Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: scientific-journal-articles

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: CVPekpaideusis

ISSN : 2241-4665

Αρχική σελίδα περιοδικού C.V.P. Παιδαγωγικής & Εκπαίδευσης

Σύντομη βιογραφία του  συγγραφέα

Κριτικές του άρθρου

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: vipapharm-greek

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: linep5

ISSN : 2241-4665

Ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα 28 Νοεμβρίου 2014

Η σκοτεινή πλευρά της σχολικής ζωής -  Διερεύνηση και τρόποι αντιμετώπισης του φαινομένου.

του Βασίλειου Αποστόλου

Εκπαιδευτικού

                                 

 

                                

The dark side of school life. Investigation and the phenomenon responses

by Vasileios Apostolou

Educator

 

                               

 

SUMMARY

The phenomenon of bulling consists a social problem, which only in last quarter of 20th century became a distinguished object of inquiry and social sensitivity. The use of violence by some «strong» children against a feeble child in whatever form (corporal, verbal, emotional, sexual and by use of media) takes place, is a serious problem with short and long term consequences. The phenomenon is characterized by a specific typology of roles (bully/ies – victim- bystanders). As a matter of fact, both bullies and victims have a problematic family background in which violence and lack of love, care and healthy limits are typical phenomena of a bully’s family and smothering and over protectiveness that of a victim’s one. In addition cultural and social conditions such as the promotion of violence in media, contributes in existence of bulling. Specific role has of course and the school environment, mainly as a bringer of values and quality of education

A strategy against of bulling ought to consider  initiations such as information of parents and teachers in order to be aware of the  characteristics and extent of the phenomenon and  be engaged to boot. On the other side is mandatory to open a dialogue between authorities, caregivers and participants of phenomenon, lest bulling remain a silence scourge.   

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού συνιστά ένα κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο μόνο στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα κατέστη αντικείμενο έρευνας και κοινωνικής ευαισθητοποίησης. Η χρήση βίας από κάποια «δυνατά» παιδιά εναντίον κάποιου αδυνάμου παιδιού σε οποιαδήποτε μορφή (σωματική, λεκτική, συναισθηματική, σεξουαλική και ακόμα με την χρήση των ηλεκτρονικών μέσων) και αν συμβαίνει είναι ένα σοβαρό πρόβλημα με βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες. Το φαινόμενο χαρακτηρίζεται από μια συγκεκριμένη τυπολογία ρόλων (θύτης/ες – θύμα- μάρτυρες). Όπως διαπιστώνει η έρευνα τόσο ο θύτης, όσο και το θύμα προέρχονται από προβληματικά οικογενειακά περιβάλλοντα, στα οποία η βία, η έλλειψη αγάπης, φροντίδας και υγιούς ορίων είναι χαρακτηριστικά της οικογένειας του θύτη, ενώ η καταπίεση και η υπερπροστασία εκείνα του θύματος. Επιπρόσθετα  οι πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες όπως είναι η προβολή της βίας από τα ΜΜΕ συμβάλλουν στην εκδήλωση του φαινομένου. Ξεχωριστό ρόλο έχει φυσικά και το σχολικό περιβάλλον κυρίως ως φορέας  αξιών και ποιότητας εκπαίδευσης.

Για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού χρειάζεται να αναληφθούν πρωτοβουλίες  για την ενημέρωση των γονέων και των δασκάλων με σκοπό να αντιληφθούν τα χαρακτηριστικά και την έκταση του φαινομένου και επιπλέον να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Από την άλλη πλευρά καθίσταται επιβεβλημένη η διάνοιξη ενός διαλόγου μεταξύ αρχών, κηδεμόνων, και παιδιών που εμπλέκονται στο φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ώστε να μη καταστεί αυτό μια σιωπηλή μάστιγα.

 

 

Eισαγωγή

 

Αν θεωρήσουμε την οικογένεια το βασικό χώρο της ψυχολογικής συγκρότησης του ανθρώπου, τότε το σχολείο αποτελεί αναμφίβολα το βασικό χώρο της αντίστοιχης κοινωνικής του. Ουσιαστικά  συνιστά το  θεσμό εκείνον που εισάγει το νέο άνθρωπο στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, δίνοντας του τη δυνατότητα να έλθει σε επαφή και να συσχετιστεί με τους υπόλοιπους μαθητές, αλλά και το εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου. Η συμμετοχή σε αυτόν το θεσμό πέρα από τα αναμφισβήτητα οφέλη, δυστυχώς για κάποια μειοψηφία μαθητών,  συνδέεται με δυσάρεστες εμπειρίες και εκδηλώσεις παραβατικότητα εις βάρος ορισμένων μαθητών. Πρόκειται για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού (Bullying),το οποίο αποτελεί στίγμα για το θεσμό του σχολείου, ενώ συνιστά αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας για την κατανόηση και τον τρόπο αντιμετώπισης του.

 Στο άρθρο αυτό θα επιχειρηθεί μια κατανόηση του παραπάνω φαινομένου και της  ανάδειξης των πολύπλευρων πτυχών του,  μέσω των πορισμάτων,  τόσο της θεωρητικής του προσέγγισης,  όσο και του μεγάλου αριθμού ερευνών, που έχουν διεξαχθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Παράλληλα θα αναφερθούν οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού και θα προταθούν τρόποι αντιμετώπισης του.

 

1.1. Μια ιστορική αναδρομή

H ευαισθητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας αναφορικά με τα φαινόμενα βίας που συμβαίνουν στα σχολεία, είναι μια εξέλιξη σχετικά πρόσφατη. Ως  τότε ολόκληρες γενιές μαθητών βίωναν κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους διάφορες μορφές  βίας όπως πειράγματα, παρενοχλήσεις, εκφοβισμούς κ.α. Βέβαια οι εκδηλώσεις αυτές ως ένα βαθμό θεωρούνται  δικαιολογημένες, καθώς εντάσσονται στα πλαίσια  μιας πρώτης μορφής κοινωνικοποίησης των παιδιών.  Πριν τη δεκαετία του 1970, αν εξαιρέσει κανείς  κάποιες μεμονωμένες μελέτες για τα φαινόμενα βίας στο σχολείο  και φυσικά τις σχετικές αναφορές που υπάρχουν από το χώρο της λογοτεχνίας, δεν υπήρχε κάποια συστηματική επιστημονική μελέτη του φαινομένου. Την έναρξη ενός νέου και συστηματικότερου τρόπου ενασχόλησης με το  φαινόμενο  της σχολικής βίας σηματοδότησε η έκδοση το 1973 στα σουηδικά του βιβλίου του Olwues Dan   «Agression in the schools: Bullies and whipping boys» («Επιθετικότητα στα σχολεία: Τραμπούκοι και αποδιοπομπαίοι τράγοι»). Στο βιβλίο αυτό περιγράφονται τα φαινόμενα συστηματικής παρενόχλησης και βίαιης συμπεριφοράς μιας ομάδας μαθητών προς συνομήλικα τους παιδιά. (P. Smith & Y.  Morita,  1999).

Παρά την εντύπωση που προκάλεσε αυτή η μελέτη, χρειάστηκαν δύο ακόμη παράγοντες για να μονιμοποιηθεί το ενδιαφέρον και να ευαισθητοποιηθούν η κοινή γνώμη και οι υπεύθυνοι. Μια σειρά αυτοκτονιών παιδιών και εφήβων που είχαν υποστεί κακοποίηση στο σχολείο  και το ενδιαφέρον των ΜΜΕ στο τέλος της δεκαετίας του 80 για τα φαινόμενα του σχολικού εκφοβισμού έπαιξαν καταλυτικό ρόλο για την κινητοποίηση των κυβερνήσεων και την προώθηση τόσο της έρευνας όσο και της λήψης μέτρων αντιμετώπισης του φαινομένου. (P. Smith & Y. Morita, 1999).

 

1.2. Ο ορισμός

Ο σχολικός εκφοβισμός συνιστά μια μορφή επιθετικής συμπεριφοράς, η οποία χαρακτηρίζεται από μοχθηρότητα και συχνά έχει επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα. Ο σχολικός εκφοβισμός έχει ως αποδέκτη του ένα συγκεκριμένο θύμα, το οποίο αδυνατεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του/της. Το θύμα μπορεί για μια σειρά από λόγους, όπως ότι έχει να αντιμετωπίσει μια υπεράριθμη απειλή, κάποιο μεγαλύτερο, δυνατότερο, ή με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση παιδί, μπορεί να περιέλθει στην παραπάνω κατάσταση αδυναμίας, την οποία εκμεταλλεύεται το παιδί (θύτης) ή τα παιδιά (θύτες) που ασκούν τον εκφοβισμό. Ο σχολικός εκφοβισμός εντάσσεται στις μορφές βίας που ασκούνται σε ομάδες οπού η συμμέτοχη είναι κατά βάση υποχρεωτική και άρα ευνοούνται τα βασικά του χαρακτηριστικά της συστηματικότητας  της επανάληψης, αλλά  και της δυσκολίας αποφυγής του από το θύμα.  

 

 

2. Η προέλευση του ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΥ

 

2.1. Ο Ρόλος της οικογένειας

Στο βιογραφικό κάθε παιδιού που εμπλέκεται σε φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού μια δυσλειτουργική οικογένεια προέλευσης είναι αρκετά σύνηθες.  Η διαπίστωση αυτή ισχύει τόσο για την οικογένεια του θύτη όσο και για εκείνην του θύματος.

            Αναφορικά με την οικογένεια του θύματος  διαπιστώνεται κατά αρχάς πως σε αυτήν τα παιδιά δημιουργούν αγχώδεις / ανθιστάμενους (anxious /resistant) δεσμούς με τα πρόσωπα που τα φροντίζουν. Κατά συνέπεια επιδεικνύουν εύκολα απογοήτευση, έχουν δυσκολία προσαρμογής σε νέα περιβάλλοντα και αποχωρίζονται με δυσκολία τον γονιό. Οι οικογένειες των θυμάτων ακολουθούν μια σειρά πρακτικών ανατροφής των παιδιών τους, που υπονομεύει σε αυτά την αίσθηση του εαυτού τους και τη διαδικασία ανεξαρτητοποίησης τους. Συγκεκριμένα οι γονείς φέρονται παρεμβατικά και υπερπροστατευτικά, ενώ συχνά καταφεύγουν σε μεθόδους ψυχολογικού ελέγχου που περιλαμβάνει εξαναγκασμό, ακύρωση, ή χειρισμό των σκέψεων και των συναισθημάτων του παιδιού. Τέλος μια άλλη πρακτική που αν και σχετίζεται με την εκδήλωση αργότερα επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού εντούτοις σε μερικά παιδιά συμβάλλει στη  θυματοποίησή τους είναι η καταπίεση. Αυτή παίρνει τη μορφή λεκτικών επιθέσεων, σαρκασμού, και  αυταρχικότητας που υπονομεύουν την αίσθηση αγάπης και σεβασμού του παιδιού.( Perry D., Hodges E. &S. Egan, 2001).

            Οι θύτες συνήθως προέρχονται από οικογένειες με ελλείμματα και δυσλειτουργικότητα  Οι γονείς αυτών των οικογενειών φέρονται στα παιδιά τους χωρίς ενσυναίσθηση (empathy), με αδιαφορία, και μη αποδοχή των ιδιαιτεροτήτων των παιδιών τους. Επιπλέον τα παιδιά αυτά δεν ενθαρρύνονται να αναπτύξουν σχέσεις συνεργασίας με τους άλλους, ενώ αντίθετα καλλιεργείται μια κυνική στάση αναφορικά με τις ανθρώπινες σχέσεις. (Rigby K.,1996).

            Στις οικογένειες των θυτών παρατηρείται επίσης η ανοχή της επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού, ενώ η έλλειψη κατάλληλης οριοθέτησης, επιτείνει και καθιστά ανεξέλεγκτη την επιθετικότητα τους. Η χρήση μεθόδων φυσικής τιμωρίας και τα συναισθηματικά ξεσπάσματα των γονιών απέναντι στα παιδιά αυτά, που ουσιαστικά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον με  ελάχιστη αγάπη, φροντίδα και αρκετές «ελευθερίες»,  εγκαθιστούν  τελικά  ένα σταθερό σχήμα έντονα επιθετικής αντίδρασης απέναντι στο περιβάλλον τους (Οlweus D., 1999).

 

2.2.    Το σχολικό περιβάλλον

 

Οι ιδιαιτερότητες του σχολικού περιβάλλοντος συντελούν με την σειρά τους στην εκδήλωση  κρουσμάτων βίας.  Όταν οι δάσκαλοι επιδεικνύουν πολύ αυστηρή συμπεριφορά ή αδυναμία να επιβάλλουν την τάξη στην αίθουσα διδασκαλίας, τότε διαμορφώνονται συνθήκες εκδήλωσης της σχολικής βίας. Επιπλέον το έντονα ανταγωνιστικό και βαθμοθηρικό περιβάλλον του σχολείου, ιδιαίτερα όταν ο δάσκαλος αξιολογεί τους μαθητές του με μόνο κριτήριο τις υψηλές βαθμολογικές τους επιδόσεις συντελεί σε μια μονομερή κατηγοριοποίηση των μαθητών. Με αυτόν τον τρόπο μαθητές με δυσπροσαρμοστικές τάσεις και χαμηλούς βαθμούς αισθάνονται απαξιωμένοι με συνέπεια τα συναισθήματα αυτά να τροφοδοτούν   την επιθετική τους συμπεριφορά (Κουράκης, Ν. 2009).

Μια άλλη παράμετρος που οφείλουμε να λάβουμε σοβαρά υπόψη είναι εκείνη της ανίας που μπορεί να προκληθεί στους μαθητές σε ένα σχολικό περιβάλλον. Αν και η ανία μπορεί να είναι υποκειμενικό θέμα, εντούτοις η χαμηλή ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης σίγουρα την επιτείνει και αυτό μπορεί να αποβεί σοβαρός παράγοντας εκδήλωσης βίαιων συμπεριφορών (Rigby K. 1996).  Η έλλειψη τέλος καλής σχέσης μεταξύ δασκάλου και μαθητή συμβάλλει στη διαιώνιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού. Έρευνες διαπιστώνουν πως στην καλύτερη περίπτωση δεν ξεπερνά το 50% το ποσοστό των μαθητών που καταγγέλλουν στους δασκάλους τα περιστατικά βίας (Josine Junger-Tas,1999).

Όσον αφορά το σχολείο ως  χώρο εκδήλωσης του bullingμια μελέτη (Μooij)  καταδεικνύει πως τα παιδιά της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης  κακοποιούνται στο δρόμο προς και από το σχολείο. Άλλες πάλι μελέτες διαπιστώνουν, πως ο σχολικός εκφοβισμός πραγματοποιείται κυρίως στο προαύλιο χώρο του σχολείου, όταν υπάρχει ελάχιστη εποπτεία (Josine Junger-Tas,1999). 

 

2.3. Οι τρέχουσες πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες

 Σημαντικό ρόλο στην συμπεριφορά ενός παιδιού διατελούν οι τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες στις οποίες αυτό εντάσσεται . Για παράδειγμα, όπως καταδεικνύει σχετική βρετανική έρευνα , ένα παιδί που πηγαίνει σε σχολείο μιας περιοχής που κατοικείται από ανθρώπους της εργατικής τάξης, έχει περισσότερες πιθανότητες να υποστεί σχολικό εκφοβισμό, καθώς η βία ακόμα και η φυσική είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο στα σπίτια των ανθρώπων αυτής της τάξης.(Rigby K. 1996). Η διαμόρφωση της ανδρικής ταυτότητας, σύμφωνα με τους κώδικες και της αξίες μιας κοινωνικής τάξης, αποτελεί  παράγοντα που διαμορφώνει μια σειρά  συμπεριφορών και τάσεων στα αγόρια στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο σχολικός εκφοβισμός. Έτσι για τα αγόρια των εργατικών και κατώτερων τάξεων η ανάπτυξη χαρακτηριστικών «ανδρισμού» είναι συχνά συνυφασμένη με  τον ρατσισμό, το ποδόσφαιρο, την απαξίωση των μη θετικών επιστημών, τους καβγάδες, τις ετεροσεξουαλικές σχέσεις  και γενικά την σκληρότητα που τους κάνει να αισθάνονται μάγκες (lads) ((Πολίτης Φ. 2006).

            Τα τελευταία χρόνια η εμβάθυνση της οικονομικής κρίσης που συνεπάγεται  αύξηση της ανεργίας και έντονα κοινωνικά προβλήματα, συντελεί  στην όξυνση του σχολικού εκφοβισμού, καθώς το σχολείο καθίσταται χώρος διαδραμάτισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στα σπίτια και τον κοινωνικό τους περίγυρο.(Fabre-Cornali, J.C. Emin & J. Pain, 1999).Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί, η συνύπαρξη μαθητών από διαφορετικές εθνικές και πολιτισμικές κουλτούρες η οποία, όταν απουσιάζουν η πολυπολιτισμική κουλτούρα και ο σεβασμός στην διαφορετικότητα, αποτελεί παράγοντα πυροδότησης μορφών βίας.

 

2.4. Η επίδραση των μέσων μαζικής ενημέρωσης( ΜΜΕ)  και των σύγχρονων τεχνολογιών

Τα σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης  (ΜΜΕ) καθώς και η πληθώρα τεχνολογικών δυνατοτήτων με την οποία έρχεται σε επαφή ένα σύγχρονο παιδί είναι προϊόν του πολιτισμού και ως εκ τούτου η μεγάλη επίδραση που ασκούν αξίζει ιδιαίτερης προσοχής. Ιδιαίτερα τα οπτικά ηλεκτρονικά μέσα, όπως είναι η τηλεόραση, αποθεώνουν τη βία, η οποία εξασκείται από ελκυστικούς πρωταγωνιστές και μέσω της οποίας καταδεικνύεται η υπεροχή  και η κυριαρχία τους απέναντι στους άλλους. Για ορισμένα παιδιά αυτοί  οι «ήρωες» αναμφίβολα λειτουργούν ως πρότυπα και  συμβάλλουν στην απομίμηση ανάλογων μορφών συμπεριφοράς.

            Η δύναμη της εικόνας, η οποία κατευθύνεται από το πολιτισμικά στερεότυπα και τις ανοχές της κοινωνίας, υπεισέρχεται στις παιδικές ψυχές και μέσω άλλων τεχνολογικών δυνατοτήτων. Έτσι η επαφή των παιδιών με εικόνες βίας που υπάρχουν σε πολλά ηλεκτρονικά παιχνίδια  και βίντεο, καλλιεργεί μια μορφή εξοικείωσης και γιατί όχι εθισμού στη βία με καταστρεπτικές συνέπειες για τη ζωή τους (Rigby K. 1996). Tέλος η εστίαση των ΜΜΕ στην παρουσίαση τραγικών περιστατικών όπως δολοφονίες, βιασμοί, επιθέσεις κλπ. συμβάλλουν υποσυνείδητα στον εθισμό, στην ανοχή και σε μερικές περιπτώσεις στη καταφυγή σε χρήση βίας. (Fabre-Cornali, J.C.Emin & J. Pain, 1999).

 

 

3. Οι μορφές BULLING

3.1. Η φυσική βία

            Το θύμα υφίσταται μια σειρά βίαιων ενεργειών,  που στόχο έχουν κυρίως την σωματική του κακοποίηση (τόσο με σπρωξίματα, χειροδικίες, κλωτσιές  όσο και με την χρήση αντικειμένων).  Επιπλέον στη μορφή αυτή κακοποίησης  συμπεριλαμβάνεται και η φθορά ή η στέρηση των αντικειμένων που ανήκουν στο θύμα. Η εκδήλωση της σωματικής κακοποίησης είναι πιο συχνή σε μικρότερης ηλικίας μαθητές με τάση να μειώνεται καθώς αυξάνεται η ηλικία.

            Μια έρευνα που διεξήγαγε το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.)  δείχνει πόσο ανησυχητικές διαστάσεις έχει λάβει η μορφή αυτή βίας ιδιαίτερα στα δημοτικά σχολεία. Συγκεκριμένα σε ένα τέτοιο σχολείο της Αθήνας βρέθηκε πως σε ποσοστό 37% οι μαθητές είχαν δεχθεί σωματική βία ενώ το 13% παραδέχτηκε ότι είχε προκαλέσει κακοποίηση. (Καρανάτση Ε. & Μπουλούτζα, 2006).

Αυτή η μορφή βίας έχει ως αποτέλεσμα να βιώνει ο μαθητής αδυναμία και ευαλωτότητα απέναντι στους δυνατότερους θύτες του και παράλληλα να προσλαμβάνει το σχολείο ως απρόβλεπτο και ανασφαλές χώρο. Από μόνης της η φυσική βία έχοντας  ως συνέπεια την απόδοση της κακοποίησης από το θύμα περισσότερο στους εξωτερικούς δυσμενείς παράγοντες παρά στην δική του ανεπάρκεια, μπορεί να λειτουργήσει ως αιτία αποφυγής του σχολικού περιβάλλοντος (Kochenderfer Ladd B.&Ladd G. 2001).

 

3.2   Η λεκτική βία

H λεκτική βία αποτελεί την πιο συνηθισμένη μορφή με την οποία εκδηλώνεται ο σχολικός  εκφοβισμός. Η βία αυτή διακρίνεται σε άμεση και έμμεση με την πρώτη να αφορά τη χρήση αρνητικών  προσφωνήσεων και παρατσουκλιών, άλλα και απειλών, ενώ η δεύτερη σχετίζεται με την πίστη του θύματος ότι λέγονται πίσω από την πλάτη του κακά σχόλια για το άτομό του. Η άμεση λεκτική βία αποσκοπεί  κυρίως στην εσωτερίκευση από το θύμα αρνητικών χαρακτηριστικών, τα οποία ενισχύσουν κατ’ αυτόν τον τρόπο τις αυτοενοχοποιητικές τάσεις του, μειώνουν  περισσότερο την αυτοεκτίμησή του και μπορεί να οδηγήσουν στη δημιουργία συναισθημάτων αδυναμίας και κατάθλιψης. (Kochenderfer Ladd B.& Ladd G. 2001). Το κοινό χαρακτηριστικό που έχουν τόσο η άμεση, όσο και η έμμεση λεκτική βία, είναι η μετάδοση αρνητικών μηνυμάτων προς το θύμα με τελικό σκοπό να γίνουν πιστευτά από αυτόν υπονομεύοντας έτσι τις όποιες προσπάθειες του στον ανάλογο τομέα. 

 

3.3 Η συναισθηματική βία

«Δεν φτάνει ότι δεν με έκαναν παρέα είχαν, είχαν απειλήσει κι όλα τα υπόλοιπα κορίτσια ότι όποια μου μίλαγε θα έβρισκε το μπελά της…»

«…. έκαναν ότι μύριζα άσχημα μόλις τους πλησίαζα…» (Β. Πρεκατέ 2008.)

            Στις δύο παραπάνω περιγραφές αποτυπώνονται δυο χαρακτηριστικές μορφές συναισθηματικής βίας που ασκείται στο σχολικό περιβάλλον. Η πρώτη σκοπό έχει να απομονώσει κοινωνικά το θύμα , ενώ η δεύτερη να πλήξει την αξία του εαυτού του. Σε αυτή τη μορφή βίας επιπλέον οι θύτες καταφεύγουν σε χρήση απειλών και αισχρών χειρονομιών, επαναλαμβανόμενη μετακίνηση, κρύψιμο και λέρωμα αντικειμένων του θύματος, καταδιωκτική συμπεριφορά, διασπορά δυσφημιστικών φημών για το θύμα  και τέλος στον αποκλεισμό του από δραστηριότητες που θα ήθελε να συμμετάσχει το θύμα.(Rigby K. 1996).

Η σοβαρότητα των συνεπειών της συναισθηματικής, όπως και της λεκτικής βίας, συνίσταται στο ότι είναι μια ύπουλη μορφή βίας, η οποία δεν αφήνει φανερά σημάδια  όπως στην περίπτωση της φυσικής βίας και συντελεί στη δημιουργία ενός  τραύματος το οποίο φέρει σιωπηλά το θύμα για πολύ καιρό. Τα χαρακτηριστικά της συναισθηματικής βίας την καθιστούν τελικά ένα είδος  ψυχολογικής  ή έμμεση μορφής κακοποίησης με παρατεταμένη διάρκεια, η οποία μπορεί με την πάροδο του χρόνου να έχει  σοβαρές συνέπειες για το θύμα.

 

3.4 Η σεξουαλική βία

Ως σεξουαλική βία χαρακτηρίζεται κατ’ αρχάς η σεξουαλική παρενόχληση (sexual harassment) η οποία συνιστά «απρόκλητη, ανεπιθύμητη και μη-ανταποδοτική σωματική επαφή, σχολιασμό, πρόταση, υπαινιγμό, αστεϊσμό, προσοχή ή προσήλωση σεξουαλικού χαρακτήρα που είναι δυσάρεστη, ενοχλητική και προσβλητική για το υποκείμενο το οποίο εμπλέκει και που του προκαλεί συναισθήματα απειλής, εξευτελισμού, αμηχανίας, ακόμα και τρόμου» (Πολίτης Φ. 2006). Oι τρόποι με τους οποίους εκδηλώνεται η σεξουαλική βία είναι μέσω σχολίων εναντίον του θύματος, σεξουαλικού αγγίγματος, πιασίματος, τσιμπήματος και σκουντήματος, με τη διάδοση σεξουαλικών φημών, δείχνοντας στο θύμα  σεξουαλικές εικόνες ή σημειώματα, άσκηση βίας για  φίλημα και άλλες σεξουαλικές ενέργειες (Graig.W., Perler D. Connoly J.& Hend K. N.York,London 2001).

            Ο χώρος εντός του σχολείου ο οποίος σχεδόν ταυτίζεται με την εκδήλωση της συγκεκριμένης μορφής βίας είναι οι τουαλέτες στις οποίες συχνά εισβάλλουν τα αγόρια, διαδραματίζοντας έτσι  ένα είδος συμβολικού βιασμού του προσωπικού χώρου των κοριτσιών, ο οποίος μπορεί να ειδωθεί ως μεταφορά του γυναικείου σώματος (Πολίτης Φ. 2006).

            H σεξουαλική βία όμως στο σχολείο δεν χαρακτηρίζεται μόνο από ετερόφυλους προσανατολισμούς. Συγκεκριμένα τα αγόρια σε όλες σχεδόν τις εκπαιδευτικές βαθμίδες έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στο μεγαλύτερο ποσοστό τους από αγόρια, ενώ και μεταξύ των κοριτσιών υπάρχουν αντίστοιχα φαινόμενα σε μικρότερη συχνότητα όμως από εκείνης μεταξύ των αγοριών. Η τάση πάντως όσο ανεβαίνουν οι εκπαιδευτικές βαθμίδες είναι να κυριαρχεί η μεταξύ μαθητών αντίθετου φύλου σεξουαλική βία (Graig.W., Perler D. Connoly J. & Hend K. 2001).

3.5. Η βία μέσω των σύγχρονων ηλεκτρονικών μέσων

            Τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών, συνιστούν ένα αρκετά συνηθισμένο και αποτελεσματικό τρόπο άσκησης εκφοβισμού. Ο όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς για αυτή τη σύγχρονη μορφή κακοποίησης είναι Cyberbullying. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό είναι τα κινητά τηλέφωνα, και το διαδίκτυο. Συγκεκριμένα μέσω των κινητών τηλεφώνων στέλνονται εκφοβιστικά και αγενή μηνύματα, αλλά και απρεπείς και σεξουαλικού περιεχομένου φωτογραφίες. Παράλληλα μέσω των δυνατοτήτων που έχουν για ηχογραφήσεις και βιντεοσκοπήσεις είναι δυνατόν να αποτελέσουν μέσα εκβιασμού και δυσφήμησης των θυμάτων.

            Το διαδίκτυο από την άλλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποστολή ανάλογων μηνυμάτων τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο σελίδων κοινωνικής δικτύωσης. Σε αυτές τις τελευταίες υπεισέρχεται βέβαια και ο στιγματισμός του κοινωνικού προφίλ του θύματος.  (http://www.bbc.co.uk/schools/parents/cyber_bullying/).

            Το φαινόμενο του cyberbullying σταδιακά λαμβάνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, καθώς τα παιδιά εξοικειώνονται και επικοινωνούν όλο και συχνότερα μέσω αυτών των ηλεκτρονικών δικτύων. Από έρευνα που έγινε στις ΗΠΑ φαίνεται μάλιστα πως τα κορίτσια είναι πιο επιρρεπή σε αυτή τη μορφή εκφοβισμού η οποία αποσκοπεί κυρίως στην τρομοκρατία και  στην κοινωνική απομόνωση άλλων κοριτσιών (Mason, K..2008).

 

 

4. Τα Ψυχολογικά χαρακτηριστικά των εμπλεκομένων         

4.1. Ο θύτηΣ

Οι λόγοι της  εκδήλωσης  βίαιης συμπεριφοράς  από τους θύτες του σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει να αναζητηθούν στο οικογενειακό περιβάλλον και στην ποιότητα των σχέσεων που επικρατούν σε αυτό. Οι θύτες είναι κυρίως αγόρια τα οποία διακρίνονται για τα επιθετικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως όσοι χαρακτηρίζονται για την έντονη επιθετικότητά τους είναι απαραίτητα και θύτες .Στην εκδήλωση αυτών των χαρακτηριστικών συμβάλλουν η αίσθηση της αυτοπεποίθησης, και της  δύναμης που έχουν, καθώς  και η  μέσω της βίας, την οποία φαίνεται να απολαμβάνουν,  πρόκληση της προσοχής  των συνομηλίκων τους. Πρόκειται για μαθητές χωρίς καλές επιδόσεις στα μαθήματα και με αντιπάθεια προς τους δασκάλους τους (Josine Junger-Tas,1999).

            Στα διακριτικά γνωρίσματα της συμπεριφοράς των θυτών  θα πρέπει να προστεθούν η παρορμητικότητα, η ανάγκη να αισθάνονται κυρίαρχοι απέναντι στους άλλους και η απουσία ενσυναίσθησης (empathy) για τα θύματά τους. Αντίθετα από ότι συνήθως πιστεύεται ότι πίσω από αυτήν την συμπεριφορά υποκρύπτεται άγχος και ανασφάλεια, οι έρευνες που διεξήγαγε ο πρωτοπόρος ερευνητής του σχολικού εκφοβισμού Dan Olweus,απέδειξαν ότι οι θύτες, κυρίως αυτοί που δρούσαν σε ομαδικά  πλαίσια, είχαν επίπεδα άγχους και ανασφάλειας που κυμαίνονταν από ελάχιστες έως συνηθισμένες τιμές και  δεν παρουσίαζαν χαμηλή αυτοεκτίμηση lweus D.,1999).

 

4.2. ΤΟ θύμα

Στην περίπτωση του θύματος συναντάμε δύο χαρακτηριστικές κατηγορίες, εκείνη του παθητικού ή υποτακτικού θύματος και λιγότερο συχνά εκείνη του προκλητικού θύματος.  Στην πρώτη ανήκουν στην πλειονότητά τους αγόρια τα οποία χαρακτηρίζονται από μια σειρά εσωτερικευμένων  προβλημάτων. Ο τρόπος αυτός βίωσης των προβλημάτων  εκδηλώνεται   με μια φοβική και συνεσταλμένη  συμπεριφορά, που ενώ για τα κορίτσια θεωρείται πιο αποδεκτή ως χαρακτηριστικό του φύλου τους, για τα αγόρια σηματοδοτεί τη θυματοποίηση τους (Perrry D., Hodges V. Egan S. 2001). Τα παθητικά θύματα φοβούνται να διεκδικήσουν και να υπερασπίσουν τον εαυτό τους  κατά τις επιθέσεις που δέχονται. Αντίθετα τείνουν γρήγορα να υποτάσσονται στις απαιτήσεις των θυτών τους και δεν αντιμάχονται.

            Το προκλητικό θύμα χαρακτηρίζεται ως ευερέθιστο, ανήσυχο και εχθρικό, ενώ συνήθως υποφέρει από ελλειμματική συγκέντρωση και προσοχή καθώς και υπερκινητικότητα (SchwartzD, ProctorL. ChienL, 2001). Η επιθετικότητα που εκφράζει αυτό το είδος θύματος είναι αναποτελεσματική και ενώ κάποιες φορές  υποκινούν συγκρούσεις, η κακή διαχείριση του θυμού τους, το άγχος, και η απογοήτευση που τους κυριεύει, έχουν ως αποτέλεσμα να ηττούνται  στις αψιμαχίες τους.

            Τα θύματα και των δύο παραπάνω κατηγοριών χαρακτηρίζονται από την χαμηλή συνολικά αξία που προσδίδουν στον εαυτό τους και την τάση τους να αισθάνονται καταθλιπτικοί και μόνοι, ενώ χαρακτηριολογικά έχουν την τάση να αυτοενοχοποιούνται.(π.χ. «δεν είμαι καλός και αξίζω αυτή τη συμπεριφορά») (Schwartz D, Proctor L. Chien L., 2001). Η χαμηλή αυτοεκτίμηση των θυμάτων ευθύνεται επίσης σύμφωνα με τις θεωρίες του δεσμού (Bowlby) και αυτο-επαλήθευσης (Swann) στην αναζήτηση της κακοποιητικής συμπεριφοράς, με σκοπό να επιβεβαιώσουν το αίσθημα αυτό. Σύμφωνα με την παραπάνω διαπίστωση δεν πρέπει να φανεί παράξενο το γεγονός ότι ορισμένα  θύματα  δεν αντιπαθούν του θύτες τους και μερικές φορές τους μιμούνται ή τους περιτριγυρίζουν. Ολοκληρώνοντας τα θύματα  στερούνται κοινωνικών δεξιοτήτων όπως της ικανότητας για σύναψη φιλικών δεσμών, του μοιράσματος και της συνεργατικότητας, της δεξιότητας συμμετοχής στα ομαδικά παιχνίδια και τέλος της αίσθησης του χιούμορ. (Schwartz D, Proctor L. Chien L., 2001).

 

4.3. ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ  (bystanders)

« Ο καθένας απλά καθόταν τριγύρω και παρακολουθούσε, κανείς δεν τολμούσε να υπερασπιστεί το θύμα – ούτε εγώ φυσικά, μολονότι κάθε φορά αποφασίζω ότι την επόμενη φορά θα παρέμβω για να κάνω κάτι….»--κορίτσι της 6ης τάξης (Salmivalli C. 2001).

O σχολικός εκφοβισμός δεν είναι ένα φαινόμενο που αφορά μόνο τους θύτες και τα θύματα, είναι κάτι που έχει αντίκτυπο για όλους τους υπόλοιπους συμμαθητές. Πέρα από αυτούς που θεωρούνται ως παθητικοί θύτες ή παριστάνουν τα πρωτοπαλίκαρα, υπάρχουν εκείνοι που γίνονται αυτόπτες μάρτυρες τέτοιων σκηνών, ενώ τέλος λίγο πολύ και εκείνοι που δεν είναι παρόντες γνωρίζουν τι έχει συμβεί . Συνεπώς η παρουσία των μαρτύρων καθορίζει ως ένα βαθμό και την εξέλιξη του φαινομένου.

 Η παρουσία των μαρτύρων μιας πράξης σχολικού εκφοβισμού έχει ως συνέπεια την ανάληψη κάποιων συγκεκριμένων ρόλων από αυτούς. Συγκεκριμένα αν εξαιρέσει  κανείς τους ρόλους του βοηθού (assistant) του θύτη και του υπερασπιστή (defender) του θύματος, οι οποίοι λαμβάνουν ενεργά μέρος στις εκδηλώσεις  της βίας αν και δεν υφίστανται πάντα, υπάρχουν επιπλέον : εκείνος που ενισχύει την πράξη προσφέροντας θετική ανάδραση και κουράγιο στους θύτες (reinforcer), ο οποίος  συνήθως γυροφέρνει παρακολουθώντας την κατάσταση και ενίοτε γελώντας και εκείνος που είναι αποτραβηγμένος (outsider)  και δεν αντιδρά στην κακοποίηση, μπορεί δε να μην είναι απαραίτητα παρών στο συμβάν.(Salmivalli C. 2001).

 

 

 

5.  Οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού

    5.1. Ο θύτης

Ο θύτης του σχολικού εκφοβισμού είναι ένα άτομο το οποίο είναι αρκετά ελλειμματικό και χρήζει βοήθειας. Μερικές φορές μάλιστα ο θύτης όταν αποτελεί μέλος μιας συμμορίας αναγκάζεται να ενεργήσει συμμορφούμενος με της απαιτήσεις της ομάδας του. Τις περισσότερες φορές πάντως ο θύτης είναι ένα άτομο που μέσα από τις πράξεις του ενισχύει την αρρωστημένη του στάση απέναντι στο κόσμο, τον οποίο βλέπει ως ένα  σκληρό πεδίο, όπου οι πράξεις των άλλων ερμηνεύονται κατά κόρον ως επιθετικές και προκλητικές.(Rigby K. 1996).   

Η διάπραξη βίαιων επεισοδίων εκ μέρους των θυτών ενισχύει τον απείθαρχο και ανυπότακτο χαρακτήρα που παρουσιάζουν κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στο σχολείο,  συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην απομάκρυνσή τους από αυτό και αυξάνοντας έτσι τους κινδύνους για εμπλοκή σε γενικότερες παραβατικές συμπεριφορές ακόμα και στην καταφυγή στα ναρκωτικά (Φυλακτού, Κ. 2005). Γενικότερα οι θύτες τείνουν να εξοικειώνονται με έναν επιθετικό, παρορμητικό και αδιάφορο τρόπο ζωής. Δεν λείπουν επίσης τα συμπτώματα κατάθλιψης στην ενήλικη ζωή των θυτών, τα οποία μπορεί να προέρχονται είτε από κάποιο αίσθημα ενοχής, είτε από τη συνειδητοποίηση των χαμένων ευκαιριών για να δουλέψουν σε συνεργάσιμα με τους άλλους  (Rigby K. 1996).

 

 5.2 Το θύμα

Στο παρελθόν θεωρούνταν ότι τα φαινόμενα βίας στο σχολείο δεν είχαν  ιδιαίτερες συνέπειες στην ζωή του θύματος και συχνά αντιμετωπίζονταν ως αναγκαία κακά φαινόμενα που ωστόσο ήταν στα πλαίσια της σκληραγώγησης και της «ωρίμανσης» των παιδιών. Πρόσφατες μακροχρόνιες  έρευνες έχουν αποδείξει πως τέτοιες απόψεις απέχουν πολύ από την πραγματικότητα και ουσιαστικά είναι επικίνδυνες. Ο πρωτοπόρος ερευνητής του σχολικού εκφοβισμού Νορβηγός Olweus (1992) κατέγραψε την εξέλιξη της ζωής των θυμάτων μέχρι την ηλικία των 20 και διαπίστωσε συμπτώματα χαμηλής αυτοεκτίμησης  και καταθλιπτικές κρίσεις,     Αλλά και βραχυπρόθεσμα τα θύματα παρουσιάζουν εξαιτίας της κακοποίησης τους δυσκολίες όπως είναι η ύπαρξη αυξημένων επιπέδων άγχους, το οποίο ευθύνεται για την εμφάνιση μαθησιακών δυσκολιών, αδυναμίας συγκέντρωσης και αναποτελεσματικής επίλυσης προβλημάτων. Εξαιτίας των παραπάνω τα θύματα επίσης τείνουν να απουσιάζουν αδικαιολόγητα από το σχολείο. Τέλος σε σοβαρές περιπτώσεις κακοποίησης το θύμα μπορεί να οδηγηθεί στην αυτοκτονία  αν και σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως συντρέχουν και άλλοι λόγοι (Smith P. &Sharp S. 1994).

 

5.3. ΟI MΑΡΤΥΡΕΣ

            Οι μαθητές που παρευρίσκονται στα φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού  τηρώντας τις τάσεις που περιγράφτηκαν παραπάνω υφίστανται επίσης αντίστοιχες αρνητικές επιπτώσεις. Ως ένα βαθμό ο σχολικός εκφοβισμός τους τραυματίζει ψυχολογικά, ενώ παράλληλα πυροδοτούνται μια σειρά από αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φόβος της τιμωρίας αν καταγγείλουν το γεγονός και οι ενοχές ότι δεν μπορούσαν να βοηθήσουν.(Β. Πρεκατέ 2008.). Αναμφίβολα η ύπαρξη του σχολικού εκφοβισμού όσο και αν είναι ένα φαινόμενο που αφορά συνήθως τη μειονότητα των μαθητών επιδρά και στους υπόλοιπους μαθητές αρνητικά, ακόμα και ως φόβος μήπως κάποια στιγμή αποτελέσουν χωρίς κάποια αφορμή και οι ίδιοι θύματά του.(Rigby K. 1996)

 

 

6.  Προτάσεις και επιμερισμός ευθυνών

6.1. Η Ενημέρωση των γονέων και η ανάληψη των ευθυνών τους

Κατ’ αρχάς η ενημέρωση των γονέων για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει να γίνει στα πλαίσια οργανωμένων ομαδικών συναθροίσεων, μέσω πρωτοβουλιών, τόσο του σχολείου, όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης.  Με αυτό τον τρόπο θα δοθεί  η δυνατότητα στους γονείς να πληροφορηθούν σχετικά με την αναγνώριση και την καλύτερη αντιμετώπιση του προβλήματος. Επίσης θα έχουν τη δυνατότητα να ευαισθητοποιηθούν σχετικά με τη συμπεριφορά τους και τις επιπτώσεις της απέναντι στα παιδιά τους. Για παράδειγμα η κατανόηση από αυτούς των συνεπειών της βίας στις σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας και της σωματικής τιμωρίας των παιδιών  ως μέσου πειθαρχίας, αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό βήμα που μπορεί να οδηγήσει στην προσπάθεια για υιοθέτηση υγιέστερων μορφών συμπεριφοράς.(Β. Πρεκατέ 2008.)

 

6.2. Μέτρα πρόληψης στο σχολικό περιβάλλον.

            Το σχολείο μπορεί πέρα από χώρος εκδήλωσης  του σχολικού εκφοβισμού να γίνει χώρος οργανωμένων πρωτοβουλιών για ενημέρωση και ευαισθητοποίηση  τόσο των μαθητών, όσο και του διδακτικού προσωπικού σχετικά με τα χαρακτηριστικά του φαινομένου και τις συνέπειες του. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί με την οργάνωση επιμορφωτικών σεμιναρίων τα οποία θα απευθύνονται σε μαθητές εκπαιδευτικούς και γονείς, στα οποία το φαινόμενο θα αναλύεται από ειδικούς , ενώ εξαιρετικά εποικοδομητική μπορεί να αποδειχτεί η προβολή σχετικών ταινιών τόσο του εμπορικού κινηματογράφου όσο και. ταινιών τεκμηρίωσης (ντοκιμαντέρ) (Κουράκης, Ν. 2009).

            Η ανάληψη πρωτοβουλιών και μέτρων από τους υπεύθυνους του εκπαιδευτικού συστήματος για την ομαλότερη ένταξη των μαθητών που προέρχονται από μειονότητες ή μετανάστες κρίνεται ως απαραίτητη για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη  άμβλυνση των διαφορών, αλλά και την ενίσχυση των δεσμών  των μαθητών αυτών με τους μαθητές  της χώρας εγκατάστασής τους (Αρτινοπούλου Β. 2001).

Μια επιτυχημένη πρόταση η οποία εφαρμόζεται με επιτυχία  σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες όπως για παράδειγμα στο Βέλγιο και στην Αυστρία είναι εκείνη της ύπαρξης διαμεσολαβητών, οι οποίοι μπορεί να είναι και κατάλληλα εκπαιδευμένοι μαθητές που θα αναλαμβάνουν την εξομάλυνση των εντάσεων στα σχολεία. Σε αυτή την κατεύθυνση της εξομάλυνσης και πρόληψης του σχολικού εκφοβισμού μπορεί επιπλέον να προσληφθούν στα σχολεία επαγγελματίες της ψυχικής υγείας που θα στελεχώσουν ειδικά κέντρα μέσα στα πλαίσια του σχολείου, όπου θα είναι δυνατόν να παρέχονται ψυχολογική υποστήριξη στα θύματα και η απαραίτητη συμβουλευτική στους εμπλεκόμενους σε φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού (Αρτινοπούλου Β., 2001).

 

6.3.  ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ  αντιμετώπισης  του BULLYING

6.3.1 Ο ΘΥΤΗΣ

            Η αντιμετώπιση του θύτη είναι ένα ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, καθώς η βία που προκαλεί αποτελεί μια μόνιμη απειλή και παράγοντα υποβάθμισης του σχολικού περιβάλλοντος και των απαραίτητων συνθηκών για την αποτελεσματικότερη εκπαίδευση των μαθητών. Διεθνώς το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με τρείς κυρίως προσεγγίσεις. Την  ηθικοδιδακτική (moralistic), τη νομική (legalistic) και την  ανθρωπιστική  (humanistic) προσέγγιση (Rigby K. 1996).

            Η πρώτη επιχειρεί να τονίσει και να κάνει κατανοητές στον θύτη τις αξίες του σχολείου ασκώντας κατά κάποιο τρόπο μια μορφή ηθικής πίεσης, η αποτελεσματικότητα της οποίας εξαρτάται από το καταξιωμένο ηθικό κύρος του σχολείου και την επιδεκτικότητα του θύτη σε τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Η δεύτερη εστιάζεται κυρίως  στη χρήση κυρώσεων,  στις οποίες ο θύτης πιθανότατα να είναι εξοικειωμένος. Τέτοιες μορφές κυρώσεων που μπορούν να επιβληθούν ακόμα και σε συλλογικό επίπεδο από τους άλλους μαθητές συνήθως είναι αγγαρείες, στέρηση προνομίων, αποβολές κ.α. Η ανθρωπιστική προσέγγιση τέλος  βασίζεται στην ειλικρινή πρόθεση να γίνει κατανοητός ο άνθρωπος πίσω από το προσωπείο του θύτη, όχι ως το αντικείμενο μιας κατηγορίας παραβατικότητας. Ο ανθρωπιστικός τρόπος απαιτεί έναν γνήσιο δίαυλο επικοινωνίας με το θύτη ώστε να γίνει επεξεργασία των σκέψεων και των συναισθημάτων του και να του δοθεί η δυνατότητα, αν πραγματικά το θέλει, να αλλάξει την συμπεριφορά του (Rigby K. 1996).

 

6.3.2 το θύμα

Το θύμα του σχολικού εκφοβισμού μπορεί να αντιμετωπιστεί με δύο κυρίως τρόπους. Ο πρώτος συνιστά την ψυχολογική του υποστήριξη και ο δεύτερος την προσπάθεια μέσω κάποιου εξειδικευμένου προσώπου να αποκτήσει το θύμα κάποιες δεξιότητες που θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά, ώστε να μην καταστεί ξανά στόχος τέτοιου είδους συμπεριφορών.  Η ψυχολογική υποστήριξη απαιτεί φυσικά την συμπαθητική ακρόαση των προβλημάτων του θύματος, ώστε να εκτονωθεί το άγχος της δύσκολης θέσης στην  οποία το παιδί περιήλθε. Ο τρόπος αυτός αντιμετώπισης των προβλημάτων του θύματος μπορεί κάλλιστα να γίνει τόσο από τους γονείς όσο και από τους εκπαιδευτικούς (Rigby K. 1996).

 Ο δεύτερος τρόπος μπορεί να πραγματοποιηθεί όχι απαραίτητα με την αναζήτηση εξατομικευμένης θεραπείας από επαγγελματία της ψυχικής υγείας ή οποία συνήθως είναι ακριβή αλλά με τη συμμετοχή του θύματος στις λιγότερο δαπανηρές ομάδες βοήθειας. Εκεί  θα του παρέχεται η δυνατότητα σε ένα πλαίσιο ασφαλείας να επεξεργαστεί και να τοποθετεί με υγιέστερο τρόπο απέναντι στο μέχρι τώρα επώδυνο βίωμα του δίπολου θύμα - θύτης  (Rigby K. 1996) .

            Στα πλαίσια μιας τέτοιας βοήθειας το θύμα θα πρέπει να εξασκηθεί σε διαφορετικούς και αποτελεσματικότερους  από ότι συνήθιζε τρόπους  συσχέτισης με τα άλλα παιδιά, να μάθει και να γίνει στην πράξη πιο διεκδικητικός. Επιπρόσθετα σημαντικό είναι να μάθει δεξιότητες ώστε να δημιουργεί και να συντηρεί φιλικούς δεσμούς και τέλος να ενισχύσει  την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, η οποία είναι στην ουσία το πραγματικό θύμα του σχολικού εκφοβισμού (Rigby K. 1996).

 

6.3.3. ΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ

            Ο εκπαιδευτικός αναμφίβολα προσλαμβάνεται από τους μαθητές ως ένα πρόσωπο εξουσίας στην τάξη. Το γεγονός αυτό του προσδίδει σημαντικές δυνατότητες να παρέμβει και να περιορίσει κατά το δυνατόν τις εκδηλώσεις του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού. Για να συμβεί όμως αυτό είναι αναγκαία η κατάλληλη ενημέρωσή του σχετικά με τα χαρακτηριστικά του φαινομένου και του τρόπου που εκδηλώνεται, ώστε να δημιουργεί συνθήκες αποτροπής ή έγκαιρης παρέμβασης με στόχο να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού.

            Εάν και θα ήταν ευκταίο όλοι οι εκπαιδευτικοί να αναλάμβαναν εξίσου τις ευθύνες για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού, στην πράξη ίσως είναι πιο αποτελεσματικό να υπάρχει σε κάθε σχολείο κάποιος υπεύθυνος εκπαιδευτικός. Με αυτόν τον τρόπο ο εκπαιδευτικός αυτός έχοντας τις γνώσεις και την σφαιρική εικόνα του τι συμβαίνει στο σχολείο θα μπορεί να συντονίσει την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του φαινομένου  (Β. Πρεκατέ 2008.)

            Η αυξημένη επιτήρηση εκ μέρους των εκπαιδευτικών σε χώρους ή δραστηριότητες όπως η αυλή, τα γυμναστήρια και εκτός σχολείου κατά τη διάρκεια εκδρομών θεωρείται ανασταλτικός παράγοντας κατά των  φαινόμενων του σχολικού εκφοβισμού. Επίσης σημαντική θεωρείται η  ύπαρξη διαύλων επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων ώστε να προληφθούν ή να αντιμετωπιστούν άμεσα τα συγκεκριμένα φαινόμενα (Β. Πρεκατέ 2008).

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αρτινοπούλου Β. Βία στο Σχολείο . Έρευνες και Πολιτικές στην Ευρώπη εκδόσεις Μεταίχμιο Αθήνα , 2001

Πολίτης Φ. Οι «ανδρικές ταυτότητες» στο σχολείο εκδόσεις Επίκεντρο  Θεσσαλονίκη 2006

Β. Πρεκατέ Η κακοποίηση του παιδιού στο σχολείο & στην οικογένεια 2008.

Rigby K. Bulling in schools Jessica Kingsley Publishers London & Philadelphia 1996.

School bulling edited by Smith P. & Sharp S published by Routledge  London 1994

 Smith P.K., Y. Morita, J. Junger-Tas, D. Olweus, R. Catalano,  P. Slee: The nature of school bulling edit. Routledge London & N. York 1999

Peer Harassment in School J. Juvonen, S Graham edit. The Guilford Press N. York, London 2001

 

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

 

Καρανάτση, Ε. & Μπουλούτζα, Π. Βίαιη συμπεριφορά εξ απαλών ονύχων. Καθημερινή ((16-06-2006)

Mason, K. Cyberbullying: A Preliminary Assessment for School Personnel. Psychology in the Schools, 2008

 

ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ

Κουράκης, Ν. (Ιούνιος 2009). Μορφές σχολικής βίας και δυνατότητες αντιμετώπισής της. Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών τεύχος η.11

www.theartofcrime.gr/?pgtp=1&aid=1247152434

Παπάνης, Ε. (2008). Σχολική βία: Φαινόμενο της εποχής.

www.iatronet.gr/article.asp?art_id=6022

Φυλακτού, Κ. (2005). «Το σπίτι των παιδιών», Εκπαιδευτικό υλικό προγράμματος αντιμετώπισης της παιδικής επιθετικότητας για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

www.pyxida.org.gr/files/Tospititonpaidion.doc

 

 

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: line

                

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: linep5

 

© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved

 

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: vipapharm

 

Περιγραφή: Περιγραφή: Περιγραφή: linep5