τη μάθηση και την επίδοση, καθώς και την προσωπικότητα γενικότερα του ατόμου.

Αποκατάσταση μέσω της ενεργοποίησης, προώθησης και εξάσκησης λειτουργιών που έχουν προσβληθεί από την αναπηρία.

Στόχοι που συνδέονται με δεξιότητες καθημερινής διαβίωσης και επαγγελματικής εκπαίδευσης

Εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία σε θέματα πληροφορικής τεχνολογίας.

Αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας στην καθημερινή ζωή των ατόμων με αναπηρία.

Χρήση του υπολογιστή κατά τη επαγγελματική εκπαίδευση και επαγγελματική αποκατάσταση - εργασία των ατόμων με αναπηρία.

Οι ΤΠΕ έχουν εξελιχθεί και συνεχίζουν να εξελίσσονται ραγδαία επηρεάζοντας τη ζωή των ανθρώπων σε ατομικό, διαπροσωπικό, κοινωνικό, επαγγελματικό επίπεδο και συνακόλουθα την ποιότητα ζωής τους. «Για μια κοινωνία λοιπόν χωρίς αποκλεισμούς είναι σημαντικό να δοθεί η δυνατότητα σε κάθε πολίτη που το επιθυμεί να συμμετέχει στο ψηφιακό γίγνεσθαι παρά τα όποια ατομικά ή κοινωνικά μειονεκτήματά του» (Ταϊλαχίδης, 2013: 227). Σε αυτό το πλαίσιο η κοινωνία του 21ου αι. για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος θέτει ως βάση τη μεταστροφή της εκπαίδευσης στις ανάγκες των μαθητών. Το σύγχρονο σχολείο οφείλει να δημιουργεί συνθήκες κατάλληλες για όλους τους μαθητές ώστε να έρχονται σε επαφή με τις νέες τεχνολογίες και να τις χρησιμοποιούν και να τις αξιοποιούν ανάλογα των αναγκών τους.

2.1                          Οι Νέες Τεχνολογίες για μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, αυτισμό και ΔΕΠ-Υ

Μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες και νευροβιολογικές διαταραχές όπως ο αυτισμός και η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), φαίνεται ότι μπορούν να βοηθηθούν από το περιβάλλον μάθησης και τις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες εφόσον αυτές ενσωματωθούν γόνιμα στην εκπαιδευτική διαδικασία (Hasselbring & Glaser, 2000).

Μαθητές με διαγνωσμένη δυσλεξία διευκολύνονται πολύ από τα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα, την τακτική εμφάνιση του κειμένου και τις ποικίλες δραστηριότητες που παρέχει ένα ψηφιακό περιβάλλον. Συγκεκριμένα, εργαλεία όπως ο επεξεργαστής κειμένου Word βοηθούν τα παιδιά με δυσλεξία να λειτουργήσουν ελεύθερα δίχως το άγχος που δημιουργεί η χειρόγραφη σύνταξη ενός κειμένου. Νιώθουν μια προσωπική ικανοποίηση βλέποντας το τελικό αποτέλεσμα που είναι ένα τακτικό και προσεγμένο κείμενο. Μάλιστα, παρουσιάζονται πιο δεκτικοί και πρόθυμοι να προβούν σε διορθώσεις του κειμένου τους, ανατρέχοντας σε αυτό έχοντας και την αίσθηση-ευθύνη του συντάκτη-συγγραφέα (Hasselbring & Glaser, 2000). Αντίστοιχα το λογισμικό πρόβλεψης λέξεων είναι ένα ακόμη εργαλείο  για τον δυσλεκτικό μαθητή που τον βοηθά να εκφράζεται γραπτώς πολύ πιο εύκολα και με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Το λογισμικό καθώς εμφανίζει ποικίλες λέξεις με την τοποθέτηση μόνον του αρχικού γράμματος από τον μαθητή, τον βάζει στη διαδικασία επιλογής και του παρέχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί δυσκολότερες ορθογραφικά λέξεις (Hasselbring & Glaser, 2000). Η εκπαιδευτική χρήση των πολυμέσων, λόγω των δυναμικών εφαρμογών και τη συνδρομή ήχου και εικόνας, βοηθά επίσης σημαντικά στην κατανόηση εννοιών και στην εξέλιξη της σκέψης του μαθητή, ειδικά του δυσλεκτικού μαθητή που οι γνώσεις του σε σχέση με τους συμμαθητές του είναι πιο περιορισμένες (Bransford, Vye, Kinzer, et al, 1990).

Μαθητές με δυσαριθμησία αντίστοιχα μπορούν να βοηθηθούν από τα παιχνίδια προσομοίωσης  που τους εμπλέκουν σε δραματοποιημένες καταστάσεις συναλλαγών με χρήματα (μικροαγορές) και τους φέρνουν αντιμέτωπους με βασικές αριθμητικές πράξεις. Για παράδειγμα το λογισμικό Number Race, αποκλειστικά σχεδιασμένο για παιδιά με δυσαριθμησία, θέτει ως στόχο την ενίσχυση της αναπαράστασης των αριθμών, την κατανόηση των μεταξύ τους σχέσεων και την εξοικείωση τους με βασικές αριθμητικές πράξεις, πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση (www.thenumberrace.com).           

Αναφορικά με τους μαθητές με αυτισμό «ο Η/Υ προσφέρει τη δυνατότητα εισαγωγής του μαθητή σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον που είναι προβλέψιμο και που , αν το επιδιώξουμε, δεν περιέχει κοινωνικά ερεθίσματα. Με αυτόν τον τρόπο, βοηθά τον μαθητή με ειδικές ανάγκες να διατηρήσει την προσοχή και συγκέντρωσή του σε μια δραστηριότητα» (Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2003). Όπως υποστηρίζουν οι Jordan & Powell (1997: 170-171) «οποιοδήποτε άτομο με αυτισμό, είτε παιδί είτε ενήλικας, µπορεί να αισθανθεί άνετα µε τους υπολογιστές και μπορεί να αναπτύξει καλή σχέση µε κάποιον άλλο που δουλεύει στον υπολογιστή µαζί του». Ειδικότερα οι Η/Υ θεωρούνται ως το πλέον ενδεδειγμένο μέσο για τη διδασκαλία ατόμων με αυτισμό καθώς:

                                                                             (Jordan & Powell 1997:170-171)

Για τα παιδιά με ΔΕΠΥ η χρήση του Η/Υ στην εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί μια εναλλακτική αποδοτική εκπαιδευτική στρατηγική, αφενός γιατί τα παιδία με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν μια επιδεξιότητα στο χειρισμό Η/Υ, αφετέρου γιατί τα σύμβολα και οι εικόνες διεγείρουν το ενδιαφέρον τους. Ωστόσο, δεν ενδείκνυται η χρήση ηλεκτρονικών παιχνιδιών καθώς έχει παρατηρηθεί ότι προκαλούν αύξηση της διέγερσής τους (http://www.dyslexia-goneis.gr/view.asp?ItemID=83&ns=1&mcid=9&cid=23&scid=16&page=4). Ο Η/Υ είναι πολύ χρήσιμος σε τάξεις όπου φοιτούν παιδιά με ΔΕΠ-Υ (Bender & Bender, 1996) καθώς ο Η/Υ έχει πολλαπλές λειτουργίες. Χρησιμεύει ως γνωστικό αντικείμενο, πηγή πληροφόρησης, εποπτικό και επικοινωνιακό μέσο, αλλά και ως γνωστικό εργαλείο (Ράπτης & Ράπτη, 2001). Ο εκπαιδευτικός μπορεί να κάνει χρήση του Η/Υ για να παρουσιάσει το διδακτικό υλικό με έναν πιο ευχάριστο τρόπο για τα παιδιά με τη βοήθεια γραφικών, εικόνας και ήχου που κερδίζουν την προσοχή τους, να εμπλέξει τους μαθητές σε δραστηριότητες προσομοίωσης (Μικρόπουλος, 2000) που συμβάλλουν στη οικοδόμηση της γνώσης (Σολομωνίδου, 2001). Έρευνες επίσης έδειξαν ότι η εργασία στον υπολογιστή συμβάλλει στην αύξηση της προσοχής των παιδιών με συμπτώματα ΔΕΠ-Υ και στη βελτίωση του ελέγχου της παρόρμησης και στη μείωση της υπερκινητικότητας (Carey & Sale, 1997; Slate, Meyer, Burns & Montgomery, 1998).

2.2                           Οι Νέες Τεχνολογίες για μαθητές με νοητική υστέρηση

Οι Νέες Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνίας καθώς και οι εφαρμογές λογισμικών προγραμμάτων αποτελούν βασικό εργαλείο για την εκπαιδευτική υποστήριξη ατόμων με νοητική υστέρηση. Μελέτες που διεξήχθησαν από τον Lancioni και τους συναδέλφους του (Lancioni et al, 2013; Lancioni et al 2001) έδειξαν ότι η χρήση του Η/Υ ως εκπαιδευτική στρατηγική ενισχύει τις επιδόσεις των μαθητών με νοητική υστέρηση στις σχολικές δραστηριότητες. Οι υποστηρικτικές τεχνολογίες και ο Η/Υ δίνουν στα άτομα με νοητική υστέρηση μια μεγάλη αυτονομία έτσι ώστε αυτά να επιτυγχάνουν τη σχολική τους και τη μετέπειτα κοινωνική τους ενσωμάτωση.

Για παράδειγμα, με τη χρήση ειδικά διαμορφωμένων πληκτρολογίων, σχεδιασμένων για άτομα με ειδικές ανάγκες (λιγότερα πλήκτρα, πλήκτρα με χρώμα ή ήχο, αλφαβητική σειρά των γραμμάτων στο πληκτρολόγιο, μεγαλύτερα πλήκτρα), τα παιδιά με νοητική υστέρηση επιτυγχάνουν πρωτίστως να χρησιμοποιούν και κατόπιν να εκφράζονται μέσω του Η/Υ, συμμετέχοντας στην εκπαιδευτική διαδικασία (Fogarolo, 2007). Αντίστοιχα, η χρήση του διαδραστικού πίνακα (δυνατότητα αφής αντί πληκτρολογίου) σε συνδυασμό με εκπαιδευτικά λογισμικά, ειδικά σχεδιασμένα ώστε να καλύπτουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών με νοητική υστέρηση (Φραγκάκη & Παπαναστασίου, 2011), τους βοηθούν να εμπλακούν στην εκπαιδευτική διαδικασία, που είναι και ο πιο σημαντικός παράγοντας για να κατακτήσουν τη γνώση, αφού σύμφωνα με τον Bruner (1966) στο πλαίσιο της Ανακαλυπτικής μάθησης, η γνώση ανακαλύπτεται σταδιακά από τα παιδιά και μέσω της ενεργητικής της διάστασης γίνεται κτήμα τους. Αναφορικά με τα λογισμικά παρατίθενται ενδεικτικά τα ακόλουθα που χρησιμοποιούνται στις σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής στην Ελλάδα:

 

 

Το σπίτι και το σχολείο μου www.pi-schools.gr/specialeducation_new

 

 

Ακτίνες www.pi-schools.gr/specialeducation_new

Αντίστοιχα, κατάλληλες διαδικτυακές εφαρμογές είναι διαθέσιμες στην ελληνική ιστοσελίδα: www.sch.gr

Τέλος, καίρια είναι και η συνεισφορά των ψηφιακών παιχνιδιών στην εκπαίδευση ατόμων με νοητική υστέρηση. Τα ψηφιακά παιχνίδια δίνουν τη δυνατότητα της επανάληψης και της πρακτικής εξάσκησης, προσφέροντας έτσι στον μαθητή την ευκαιρία να κατανοήσει στο δικό του ρυθμό εκμάθησης και ανάλογα με τις δικές του χρονικές και νοητικές δυνατότητες. Αποτελούν ένα πιο διασκεδαστικό τρόπο εκμάθησης, που δίνει κίνητρα στους μαθητές και τη δυνατότητα να γνωρίσουν μέσα από αυτά πτυχές της καθημερινότητάς τους, να διαβάζουν, να αναπτύξουν το λεξιλόγιό τους, να προβούν σε μικροαγορές (Φύτρος, 2005).

Βέβαια, είναι φρόνιμό να έχουμε πάντα υπόψη μας ότι «Θα ήταν αλαζονικό να προσπαθήσουμε να παρέχουμε μια έγκυρη συνταγή για όλες τις περιπτώσεις μαθητών που έχουν διανοητική καθυστέρηση∙ θα ήταν απλουστευτικό να σκεφτούμε την εύρεση κοινών και επαναλαμβανόμενων διαδρομών.  Κάθε διαδρομή ξεκινάει από το παιδί, από τα χαρακτηριστικά του ατόμου και από τις περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ζει και βυθίζεται. Ένα παιδί με νοητική καθυστέρηση έχει ικανότητες και περιορισμούς∙ μπορεί και πρέπει να κάνει χρήση όλων των δυνατών ενισχύσεων για να αναπτύξει τις δεξιότητές του και να αντισταθμίσει τις δυσκολίες του∙ ο υπολογιστής και τα εργαλεία του υπολογιστή μπορούν να εκτελέσουν αυτή τη λειτουργία εάν χρησιμοποιηθούν σωστά» (www.anastasis.it/Ambienti/EditorCMS/GetAllegato. asp?IDA=2&IDN)

2.3                          Οι Νέες Τεχνολογίες για μαθητές με προβλήματα ομιλίας, ακοής, όρασης και βαριές σωματικές αναπηρίες

Σε άλλη κατηγορία μαθητών με ειδικές ανάγκες ανήκουν τα άτομα που αντιμετωπίζουν διαταραχές λόγου κι ομιλίας. Η χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας μπορεί να βοηθήσει αυτά τα άτομα να αλληλεπιδρούν μέσα στη σχολική τάξη. Όταν η ομιλία απουσιάζει ή είναι κακή, η χρήση ειδικών συσκευών που αποκαλούνται συσκευές αυξητικής και εναλλακτικής επικοινωνίας βοηθάει τα άτομα να ξεπεράσουν το επικοινωνιακό τους πρόβλημα (Hasselbring & Glaser, 2000). Η χρήση αυτών των συσκευών είναι ιδιαιτέρως βοηθητική για την εκπαιδευτική διαδικασία, αφού δίνει τη δυνατότητα έκφρασης και συμμετοχής στον μαθητή με διαταραχές ομιλίας, κοστίζει όμως πολύ και αυτός είναι ο βασικός λόγος που δεν έχει καθιερωθεί ως τάση στον εκπαιδευτικό χώρο ως υποστηρικτικό εργαλείο των ατόμων με διαταραχές ομιλίας (Hasselbring & Glaser, 2000). Σήμερα βέβαια, υπάρχουν αντίστοιχα λογισμικά και εργαλεία για υπολογιστές που είναι ακόμη πιο ευέλικτα και εύκολα στη χρήση σε σχέση με τις ανεξάρτητες συσκευές αυξητικής και εναλλακτικής επικοινωνίας (Cohran P.S., 2000). Επίσης υπάρχουν συσκευές που ενσωματώνουν έξοδο συνθετικής ή ψηφιακής ομιλίας και μπορούν να συνδεθούν με τον υπολογιστή. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που διαβάστηκε σε ένα Συμπόσιο εκδοτών λογισμικών το 1998 από ένα νεαρό άνδρα του οποίου ο Η/Υ ήταν εφοδιασμένος με μια συσκευή μετατροπής κειμένου σε ομιλία: «Ως τώρα, δεν είχα ποτέ φωνή ή άλλο τρόπο επικοινωνίας. Μέχρι πέρυσι  ήμουν μαθητής σε τάξη ειδικού σχολείου. Τώρα, φοιτώ στην ογδόη τάξη κανονικού σχολείου. Ο Η/Υ ήταν το καλύτερο πράγμα που συνέβη στη ζωή μου. Τώρα οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να διαβάζουν τα λόγια μου. Μπορούν να τα ακούν όπως όλων» (Hasselbring & Glaser, 2000: 111).

Μαθητές επίσης που αντιμετωπίζουν προβλήματα όρασης χρειάζονται τη συνδρομή υποστηρικτικών προγραμμάτων έτσι ώστε να είναι σε θέση να εμπλακούν στη μαθησιακή διαδικασία εντός και εκτός σχολείου. Μαθητές με μερική όραση βοηθιούνται από τη χρήση του διαδραστικού πίνακα ή την οθόνη του υπολογιστή καθώς τα δύο αυτά μέσα επιτρέπουν τη μεγέθυνση εικόνων και κειμένου (zoom). Όσον αφορά τους μαθητές που δεν έχουν καθόλου όραση αντίστοιχα υπάρχουν προγράμματα όπως ο Αναγνώστης Οθόνης (screen reader) και η Πινακίδα ή Οθόνη Μπράιγ (Braille Display) που τους επιτρέπουν να είναι πιο αυτόνομοι στη μαθησιακή τους πορεία (Fogarolo, 2007). Οι Αναγνώστες Οθόνης έχουν ως αποστολή να ενημερώνουν το τυφλό άτομο για ό,τι εμφανίζεται στην οθόνη. Πρόκειται για ένα λογισμικό που δείχνει το περιεχόμενο της οθόνης κάνοντας χρήση του συνθέτη φωνής (voice synthesizer). Η Οθόνη Μπράιγ μετατρέπει σε γραφή Μπράιγ τα δεδομένα που λαμβάνει από τον αναγνώστη οθόνης, επιτρέποντας στον χρήστη να διαβάσει γραμμή γραμμή το περιεχόμενο που εμφανίζεται στην οθόνη του Η/Υ. Η μηχανή Οπτικών Διαγραμμάτων (Εκτυπωτής Piaf) είναι επίσης μια συσκευή, ανεξάρτητη  από τον Η/Υ, για τυφλά άτομα, που παράγει ανάγλυφα γραφικά (Ταϊλαχίδης, 2013). Η μηχανή Braillen Speak είναι το δημοφιλέστερο ‘notetaker’. Πρόκειται για μια ομιλούμενη συσκευή με πλούσια γκάμα λειτουργιών που βοηθούν ιδιαίτερα τον μαθητή. Προϋποθέτει τη γνώση της γραφής Μπράιγ, βασίζεται σε επτά πλήκτρα και περιλαμβάνει επεξεργαστή κειμένου (γραφή, αντιγραφή, επικόλληση) και δυνατότητα αποθήκευσης άνω των 200 σελίδων μπράιγ κειμένου. Τέλος, το λογισμικό Φωνητικό Πρόγραμμα Πλοήγησης που επιτρέπει την εκτέλεση εντολών απλά με αναγνώριση της φωνής, και το λογισμικό Μετάφρασης από/σε Braille που μεταφράζει πληκτρολογημένα γράμματα σε ανάγλυφους χαρακτήρες Braille, είναι σημαντικότατα εργαλεία μάθησης για τυφλά άτομα (Ταϊλαχίδης, 2013).

ANd9GcQVOaYI4t227qw3idZT8qOgkM1qijaEt4TceG5QZVG-ZZ6gJA-TFL-RPns Συσκευή Braillen Speak

 

Μια σειρά υποστηρικτικών εργαλείων, γνωστών ως Βοηθητικών Συσκευών Ακοής, είναι διαθέσιμη για όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα ακοής (μερική βλάβη ή ολική). Βέβαια, ανάλογα τη βαρύτητα του προβλήματος η κάθε συσκευή ή λογισμικό κρίνεται ως κατάλληλο ή μη κατά περίπτωση. Γενικότερα όμως η χρήση των βοηθητικών συσκευών σε συνδυασμό με τη χρήση του Η/Υ θεωρείται επιτακτική στη διδασκαλία κωφών μαθητών καθώς αποτελεί βασική πρακτική για την καλύτερη δυνατή κατανόηση του διδακτικού υλικού από πλευράς μαθητή και δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ δασκάλου και κωφού μαθητή. Μερικές από τις πλέον διαδεδομένες βοηθητικές συσκευές που υποστηρίζουν την εκπαιδευτική ένταξη των βαρήκοων ή κωφών μαθητών είναι:

Όσον αφορά τα λογισμικά για κωφούς και βαρήκοους μαθητές, είναι χαρακτηριστικό το πρόγραμμα Speech Viewer III που έχει ως στόχο την οπτική ανατροφοδότηση των κωφών μαθητών για την κατάκτηση δεξιοτήτων φωνολογικής επίγνωσης (Ταϊλαχίδης, 2013). Μετατρέπει τον ήχο σε εικόνα και μέσα από ποικίλες δραστηριότητες ο κωφός αντιλαμβάνεται οπτικά και σωματοαισθητηριακά την ένταση των φωνημάτων, τη διάρκεια και τον τρόπο εκφοράς των φωνημάτων.  Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι και η χρήση video στις εκπαιδευτικές διαλέξεις που συνοδεύεται από υπότιτλους ή μετάφραση στη νοηματική γλώσσα, πρακτική βοηθητική για όσους αντιμετωπίζουν ανεπάρκειες ακοής. Στο σημείο αυτό θα γίνει ενδεικτική αναφορά στα ελληνικά δεδομένα και τις φιλότιμες προσπάθειες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες των κωφών μαθητών. Δημιουργήθηκε λοιπόν ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον πειραματικό λογισμικό, το πρόγραμμα Γραμματοσειρές Χειρομορφών Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας στα πλαίσια της διδασκαλίας της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας ως Πρώτης Γλώσσας (www.pi-schools/special_education_new). Οι χειρομορφές αντιστοιχούν στα 24 γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου και ταυτόχρονα εμφανίζουν το γράμμα στο οποίο αντιστοιχούν. Έτσι κάτω από την κάθε χειρομορφή ο μαθητής βλέπει το αντίστοιχο γράμμα, οπότε σε επίπεδο λέξεων ή κειμένου αυτά δίνονται ταυτόχρονα και στο ελληνικό και στο δακτυλικό αλφάβητο.

 

 

Γραμματοσειρές Χειρομορφών ΕΝΓ (www.pi-schools/special_education_new)

Η τεχνολογία μπορεί λοιπόν να αποτελέσει σημαντικό αρωγό για τους μη ακούοντες ή βαρήκοους μαθητές. Άλλωστε, ας μη ξεχνάμε πως η πιο διαδεδομένη συσκευή υψηλής τεχνολογίας, το τηλέφωνο, κατασκευάστηκε αρχικά για άτομα με προβλήματα ακοής. Ο Alexander Graham Bell εφηύρε το τηλέφωνο για να βοηθήσει την κωφή αδελφή του (Hasselbring & Glaser, 2000).

Όσον αφορά την εκπαίδευση των Α.Μ.Ε.Ε.Α  στη χρήση του Η/Υ και κατ’ επέκταση των ΤΠΕ και των υποστηρικτικών τεχνολογιών, ίσως το πιο σημαντικό να είναι η εξοικείωση του μαθητή με τον Η/Υ και κυρίως το ποντίκι. Ειδικά για τα άτομα που αντιμετωπίζουν βαριές σωματικές αναπηρίες όπως κινητικά προβλήματα, αυτό είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Για τον σκοπό αυτό εργαλεία όπως το ποντίκι μοχλός (joystick) και η ιχνόσφαιρα (trackball), βοηθούν τους μαθητές με κινητική αναπηρία να εργαστούν στον ηλεκτρονικό υπολογιστή και να ωφεληθούν από αυτόν (Ταϊλαχίδης, 2013). Επίσης, οι Ηλεκτρονικές Συσκευές Κατάδειξης (electronic pointing devices) αποτελούν ένα εύχρηστο και ιδιαίτερα ωφέλιμο εργαλείο για άτομα με πολλαπλές αναπηρίες, κυρίως κινητικής φύσεως, που επιτρέπει τον έλεγχο του κένσορα της οθόνης δίχως τη χρήση χεριών ή άλλων μελών του σώματος, αλλά βασίζεται σε τεχνολογίες υπερήχων ή υπερύθρων ακτινών και αναγνωρίζει την κίνηση του ματιού ή τα εγκεφαλικά κύματα. Υπάρχει επίσης περίπτωση μια συσκευή κατάδειξης να ενεργοποιείται από την εισπνοή και εκπνοή του χρήστη μέσω χειλικής πίεσης (http://www.e-yliko.gr/htmls/amea/amea_tools_.aspx). «Οι ηλεκτρονικές συσκευές κατάδειξης δίνουν εκπληκτικά πλεονεκτήματα στα Α.Μ.Ε.Ε.Α. που τις χρησιμοποιούν διότι πλέον μπορούν να πουν τις ανάγκες τους, να εκφράσουν τα αισθήματα και τα συναισθήματά τους, να κάνουν ερωτήσεις στους άλλους, να συμμετέχουν σε σχολικές δραστηριότητες, να παίξουν, ίσως και να εργαστούν, να πάρουν μέρος σε αποφάσεις σχετικά με το μέλλον τους, να βελτιώσουν τις σχέσεις τους με την οικογένειά τους και τους φίλους τους» (Ταϊλαχίδης, 2013: 235-236).

250px-Trackball-Kensington-ExpertMouse5 Τrackball συσκευή κατάδειξης

3.                  Το ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας του προγράμματος των ΤΠΕ στην Ειδική Αγωγή

Στην Ευρώπη έχει καταγραφεί ότι το 10% περίπου του πληθυσμού έχει κάποια μορφή αναπηρίας (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 1999), ενώ 1 στους 5 μαθητές χρήζει ειδικής εκπαίδευσης, είτε παρακολουθεί μια κοινή τάξη, είτε φοιτά σε ειδικό σχολείο (Ευρυδίκη, 2001). Σύμφωνα λοιπόν με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ειδικής Αγωγής το 2% με 18% του σχολικού πληθυσμού τουλάχιστον είναι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 1998).

Η παροχή εκπαίδευσης σε μαθητές με ειδικές ανάγκες ποικίλει από χώρα σε χώρα ανάλογα με την πολιτική που ακολουθεί το κάθε κράτος. Βέβαια, παρά τις όποιες πολιτικές αποκλίσεις και πρακτικές εκπαίδευσης όλες οι ευρωπαϊκές χώρες συγκλίνουν στο ότι η ικανοποίηση των εκπαιδευτικών αναγκών ολόκληρου του μαθητικού κόσμου, άρα και αυτού που χρήζει ιδιαίτερης εκπαίδευσης, αποτελεί εγγύηση για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Η είσοδος των Τεχνολογιών Πληροφοριών και Επικοινωνίας στην εκπαίδευση αποτελεί σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση εκπαιδευτικών ζητημάτων γι’ αυτό και συμπεριελήφθη στα αναλυτικά προγράμματα σπουδών των ευρωπαϊκών κρατών. Η μελέτη του ΟΟΣΑ «Μαθαίνοντας να αλλάζουμε: ΤΠΕ στα σχολεία (2001) δείχνει πως οι νέες τεχνολογίες δύνανται να εμπλουτίσουν τη διδακτική διαδικασία, να αναπτύξουν τις ικανότητες των μαθητών και το ενδιαφέρον τους καθώς και να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους (Μικρόπουλος, 2006). Η χρήση  των ΤΠΕ στην εκπαίδευση, ιδιαίτερα για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τους προσφέρει ευκαιρίες έτσι ώστε να ενσωματωθούν  και να αναπτυχθούν μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία. Για παράδειγμα, μαθητές με αισθητηριακού τύπου δυσκολίες μπορούν να μέσω της τεχνολογίας να αποκτήσουν πρόσβαση στη γνώση που παρέχει ένας εκπαιδευτικός οργανισμός όπως το σχολείο και να  διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά τα ποικίλα γνωστικά αντικείμενα (Μικρόπουλος, 2006). Αντίστοιχα μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες φαίνεται ότι διευκολύνονται σημαντικά κατά την εκπαιδευτική διαδικασία όταν γίνεται χρήση των νέων τεχνολογιών που προσφέρουν μια ευχάριστη και πολυαισθητηριακή προσέγγιση του  διδασκόμενου υλικού (Μικρόπουλος, 2006).

Οι περισσότερες χώρες σήμερα πραγματοποιούν σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο προγράμματα για την ένταξη των νέων τεχνολογιών στους εκπαιδευτικούς οργανισμούς (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει ο Στεφανίδης (κι άλλοι, 1998) το να κάνουμε λόγο για εύκολη πρόσβαση σε ηλεκτρονικά προγράμματα και μηχανήματα για όλες τις κατηγορίες χρηστών είναι κάτι που απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Δεν αρκεί δηλαδή η εγκατάσταση των μηχανημάτων και η χρήση τους για την εκτέλεση παραδοσιακών εντολών να εξασφαλίσουν σε μαθητές και καθηγητές την εκμετάλλευση της πληροφορίας και των δυνατοτήτων τους. Πρωτίστως πρέπει να αλλάξει ο τρόπος μάθησης έτσι ώστε οι νέες τεχνολογίες να χρησιμεύουν σε κάθε μαθητή ξεχωριστά (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Η αντίστοιχη μελέτη του δικτύου Ευρυδίκη (2001) «Τεχνολογία Πληροφοριών και Επικοινωνίας στα Ευρωπαϊκά Εκπαιδευτικά Συστήματα» δείχνει ότι για να επέλθουν αλλαγές στα εκπαιδευτικά συστήματα με την είσοδο σε αυτά των νέων τεχνολογιών θα πρέπει αυτές να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο μάθησης.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι όταν κάνουμε λόγο για νέες τεχνολογίες στην εκπαίδευση, στο κεφάλαιο αυτό αναφερόμαστε στις Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνίας (ΤΠΕ), και δη στον Η/Υ και τα συνακόλουθα αυτού, διαδίκτυο, εκπαιδευτικά λογισμικά και περιφερειακά εργαλεία. Τα λοιπά τεχνολογικά μέσα που αποτελούν υποστηρικτική τεχνολογία για μαθητές με ειδικές ανάγκες (π.χ. ακουστικά βαρηκοΐας) τα οποία παρακολουθήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, δεν εναπόκεινται πάντα στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής περί ειδικής αγωγής αλλά έγκεινται  και στην προσωπική επιλογή του κάθε ατόμου αν θα τα προμηθευτεί ή όχι.

Βέβαια, το Ευρωπαϊκό Σχολικό Δίκτυο (το 1999) κατέγραψε μια ανομοιογένεια στην πρόσβαση στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό στην Ευρώπη. Κάθε Η/Υ αναλογούσε σε 7 έως 150 μαθητές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και σε 5 έως 37 στη δευτεροβάθμια, ενώ η πρόσβαση στο διαδίκτυο ποικίλε μεταξύ του 5% έως 90% στην πρωτοβάθμια και του 47% έως 100% στη δευτεροβάθμια (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Τα αριθμητικά αυτά δεδομένα άλλαξαν από τότε και όπως αναφέρει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2013β) τα περισσότερα ευρωπαϊκά σχολεία είναι συνδεδεμένα στο διαδίκτυο τουλάχιστον σε ένα βασικό επίπεδο (ιστοσελίδα, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Μάλιστα στις χώρες που ανταποκρίθηκαν στην έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2013 για τα σχολεία πάνω από το 90% βρίσκονται τα σχολεία με ευρυζωνική σύνδεση, όρος που για το 2001 ήταν άγνωστος για πολλούς επαγγελματίες (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2013). Ωστόσο, δεν πρόκειται για καθολική ισχύ και αυτό θέτει ζητήματα ανομοιογένειας στη ίση δυνατότητα πρόσβασης όλων των μαθητών στην τεχνολογία της πληροφορίας.

Και ενώ οι πηγές σχετικά με τη χρήση της τεχνολογίας στα γενικά σχολεία είναι σημαντικές, οι πληροφορίες για τη χρήση των νέων τεχνολογιών (Η/Υ, διαδίκτυο) σε μαθητές με διαφορετικές και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι περιορισμένες, με εξαίρεση τις δύο σημαντικότατες μελέτες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ανάπτυξη στην Ειδική Αγωγή των ετών 2001 και 2013. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την ειδική αγωγή (2001) το κέντρο βάρους της έρευνάς του σε πανευρωπαϊκό επίπεδο τα έτη 1999-2001 ήταν η ίδρυση μιας τράπεζας δεδομένων σε σχέση με τις ΤΠΕ στην ειδική εκπαίδευση. Στόχος η καταγραφή των θεμάτων σχετικά με τις ΤΠΕ στην ειδική αγωγή, οι ενδιαφέρουσες πρακτικές, η δημιουργία κατάλληλου υλικού και αξιολόγηση των προγραμμάτων,  έτσι ώστε να στελεχωθούν βάσεις δεδομένων για την αποτελεσματικότερη χρήση τους. Στην έρευνα συμμετείχαν οι εξής χώρες: Αυστρία, Βέλγιο, Ολλανδία, Δανία, Φιλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισλανδία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Μεγάλη Βρετανία (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν  ανέδειξαν τόσο τα πλεονεκτήματα όσο και τις αδυναμίες των πολιτικών στην εφαρμογή των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή μέσα από τη μελέτη των αναλυτικών προγραμμάτων.

3.1                          Πολιτικές και πρακτικές για τις ΤΠΕ στην Ειδική Αγωγή

Οι σχετικές πολιτικές των χωρών σε εθνικό επίπεδο καλύπτουν πέντε τομείς:

                                                           (Ευρωπαϊκός Φορέας, 2003: 46).

Βέβαια, οι περισσότερες χώρες υιοθετούν γενικές πολιτικές για την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση κι όχι ειδικά στην ειδική αγωγή. Η γενικότερη πολιτική ένταξης των ΤΠΕ στην εκπαίδευση λοιπόν αποσκοπεί στην προώθηση παροχής ίσων ευκαιριών εκπαίδευσης μέσα από την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών, για όλους τους μαθητές, συμπεριλαμβανομένων κι αυτών που χρήζουν ειδικής εκπαίδευσης (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Οι νέες τεχνολογίες συμπεριλαμβάνονται στα αναλυτικά προγράμματα των ευρωπαϊκών χωρών σαν εργαλείο για μαθητές και καθηγητές, σαν υποστηρικτικό υλικό για την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών. Φαίνεται λοιπόν πως δεν υπάρχει ειδικότερη στρατηγική ένταξης των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή αλλά οι ΤΠΕ συμπεριλαμβάνονται στο αναλυτικό πρόγραμμα που ισχύει για όλους τους μαθητές συμπεριλαμβανομένων κι αυτών με ειδικές ανάγκες (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001).

Για να καταστεί σαφής η παραπάνω παρατήρηση αξίζει να δούμε ενδεικτικά τι ισχύει στην ελληνική πραγματικότητα. Το ελληνικό Υπουργείο Παιδείας στο θεωρητικό πλαίσιο του Νέου Σχολείου που εισήγαγε, στο Α΄ μέρος του σχεδίου «Από το Σήμερα…στο Νέο Σχολείο με Πρώτα τον μαθητή» κάνει λόγο για ένα σχολείο που πρωτίστως προσαρμόζεται στις ανάγκες του μαθητή, δίνοντας σε όλους ίσες ευκαιρίες (www.minedu.gov.gr/neo-sxoleio-main.html?showall=&start=1). Στο ίδιο πλαίσιο το σχολείο υιοθετεί έναν ψηφιακό χαρακτήρα «Ψηφιακό Σχολείο» και διαρθρώνεται σε 7 άξονες:

§  ευρυζωνικότητα και εξοπλισμός σε κάθε τάξη

§  πύλη πληροφόρησης<ηλεκτρονική διακυβέρνηση για τις διοικητικές υπηρεσίες (e-school, e-data. κτλ.)

§  ενίσχυση στον εκπαιδευτικό (επιμόρφωση στις ΤΠΕ)

§  μάθημα με ψηφιακό εκπαιδευτικό περιεχόμενο (τα σχολικά βιβλία διατίθενται και σε ψηφιακές εκπαιδευτικές εφαρμογές)

§  νέα μέσα-νέα προγράμματα

§  ενίσχυση του ρόλου της ειδικής αγωγής με την ανάπτυξη και διασφάλιση της πρόσβασης στο ψηφιακό εκπαιδευτικό υλικό και τις υποδομές ανεξάρτητα από δυσκολίες κίνησης, όρασης, ακοής ή άλλης μορφής δυσκολίας (δυσλεξία, αυτισμός) στη μάθηση. Στόχος η ψηφιακή αναβάθμιση των υποδομών σε όλα τα ειδικά σχολεία ως το 2013 και η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ως το 2010

§  δημιουργία μηχανισμού αξιολόγησης και εποπτείας (ψηφιακή υποστήριξη της συνεργασίας γονιού και εκπαιδευτικής κοινότητας – ανάδειξη των 100 καινοτόμων σχολείων και εκπαιδευτικών κάθε χρόνο)

(Β1.Ψηφιακό Σχολείο: www.minedu.gov.gr/neo-sxoleio-main.html?showall=&start=1).

Γίνεται λόγος λοιπόν για τις ΤΠΕ στην ειδική αγωγή αλλά σε ένα ευρύτερο πλαίσιο της γενικής εκπαίδευσης. Εξάλλου, όσον αφορά την Ελλάδα είναι ορατή μια δυστοκία ενίσχυσης του ρόλου της ειδικής αγωγής και διαχωρισμού της από τη γενική εκπαίδευση και οι όποιες αναγγελίες ενίσχυσης του ρόλου της παραμένουν αναγγελίες (Γ6β. Ειδική Αγωγή: www.minedu.gov.gr/neo-sxoleio-main.html?showall=&start=1).

3.2                          Ζητήματα εφαρμογής των TΠE στην Ειδική Αγωγή-Αναδυόμενα προβλήματα

Οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιούνται στην εκπαίδευση προκειμένου να καλύψουν ορισμένες ανάγκες. Ειδικότερα στο χώρο της ειδικής αγωγής μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως:

(Ευρωπαϊκός Φορέας, 2003:55-56)

Επίσης, η προοπτική χρήσης των νέων τεχνολογιών ως εξατομικευμένη υποστηρικτική τεχνολογία για την αντιμετώπιση φυσικών, αισθητηριακών ή πνευματικών αναγκών είναι τεράστια (Ευρωπαϊκός Φορέας, 2003).

Βέβαια, η κάθε χώρα διαφέρει ως προς το πρόγραμμα που θέτει και δίνει έμφαση σε συγκεκριμένες χρήσεις και προκύπτουν ζητήματα από την εφαρμογή τους που έχουν να κάνουν με:

§  τις πολιτικές σε εθνικό/περιφερειακό επίπεδο

§  την υποδομή-εξοπλισμό-πρόσβαση στο διαδίκτυο και τα λογισμικά

§  τη σύνδεση των ΤΠΕ με την παιδαγωγική θεωρία

§  τον εκπαιδευτικό

§  τον μαθητή

§  τη σχετική πληροφόρηση

§  την έρευνα και συνεργασία.

Ο  Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ανάπτυξη της Ειδικής Αγωγής στην έρευνα που διεξήγαγε το 2001 προσδιόρισε τις αδυναμίες- προβλήματα του προγράμματος των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή ως εξής:

(Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001: 14)

Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι χώρες αναφορικά με τη χρήση των νέων τεχνολογιών στην ειδική αγωγή είναι η έλλειψη ενός σταθερού πλαισίου υποστήριξης προς τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς. Δεν υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική για τις νέες τεχνολογίες στην ειδική αγωγή άρα και οι ανάλογοι πόροι και το ανάλογο προσωπικό γι’ αυτό το υποστηρικτικό πλαίσιο. Αντίστοιχα, τίθεται θέμα αναφορικά με την κατάλληλη υποδομή (εξοπλισμό, διαδίκτυο, λογισμικά). Η επάνδρωση όλων των ειδικών σχολικών μονάδων με νέες τεχνολογίες και η ανεύρεση του αναγκαίου κονδυλίου αποτελεί προτεραιότητα.

Ένα άλλο βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι χρήστες των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή αλλά και οι εμπειρογνώμονες σε πολλές χώρες είναι το κατά πως οι ΤΠΕ μπορούν να αποδώσουν μεγαλύτερη αξία στην εκπαιδευτική εμπειρία των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Πότε, πώς και γιατί είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται οι νέες τεχνολογίες; Μπορεί η χρήση τους να προσαρμοστεί στις εκάστοτε προσωπικές απαιτήσεις και ατομικές ανάγκες των μαθητών; Σε επίπεδο εκπαιδευτικών, η παρουσία και μόνον των νέων τεχνολογιών στο σχολείο δεν εγγυάται ορθή και εποικοδομητική χρήση. Οι εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής χρειάζονται αντίστοιχη κατάρτιση, η έλλειψη της οποίας δημιουργεί εκπαιδευτικούς με χαμηλό αίσθημα αυτοπεποίθησης και δυσκολία στην αξιοποίηση των ΤΠΕ ελλείψει βασικών δεξιοτήτων. Αν θέλουμε οι μαθητές να προσεγγίζουν τις πραγματικές δυνατότητες μάθησης μέσα από τη χρήση των ΤΠΕ θα πρέπει πρώτα οι εκπαιδευτικοί να πεισθούν και να προσεγγίσουν την εκπαιδευτική αξία των νέων τεχνολογιών (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Σε επίπεδο μαθητών, είναι σημαντικό να υπάρχουν ίσες ευκαιρίες πρόσβασης για όλους στις νέες τεχνολογίες. Η πρόσβαση σε διάφορες μορφές ΤΠΕ αποτελεί μια πραγματικότητα για αρκετούς μαθητές όχι όμως για όλους (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Τέλος, απαιτείται πρόσβαση για καθηγητές, μαθητές, γονιούς, στη σχετική πληροφόρηση σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και συστηματική έρευνα και συνεργασία μεταξύ των φορέων ειδικής αγωγής. Απαιτείται, περισσότερη εφαρμοσμένη έρευνα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο που να επικεντρώνεται στην ορθολογική βάση για τη χρήση της τεχνολογίας (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001).

Δυστυχώς, όπως διαφαίνεται από τη μελέτη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού  για την ειδική αγωγή του 2013, τα προβλήματα που ανέδειξε η αντίστοιχη μελέτη του 2001 δεν έχουν επιλυθεί. Σαφώς μπορούμε να κάνουμε λόγο για καλύτερες υποδομές, έναν ικανοποιητικό αριθμό καταρτισμένων εκπαιδευτικών και μια πιο συστηματική προσπάθεια σε νομοθετικό επίπεδο και επίπεδο πολιτικών για ισότιμη πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες για τους μαθητές∙ ωστόσο καθώς η τεχνολογία αναπτύσσεται και οι απαιτήσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας ακολουθούν τις εξελίξεις, στην εποχή της πληροφορίας προκύπτουν συνεχώς νέα ζητήματα και απαιτείται συστηματικότερη και απόλυτη παρακολούθηση και κάλυψη των αναγκών των μαθητών ειδικής αγωγής και συνακόλουθα η απαραίτητη χρηματοδότηση για την ευόδωση της αξιοποίησης των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2013).

3.3        Το μέλλον των ΤΠΕ στην Ειδική Αγωγή

Η εκδήλωση ανασκόπησης της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για την Κοινωνία της Πληροφορίας (WSIS) το Φεβρουάριο του 2013 είχε ως θέμα συζήτησης την «εκπαιδευτική επανάσταση» ως απόρροια της πρόσβασης σε ευκαιρίες μάθησης μέσω των νέων τεχνολογιών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστήριξε ότι: «Τα πιθανά οφέλη της ψηφιακής επανάστασης στην εκπαίδευση είναι πολλαπλά: τα άτομα μπορούν εύκολα να αναζητήσουν και να αποκτήσουν γνώσεις από άλλες πηγές πλην των εκπαιδευτικών και των ιδρυμάτων τους, συχνά δωρεάν∙ νέες ομάδες σπουδαστών είναι προσβάσιμες γιατί η μάθηση δεν είναι πλέον περιορισμένη σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα τάξεων ή μεθόδων και μπορεί να προσωποποιηθεί∙ προκύπτουν νέοι πάροχοι εκπαίδευσης∙ οι εκπαιδευτικοί μπορούν εύκολα να μοιραστούν και να δημιουργήσουν περιεχόμενο με συναδέλφους και μαθητές από διάφορες χώρες∙ και μπορεί να προσεγγιστεί ένα πολύ ευρύτερο φάσμα εκπαιδευτικών πόρων. Οι ανοιχτές τεχνολογίες επιτρέπουν σε όλα τα άτομα να μάθουν, οπουδήποτε, οποτεδήποτε, μέσω οποιασδήποτε συσκευής, με την υποστήριξη του οποιουδήποτε» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2013 α: 3).

Οι παραπάνω ισχυρισμοί δεν είναι ανεδαφικοί, καθώς οι νέες τεχνολογίες παρουσιάζουν προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες για διεύρυνση της συμμετοχής στην εκπαίδευση (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2013). Η πρόσβαση σε ευρύτερους ηλεκτρονικούς πόρους, διαδικτυακές πληροφορίες για μαθητές και εκπαιδευτικούς παρέχει πολλές ευκαιρίες (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2013). Η χρήση κινητής τεχνολογίας στα σχολεία είναι ένα επόμενο βήμα που θα ευνοήσει  τη διδακτική πράξη, αφού βέβαια προηγηθεί η κατάλληλη προετοιμασία και κατάρτιση των ειδικών επαγγελματιών και των εκπαιδευτικών. Όπως επίσης το να διαθέτει ο κάθε μαθητής τον προσωπικό του Η/Υ. Ως προς αυτή τη θέση χαρακτηριστική είναι και η παρατήρηση μαθητή ότι "ο υπολογιστής είναι η "αναπηρική καρέκλα του μυαλού". Όπως δεν μπορούν να μοιραστούν μια αναπηρική καρέκλα πολλά άτομα, είναι λάθος να μοιράζονται πολλά παιδιά τον υπολογιστή!" (Anterson-Inman,1999).

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της μεταξύ των άλλων αναφέρει: «Εκτός από τη διεύρυνση της πρόσβασης στην εκπαίδευση, η ευρύτερη χρήση των νέων τεχνολογιών και ανοικτών εκπαιδευτικών πόρων μπορεί να συμβάλει στη μείωση του κόστους για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και για τους μαθητές, ιδίως στις μειονεκτούσες ομάδες. Αυτή η οικονομική επίπτωση απαιτεί ωστόσο διαρκείς επενδύσεις σε υποδομές εκπαίδευσης και ανθρώπινου δυναμικού» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2013 α: 3).

Απαιτείται λοιπόν ο καθολικός σχεδιασμός του προγράμματος ΤΠΕ στην εκπαίδευση έτσι ώστε να μιλάμε για ανοικτής πρόσβασης εκπαιδευτικούς πόρους, δηλαδή πόρους προσβάσιμους για όλους τους μαθητές. Στο πλαίσιο αυτό, σε όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα σχολεία οφείλουν να ακολουθούν μια ευρύτερη δημόσια νομοθεσία. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη ανάγκη για καθοδήγηση στο πλαίσιο της πληροφορικής και των εκπαιδευτικών πολιτικών για την εφαρμογή των υφιστάμενων κανόνων στο έργο των φορέων λήψης αποφάσεων, τα σχολεία, τους εκπαιδευτικούς και τους επαγγελματίες που τους υποστηρίζουν (Ευρωπαϊκός Φορέας, 2012 β).

Τα συμπεράσματα της έκθεσης του 2001 του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την ανάπτυξη στην ειδική αγωγή σχετικά με τις ΤΠΕ στην ειδική αγωγή έδειξαν ότι υπήρχε ανάγκη για περισσότερα δεδομένα σχετικά με την πρόοδο που προκύπτει από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Αυτή η ανάγκη φαίνεται ότι εξακολουθεί να υφίσταται και κρίνεται αναγκαία η παρακολούθηση των πολιτικών και των πρακτικών για τις ΤΠΕ στην εκπαίδευση. Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  υποστηρίζει ότι είναι ανάγκη οι χώρες «να αναπτύξουν εργαλεία μέτρησης και δείκτες για να παρακολουθούν πιο στενά την ενσωμάτωση των ΤΠΕ στα ιδρύματα εκπαίδευσης και κατάρτισης» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2013 α: 13).

Οι νέες τεχνολογίες είναι αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης εκπαίδευσης και δη στο χώρο της ειδικής αγωγής και αναντίρρητα σημαντικό μέσον μάθησης. Βέβαια, για να διασφαλισθεί το μέλλον αυτού του προγράμματος είναι απαραίτητο η εκπαίδευση να παρακολουθεί τις τεχνολογικές εξελίξεις και κατόπιν να τις αξιοποιεί . η πρόσβαση σε κατάλληλες τεχνολογίες μπορεί να αποτελέσει ισχυρό εργαλείο υποστήριξης της εκπαιδευτικής ένταξης (Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001). Ωστόσο, κρίνεται απαραίτητο ακόμη και σήμερα για την ορθή αξιοποίηση των ΤΠΕ να προχωρήσουμε στις ακόλουθες ενέργειες που θα διασφαλίσουν την ποιότητα και τα αποτελέσματα των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή:

§  συγκριτικές εκθέσεις των δομών υποστήριξης για τις νέες τεχνολογίες στην ειδική αγωγή με στατιστικά στοιχεία και τάσεις

§  καινοτομίες και επιτυχείς εφαρμογές των ΤΠΕ

§  διεθνείς ανταλλαγές πόρων, συγκρίσεις πόρων στην Ευρώπη

§  τράπεζα δεδομένων που εφαρμόζει συγκεκριμένα πρότυπα και προσφέρει αξιολόγηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού λογισμικού

§  έρευνα ψυχολογικών και παιδαγωγικών πτυχών των νέων τεχνολογιών  και των παιδιών με ειδικές ανάγκες

§  έρευνα και προγράμματα ανάπτυξης για την επίδραση των ΤΠΕ στη διαδικασία μάθησης

§  συστηματικές έρευνες για επεξεργασία επιμόρφωσης εκπαιδευτικών –εξ αποστάσεως εκπαίδευση και υποστήριξη

§  εκπαιδευτικά λογισμικά σχεδιασμένα με προσοχή στο πολιτιστικό, εθνικό, ψυχολογικό, παιδαγωγικό περιβάλλον

§  συστηματική αξιολόγηση της επίδρασης των ΤΠΕ στο σχεδιασμό πολιτικής της ειδικής αγωγής

§  διεύρυνση των διεθνών ευκαιριών για κατάρτιση ειδικών εκπαιδευτικών

§  δημιουργία πλατφόρμας για ανταλλαγή εμπειριών και σχεδιασμός κοινών πρωτοβουλιών (σε εθνικό και διεθνές επίπεδο)

§  ίδρυση ενός ευρωπαϊκού κέντρου μάθησης, το οποίο θα είναι υπεύθυνο για την ανάπτυξη και δοκιμή προγραμμάτων για μαθητές με ειδικές ανάγκες

§  ανάπτυξη και χρήση ατομικών λύσεων εξοπλισμού και λογισμικού για παιδιά με σοβαρές αναπηρίες

§  ανάπτυξη ενός διεθνούς εικονικού κέντρου πληροφοριών με όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με τις νέες τεχνολογίες  στην ειδική αγωγή.

(Ευρωπαϊκός Οργανισμός, 2001).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι αναφαίρετο και κοινό για όλους. Οι μαθητές που αντιμετωπίζουν δυσκολίες μαθησιακού τύπου ή κάποια μορφή αναπηρίας δεν θα πρέπει να αποκλείονται ή να εμποδίζονται από τα εκπαιδευτικά δρώμενα. Η χρήση των νέων τεχνολογιών στην ειδική εκπαίδευση και η διδασκαλία του μαθήματος της Πληροφορικής ως αυτόνομου διδακτικού αντικειμένου μπορούν να λειτουργήσουν και να δράσουν ως εξισορροπιστές, απελευθερώνοντας πολλούς μαθητές με ειδικές ανάγκες από το όποιο πρόβλημά τους, δίνοντάς τους την ευκαιρία να ανακαλύψουν και να καλλιεργήσουν τις πραγματικές τους δυνατότητες. Βέβαια, η χρήση της τεχνολογίας στην ειδική εκπαίδευση δεν αποτελεί πανάκεια στην επίλυση όλων των εκπαιδευτικών της προβλημάτων, είναι δυνατόν όμως να συμβάλλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη ενός παιδιού που αντιμετωπίζει ειδικές δυσκολίες σε συνδυασμό πάντα με την κατάλληλη παιδαγωγική μέθοδο και υποστήριξη.  Σε καμιά επίσης περίπτωση, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της τεχνοκρατίας που διανύουμε, τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες ή κάποια μορφή αναπηρίας δεν θα πρέπει να μείνουν στο περιθώριο ή να καταστούν τεχνολογικά αναλφάβητα.  Απαιτείται όμως από τους αρμόδιους διεθνείς πολιτικούς και εκπαιδευτικούς φορείς η μελέτη και ανάπτυξη μιας νέας οργανωμένης, καθολικής φιλοσοφίας αναφορικά με την ειδική εκπαίδευση σε συνάρτηση με την αξιοποίηση της τεχνολογίας και δη του Η/Υ, για την επίτευξη της ανάπτυξης ψυχο-πνευματικά άρτιων ατόμων ανεξαρτήτως της όποιας ιδιαιτερότητάς τους.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Αναλυτικά προγράμματα ειδικής αγωγής. Διαθεματικό εννιαίο πλαίσιο προγράμματος σπουδών για τον αυτισμό (ΔΕΠΠΣ ΑΥΤΙΣΜΟΥ). ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ http://www.pi-schools.gr/special_education/aps-depps-autismos.pdf.

Απόφαση του Συμβουλίου 93/136/ ΕΟΚ (1993: 30).

Ευρωπαϊκός Φορέας Ειδικής Αγωγής, (2003).  Ειδική Αγωγή στην Ευρώπη. Βρυξέλλες.

Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ανάπτυξη στην Ειδική Αγωγή (2013). Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών για την ένταξη. Βρυξέλλες, Βέλγιο.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2013β). Έρευνα στα σχολεία: ΤΠΕ στην εκπαίδευση. Συγκριτική αξιολόγηση της πρόσβασης, της χρήσης και των αντιλήψεων σε σχέση με την τεχνολογία στα σχολεία της Ευρώπης. Βρυξέλλες: Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ανάπτυξη στην Ειδική Αγωγή/Watkins A. (2001). Tεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνίας στην Ειδική Αγωγή. Μίντελφαρτ, Δανία.

Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ανάπτυξη στην Ειδική Αγωγή/Meijer, C.J.W. (1998). Ένταξη στην Ευρώπη: Τάσεις σε 14 Ευρωπαϊκές Χώρες, Μίντελφαρτ, Δανία.

Ευρυδίκη (2001) ICT@Europe.edu: Τεχνολογία Πληροφοριών και Επικοινωνίας στα Ευρωπαϊκά Εκπαιδευτικά Συστήματα. Βρυξέλλες, Βέλγιο.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (1999). Προς μια Ευρώπη χωρίς εμπόδια για τα άτομα με αναπηρίες, ένας χάρτης για την επίτευξη μεγαλύτερης κοινοτικής προστιθέμενης αξίας. Βρυξέλλες, Βέλγιο.

Ευρωπαϊκός Φορέας για την Ανάπτυξη στην Ειδική Αγωγή, 2012β.  Promoting Accessible Information for Lifelong Learning: Recommendations and findings of the i-access project [Προώθηση των Προσβάσιμων Πληροφοριών για τη Δια Βίου  Μάθηση: Συστάσεις και ευρύματα του προγράμματος ε-πρόσβαση]. Odense:  Ευρωπαϊκός  Φορέας  για  την Ανάπτυξη  στην  Ειδική Αγωγή.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2013α. Ανακοίνωση Της Επιτροπής Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Το  Συμβουλιο,  Την  Ευρωπαϊκή  Οικονομική  Και  Κοινωνική Επιτροπή Και Την Επιτροπή Των Περιφερειών. Άνοιγμα της εκπαίδευσης:  καινοτόμοι μέθοδοι διδασκαλίας και μάθησης για  όλους μέσω νέων τεχνολογιών και ανοικτών εκπαιδευτικών πόρων. {SWD(2013) 341 final}. Βρυξέλλες: Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Κόμης, Β. (2004). Εισαγωγή στις εκπαιδευτικές εφαρμογές των ΤΠΕ. Αθήνα: Εκδόσεις Νέων Τεχνολογιών.

Μικρόπουλος, Τ.Α. (2006). Ο υπολογιστής ως γνωστικό εργαλείο. Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα.

Μικρόπουλος, Τ.Α. (2000). Εκπαιδευτικό λογισμικό. Θέματα σχεδίασης και αξιολόγησης λογισμικού υπερμέσων. Αθήνα: Κλειδάριθμος.

Ν. 2817/2000, Εκπαίδευση των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και άλλες διατάξεις». Εθνικό Τυπογραφείο.

Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια-Λεξικό, (1989). Λήμμα: Ειδική Αγωγή, τ.3. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.

Ράπτης, Α. & Ράπτη, Α. (2001). Μάθηση και διδασκαλία στην εποχή της πληροφορικής: Ολική προσέγγιση. Α΄ τόμος, Αθήνα.

Ράπτης, Α. & Ράπτη, Α. (1997). Πληροφορική και Εκπαίδευση: Συνολική προσέγγιση. Αθήνα, Τελέθριον.

Ράπτης, Α. & Ράπτη, Α. (2013). Μάθηση και διδασκαλία στην εποχή της πληροφορίας. Αθήνα: αυτοέκδοση.

Σολομωνίδου, Χ. (2001). Σύγχρονη εκπαιδευτική τεχνολογία: υπολογιστές και μάθηση στην κοινωνία της γνώσης. Θεσσαλονίκη: Κώδικας.

Στεφανίδης, Κ.(εκδ.); Salvendy, G; Akumianakis, D; Bevan, N; Brewer, J; Emiliani, P.L; Galetsas, A; Haataja, S; Iakovidis, I; Jacko, J; Jenkins, P; Karshner, A; Korn, P; Marcus, H; Stary, C; Vanderheiden, G; Weber, G. & Ziegler, J. (1998). Προ μια κοινωνία πληροφορίας για όλους: International R&D Agenda. International journal of human-computer interaction, 10 (2), 107-134.

Σούλης, Σπ.Γ. (2013). Εκπαίδευση και Αναπηρία. Αθήνα, Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.με.Α).

Ταϊλαχίδης, Σ. (2013). Εφαρμογές των ΤΠΕ στην ειδική αγωγή. ΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ: τεύχος 109-110, σ.227-240.

Τσικολάτας, Α. (2011). Οι ΤΠΕ ως εκπαιδευτικό εργαλείο στην Ειδική Αγωγή. 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο-Πάτρα 28-30/04/2011). Πρακτικά Συνεδρίου μέρος β΄, 1229-1232.

Φραγκάκη  M. & Παπαναστασίου, Γ. (2011). «Γνωρίζω το πρόσωπο και το σώμα μου μέσα από τη λάμψη των ακτίνων». Ένταξη και χρήση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία. 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο Πάτρα 28-30/04/2011, Πρακτικά Συνεδρίου μέρος β΄, 1277-1282.

Φύτρος, Κ. (2005). Η Πληροφορική στην Ειδική Αγωγή. Αθήνα, ΥΠΕΠΘ, httpQ//users.sch.gr/stefanski/amea/fytros_cor1.pdf.

 

ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ

Anderson- Inman, L. (1999). Computer-Based Solutions for Secondary Students with Learning Disabilities: Emerging Issues. Reading & Writing Quarterly, Vol. 15, No 3, pp239-249 
http://www.ldonline.org/ld_indepth/technology/anderson-inman_rwq.html

Bender, R. & Bender, W. (1996). Computer-assisted instruction for students at risk for ADHD, Mild Disabilities or Academic Problems. Massachusetts: Allyn & Bacon.

Besio, S. (2005). Technologie assistive per la disabilità. Lecce, Pensa Multimedia.

Bransford, J.D., Vye, N., Kinzer, C., et al. Teaching thinking and content knowledge: Toward an integrated approach. In dimensions of thinking and cognitive instruction. B.F. Jones and L. Idol, eds Hillsdale. NJ: Lawrence Erlbaum Associates, 1990, pp. 381-415.

Bruner, J.S. (1966). Toward  a Theory of Instruction. Cambridge, Mass: Harvard University Press.

Carey, D. & Sale, P. (1997). Technology use benefits for learners with attention deficits. Στο: J.D. Willis, S. Price, S. Mc Neil, B. Robin & D.A. Willis (eds.). Technology and Teacher Education Annual, 1997. Charlottesville, VA: Association for the Advancement of Computing in Education, 1037-1041.

Cohran, P.S., (2000). Technology for individuals with speech and language disorders. In Technology and exceptional individuals. 3rd ed. J.D. Lindsay, ed. Austin, TX: Pro-ed, pp303-325.

Fogarolo, F. (2007). Il computer di sostegno. Ausili informatici a scuola. Gardolo: Erikson.

Jendron, J. (2008). The power of assistive technology. Glimpse, 10(1). 20-5.

Jordan, R. & P owell, S. (1990). The special curricular needs of autistic children: learning and thinking skills.London: AHTACA.

Hasselbring, Ted.S. & Glaser C.H.W. (2000). Use of Computer Technology to help Students with Special Needs. The future of children-children and computer technology. Vol 10, No 2, p102-122 (http://futurechildren.org).

Lamoral, Ph. (1993). Η ειδική εκπαίδευση σε μια ευρωπαϊκή προοπτική. Στο: Μαθησιακές Δυσκολίες του παιδιού και του εφήβου. Η εμπειρία της Ευρώπης. Πρακτικά του 1ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου. Αθήνα: Gutenberg.

Lancioni, G.E; OReilly, M.F; Campodonico, F; Mantini, M. (2001). Promoting performance fluency in a person with profound intellectual disability and blindness. Behavioural and Cognitive Psychotherapy, 29 (3), 373-377.

Lancioni, G.E; Sigafoos, J; O’ Reilly, M.F; Singh, N.N.(2013). Assistive Technology. Interventions for Individuals with Severe/Profound and Multiple Disabilities. New York: Springer.

Lewis, A. & Neil, S. (2001). Portable computers for teachers and support services working with Special Educational Needs: An evaluation of the 1999 United Kingdom Department for Education and Employment scheme. British Journal of Educational Technology Vol.32, No 3, pp 301-315.

Mac Arthur, C. (1996). Using technology to enhance the writing processes of students with learning disabilities. Journal of learning disabilities, Vol.29, No4, pp344-354.

Odlin, J. & Hutchins, J. (1996). Early Literacy and Numeracy JaCee Print, Cottigham, East Yorkshire.

Reed, P.R. (2001). A resource guide for teachers and administrators about assistive technology. Oshkosh, WI: Wisconsin Assistive Technology Initiative.

Sen, A. (2011). L’ idea di giustizia. Milano, Mondadori.

Slate, S.E., Meyer, T.L., Burns, W.J. & Montgomery, D.D. (1998). Computerized cognitive training for severely disturbed children with ADHD. Behavior Modification, 22, 3, 415-437.

Tomlinson, S. (1986). Special educational needs in the ordinary school. In Cohen, A. & Cohen, L. (eds). P.C.P. Education Series, London.

WHO, (1981). Γεωργούση, Ε.; Νιάκας, Δ,; Σωμαράκης, Μ. (επιστημονική επιμέλεια και μετάφραση). Παγκόσμια Στρατηγική για «Υγεία για όλους το έτος 2000». Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Γενεύη.

Wilkinson Tilbrook, A. (1995). INFORMATION Technology and Pupils with Moderate Learning Difficulties. Stafford: NCET & NASEN.

World  Summit  on  the  Information Society [Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για την Κοινωνία της  Πληροφορίας], 2013. World Summit on the Information Society  (WSIS) +10  Review Event [Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για την Κοινωνία της  Πληροφορίας Εκδήλωση Ανασκόπησης +10], Φεβρουάριος του 2013. Η  ηλεκτρονική πηγή είναι διαθέσιμη ηλεκτρονικά στο:  http://www.unesco.org/new/en/communication-and-information/flagshipproject-activities/wsis-10-review-event-25-27-february -2013/about-wsis-10/.

 

ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

www.anastasis.it

www.minedu.gov.gr/neo-sxoleio-main.html?showall=&start=1

http://www.e-yliko.gr/htmls/amea/amea_tools_.aspx

www.pi-schools/special_education_new

www.thenumberrace.com

www.dyslexia-goneis.gr/view.asp?ItemID=83&ns=1&mcid=9&cid=23&scid=16&page=4

 

 

 

line

                

linep5

 

© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved

 

vipapharm

 

linep5