ISSN : 2241-4665
ISSN : 2241-4665
Ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα 19
Νοεμβρίου 2020
Η αδελφική θαλπωρή παιδιών Δημοτικού
Σχολείου αναφορικά με το φύλο
Δρ. Χάλιος Ηλίας
The fraternal warmth of primary school children
regarding gender
Dr.
Chalios I.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Περίληψη……………………………………………………………………………..3
Abstract……………………………………………………………………………....4
1.Εισαγωγή…………………………………………………………………………. 5
2. Μέθοδος………………………………………………………………………….. 8
2.1.Συμμετέχοντες-Δείγμα……………………………………………………………….
8
2.2. Εργαλεία μέτρησης………………………………………………………………….8
2.3.
Διαδικασίες……………………………………………………………………. 9
3.
Αποτελέσματα…………………………………………………………………... 9
4. Συμπεράσματα- Προτάσεις για μελλοντικές
έρευνες…………………………………12
5.Βιβλιογραφικές παραπομπές …………………………………………………………..14
Περίληψη
Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνήσει
τη θαλπωρή ανάμεσα στα αδέλφια αναφορικά με το φύλο των παιδιών Δημοτικού
Σχολείου, σύμφωνα με την οπτική παιδιών και γονέων.
Στην έρευνα έλαβαν μέρος 125 παιδιά και 125
γονείς (πατέρας ή μητέρα) από ακέραιες
οικογένειες ελληνικής καταγωγής με
2 παιδιά (το 1 τουλάχιστον φοιτούσε στην Δ΄ τάξη του
δημόσιου Δημοτικού Σχολείου). Η επιλογή του δείγματος διεξήχθη μέσω «χιονοστιβάδας». Σχετικά
με τα συμμετέχοντα αδέλφια 58 (46%) ήταν αγόρια. Επίσης, συμμετείχαν 30
πατέρες και 95 μητέρες. Η ηλικία των
γονέων κυμαινόταν από 33 έως 38 (MAge=
35,4 έτη).
Χρησιμοποιήθηκε το
ερωτηματολόγιο αδελφικής σχέσης (SRQ, Furman
& Buhrmester, 1985). Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων, χρησιμοποιήθηκε το
λογισμικό πακέτο Statistical Package for Social Sciences 21 (SPSS 21). Στη
συνέχεια διενεργήθηκε περιγραφική στατιστική, συνδυάζοντας δείκτες κεντρικής
τάσης και διασποράς. Σχετικά με την επαγωγική στατιστική, για τη διερεύνηση της
στατιστικώς σημαντικής διαφοράς μεταξύ δυο ανεξάρτητων ομάδων του δείγματος ως
προς τη διατακτική μεταβλητή,
διενεργήθηκε ο μη παραμετρικός έλεγχος Mann-Whitney U (Mann & Whitney,
1947) (δεδομένου ότι βρέθηκε στατιστικώς σημαντική απόκλιση από την
κανονικότητα). Επίπεδο στατιστικής
σημαντικότητας: P<0,05.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα
της ανάλυσης, καταγράφηκε μόνο μια στατιστικά σημαντική διαφορά: οι γονείς, με
παιδιά ίδιου φύλου, παρουσίασαν
στατιστικώς σημαντικά υψηλότερες τιμές στην αντίληψη ως προς τη θαλπωρή, σε σύγκριση με τους γονείς με
παιδιά διαφορετικού φύλου. Παρατηρείται ότι όταν τα αδέλφια είναι ίδιου φύλου,
οι γονείς αντιλαμβάνονται πως τα παιδιά τους έχουν πιο στενή σχέση μεταξύ τους.
Ωστόσο, δεν καταγράφηκαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές στην αντίληψη
μεταξύ γονέων και παιδιών ως προς τον συνδυασμό
φύλου των παιδιών.
Abstract
The aim of the
present study was to investigate the sibling warmth regarding the gender of
Primary School children, as perceived by children and their parents.
The research
involved 125 children and 125 parents (father or mother) from entire families
of Greek origin with 2 children (at least 1 was in the 4th grade of the public
Primary School). The selection of the sample was carried out through an
"avalanche". Regarding the participating siblings, 58 (46%) were
boys. Also, 30 fathers and 95 mothers participated. The age of the parents
ranged from 33 to 38 (MAge=
35,4 years).
The
sibling relationship questionnaire was used (SRQ, Furman & Buhrmester,
1985). Statistical Package for Social Sciences 21 (SPSS 21) software was used
for statistical data processing. Descriptive statistics were then performed,
combining central tendency and dispersion indices. Regarding inductive
statistics, to investigate the statistically significant difference between two
independent groups of the sample in terms of the operative variable, the
non-parametric Mann-Whitney U test was performed (Mann & Whitney, 1947)
(since a statistically significant deviation from the regularity). Level of
statistical significance: P <0.05.
According to the
results of the analysis, only a statistically significant difference was
recorded: parents with children of the same sex showed statistically
significantly higher values in the perception
of warmth, compared to parents with children of the opposite sex. It is
observed that when siblings are of the same sex, parents realize that their
children have a closer relationship with each other. However, no statistically
significant differences were observed in the perception between parents and
children regarding the gender combination of children.
1.Εισαγωγή
1.1. Θαλπωρή ανάμεσα
στα αδέλφια
Τα θετικά
συναισθήματα και η αίσθηση θαλπωρής ενισχύουν τους συναισθηματικούς δεσμούς των
αδελφών. Μάλιστα, η σχέση με ένα αδελφάκι μπορεί να θεωρηθεί ως μια σχέση προσκόλλησης, η οποία επηρεάζει
ανάλογα την αδελφική σχέση αλλά και την προσωπικότητα των παιδιών (Ainsworth,
1989). Όταν ανάμεσα στα αδέλφια υφίσταται ασφαλής προσκόλληση, τα παιδιά
διαμορφώνουν μια θετική εικόνα του εαυτού τους και έχουν επαρκή ψυχολογική
προσαρμογή στη μετέπειτα ζωή τους. Προκειμένου να διατηρηθεί η θαλπωρή στην
αδελφική σχέση με την πάροδο του χρόνου, θα πρέπει το κάθε μέλος (αυτής της
σχέσης) να βρει τη δική του θέση σ’ αυτό το πλαίσιο, κάτι που μπορεί να
επιτευχθεί μέσα από τη διαδικασία της διαφοροποίησης αυξάνοντας τις διαφορές
και μειώνοντας τις ομοιότητες από τα αδέλφια
(Vivona, 2007).
Στην
καθημερινότητα, το θετικό κλίμα στην αδελφική σχέση λειτουργεί ευεργετικά. Τα σχετικά ευρήματα δείχνουν ότι
τα αδέλφια που αισθάνονται θαλπωρή και υποστήριξη μεταξύ τους μπορούν να
λειτουργούν καλύτερα, με λιγότερα συναισθηματικά προβλήματα και χωρίς αίσθηση
μοναξιάς (Kennedy & Kramer, 2008). Η ύπαρξη ζεστού και υποστηρικτικού
κλίματος διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στην ενδυνάμωση της
αυτοεκτίμησης (Milevsky & Levitt,
2005). Επίσης, τα αδέλφια που βιώνουν υποστηρικτική σχέση αναφέρουν λιγότερες
δυσκολίες σε στρεσογόνα γεγονότα, από ό, τι τα παιδιά χωρίς υποστηρικτική
διάθεση (Gass, Jenkins, & Dunn,2007). Παράλληλα, η συναισθηματική στήριξη,
καθώς ενεργεί ως προστατευτικός παράγοντας, αποτρέπει την εμφάνιση
εξωτερικευμένων προβλημάτων των παιδιών (Noller, 2005).
Η
αίσθηση θαλπωρής έχει αντίκτυπο και σε καταστάσεις εκτός οικογένειας. Η εγγύτητα ανάμεσα στα αδέλφια μπορεί να
συμβάλλει στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων, που απαιτούνται για την εποικοδομητική
αλληλεπίδραση με τους συνομηλίκους και
συνδέεται με περισσότερες προ-κοινωνικές συμπεριφορές, καθώς και λιγότερα προβλήματα
συμπεριφοράς προς τους άλλους (Pike, Coldwell, & Dunn, 2005). Αυτή η επίδραση της αδελφικής θαλπωρής έχει
μεγάλη χρονική διάρκεια. Τα παιδιά που βιώνουν
αδελφική στοργή, τείνουν να έχουν υψηλότερη αυτοεκτίμηση και δημιουργούν θετικές φιλικές σχέσεις που
διατηρούνται στον χρόνο (Padilla-Walker et
al., 2010).
Επιπλέον,
η αδελφική θαλπωρή, που υφίσταται κατά την παιδική ηλικία, δύναται να
λειτουργεί ως προβλεπτικός παράγοντας για την παρουσία θετικού κλίματος στην
εφηβεία (Dunn, 2007). Αυτή η θετική κατάσταση εκδηλώνεται ως
συμπεριφορά συναισθηματικής στήριξης και συσχετίζεται θετικά με τη συχνότητα επαφής των αδελφών (Voorpostel & van der Lippe,
2007).
1.2. Φύλο και αδελφική
θαλπωρή
Εστιάζοντας
στον παράγοντα του φύλου των αδελφών, φαίνεται ότι πράγματι το φύλο
διαφοροποιεί την ποιότητα των αδελφικών σχέσεων. Η έρευνα έχει δείξει ότι η επίδραση αυτή
υφίσταται κατά τη διάρκεια της εφηβικής ηλικίας
(Eriksen & Jensen, 2006), αλλά κυρίως στην ενήλικη ζωή (Spitze & Trent, 2006· Voorpostel, Van der Lippe, & Flap, 2012).
Τα
ενήλικα αδέλφια ίδιου φύλου έχουν τη τάση να εμφανίζουν μεγαλύτερη εγγύτητα και συναισθηματική στήριξη, από ό,τι
τα αδέλφια αντίθετου φύλου, αλλά και μεγαλύτερη συχνότητα επαφής και
επικοινωνίας, υπερισχύοντας οι δυάδες γυναικών (Spitze & Trent,
2006· Tafoya & Hamilton, 2012·Voorpostel, Van der Lippe, & Flap,
2012). Οι γυναίκες εμβαθύνουν συναισθηματικά
περισσότερο στις αδελφικές τους σχέσεις και αισθάνονται ότι προσφέρουν
περισσότερη συναισθηματική στήριξη η μία στην άλλη, απ’ ότι συμβαίνει στις
άλλες αδελφικές δυάδες (Nandwanna & Katoch, 2009·Spitze & Trent, 2006· Voorpostel et al., 2012). Στην αδελφική σχέση μεταξύ γυναικών η
τηλεφωνική επικοινωνία και ανταλλαγή συμβουλών γίνεται πιο συχνά, σε σύγκριση
με άλλα ζεύγη αδελφών. Ωστόσο, το φύλο δεν επηρεάζει τη συχνότητα των
επισκέψεων στα αδέλφια παρότι επηρεάζει τη συχνότητα της επικοινωνίας (Spitze & Trent, 2006). Επίσης,
όταν τα άτομα αναφέρονται σε μια αδελφή έχουν τη τάση να περιγράφουν
την αδελφική σχέση ως πιο στενή και ζεστή, απ’ ό,τι συμβαίνει όταν αναφέρονται σε αδελφούς (Pollet & Nettle, 2009). Όσον αφορά τους λόγους, για τους
οποίους τα αδέλφια επικοινωνούν μεταξύ τους, φαίνεται ότι οι γυναίκες
επιδιώκουν την επικοινωνία
προκειμένου να διατηρήσουν ακμαία
τη σχέση τους και να εκφράσουν θαλπωρή, κάτι που ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό
συγκριτικά με τους άνδρες (Rocca &
Martin, 2010).
Κατά την περίοδο της
σχολικής ηλικίας, τα αδέλφια περνούν πολύ χρόνο μεταξύ τους και μάλιστα
περισσότερο, απ’ ό,τι περνούν με τους γονείς (Whiteman, Bernard, & Jensen, 2011). Αυτή η κατάσταση μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη των
παιδιών, καθώς έχει βρεθεί ότι τα επτάχρονα παιδιά διαθέτουν αρκετή ικανότητα
κατανόησης, ώστε να
αντιληφθούν τόσο τα
δικά τους συναισθήματα όσο και τα
συναισθήματα των αδελφών τους (Zahn-Waxler, Radke-Yarrow, & King,
1979). Εστιάζοντας στον παράγοντα του φύλου, τα
ευρήματα δείχνουν ότι η θετικότερη αδελφική
σχέση ανάμεσα στα αγόρια μπορεί
να προβλέψει την εμφάνιση
λιγότερων συναισθηματικών
προβλημάτων στα παιδιά. Ωστόσο, όσο
πιο συγκρουσιακή είναι
η σχέση των αδελφών (αγόρια), τόσο περισσότερες συναισθηματικές
δυσκολίες προβλέπονται. Επίσης, τα αγόρια, που βιώνουν προβληματική αδελφική
σχέση, παρουσιάζουν λιγότερες κοινωνικές δεξιότητες κατά
την είσοδό τους
στο σχολείο (Morgan, Shaw, & Morgan, 2012).
Ωστόσο, η θαλπωρή ανάμεσα στα αδέλφια αναφορικά με το φύλο
δεν έχει μελετηθεί επαρκώς στον ελληνικό πληθυσμό. Η παρούσα μελέτη, φιλοδοξεί
να καλύψει αυτό το κενό. Ως εκ τούτου,
στόχος της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσει την αδελφική θαλπωρή αναφορικά με το φύλο των παιδιών Δημοτικού Σχολείου,
όπως την αντιλαμβάνονται τα παιδιά και οι γονείς τους. Συγκεκριμένα, η μελέτη
διερεύνησε το ερώτημα:
Κατά πόσο επηρεάζεται η αντίληψη γονέων και παιδιών ως προς την
αδελφική θαλπωρή, σε συνάρτηση με το φύλο των παιδιών;
Στο πλαίσιο αυτό, η ερευνητική μας υπόθεση διατυπώνεται ως εξής:
Υπάρχει διαφοροποίηση στην αντίληψη της αδελφικής θαλπωρής βάσει του συνδυασμού
φύλου των παιδιών.
2. Μέθοδος
2.1. Συμμετέχοντες- Δείγμα
Στην παρούσα έρευνα έλαβαν μέρος 125 παιδιά και 125
γονείς από ακέραιες οικογένειες
ελληνικής καταγωγής με 2 παιδιά (το ένα τουλάχιστον φοιτούσε στην Δ΄
τάξη του δημόσιου Δημοτικού Σχολείου). Η επιλογή του δείγματος διεξήχθη μέσω «χιονοστιβάδας».
Όσον αφορά τα συμμετέχοντα αδέλφια 58 (46%) ήταν αγόρια. Επίσης, συμμετείχαν
30 πατέρες και 95 μητέρες. Η ηλικία των
γονέων κυμαινόταν από 33 έως 38 (MAge=
35,4 έτη).
2.2. Εργαλεία μέτρησης
2.2.1. Ερωτηματολόγιο αδελφικής σχέσης
Το
ερωτηματολόγιο αδελφικής σχέσης (SRQ: Furman & Buhrmester, 1985)
χρησιμοποιήθηκε για τη μέτρηση της σχέσης ανάμεσα στα αδέλφια. Το SRQ είναι ένα
ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς, το οποίο μετρά την αντιληπτή ποιότητα της
αδελφικής σχέσης σε κλίμακα 5 σημείων που κυμαίνεται από 1 "Καθόλου"
έως 5 “Πάρα πολύ”. Το εν λόγω ερωτηματολόγιο έχει σταθμιστεί και προσαρμοστεί στoν ελληνικό πληθυσμό και γλώσσα (Αδάμης,
Τσαμπαρλή, & Ταλάντη, 2015). Παρέχει ένα συνολικό σκορ που αποτελείται από
το άθροισμα των βαθμολογιών σε κάθε θέμα της κλίμακας. Το SRQ περιλαμβάνει υποκλίμακες,
οι οποίες αξιολογούν την ποιότητα της αδελφικής σχέσης. Στο πλαίσιο της
παρούσας έρευνας, η αδελφική θαλπωρή ορίζεται
βάσει της σύνθεσης των ερωτήσεων αναφορικά με την: οικειότητα, στοργικότητα, ομοιότητα, θαυμασμό
του/της αδελφού/ής, θαυμασμό από τον/την αδελφό/ή, κοινωνική συμπεριφορά.
2.2.2. Ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων
Δημιουργήθηκε
ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων, που αφορούν: ηλικία γονέων και παιδιών, καθώς και φύλο των
παιδιών.
2.2.3.
Διαδικασίες
Η συλλογή των ερωτηματολογίων πραγματοποιήθηκε μέσω μιας επίσκεψης του ερευνητή σε δημόσια
σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, κατόπιν επικοινωνίας με τους διευθυντές των
σχολικών μονάδων. Όλοι οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν ότι η συμπλήρωση των
στοιχείων είναι ανώνυμη. Για τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων ζητήθηκε από τα
παιδιά (αγόρια και κορίτσια Δ΄ τάξης) να
απαντήσουν σε όλα τα ερωτήματα με βάση τη δική τους αντίληψη. Για να
ολοκληρωθούν τα ερωτηματολόγια χρειάστηκαν 12 λεπτά. Οι γονείς (ο πατέρας ή η μητέρα) συμπλήρωσαν τα ίδια
ερωτηματολόγια αντιστοίχως, που έλαβε χώρα σε ενημερωτική συνάντηση.
Χρειάστηκαν 10 λεπτά για τη σχετική συμπλήρωση.
3.Αποτελέσματα
Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων,
χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό πακέτο Statistical Package for Social Sciences 21
(SPSS 21). Αρχικά διερευνήθηκε η ύπαρξη ελλειπουσών τιμών. Δεν παρατηρήθηκαν
τέτοιες τιμές. Επιπροσθέτως, διερευνήθηκε η στατιστικά σημαντική απόκλιση από
την κανονικότητα των συνεχών μεταβλητών βάσει οπτικού ελέγχου των γραφημάτων
(P-P), καθώς και των ελέγχων Kolomogorov-Smirnov και Shapiro-Wilk. Βρέθηκε στατιστικά
σημαντική απόκλιση από την κανονικότητα. Οι επιλεχθείσες αναλύσεις ήταν μη
παραμετρικές.
Στη συνέχεια διενεργήθηκε περιγραφική
στατιστική, συνδυάζοντας δείκτες κεντρικής τάσης και διασποράς. Σχετικά με την
επαγωγική στατιστική, για τη διερεύνηση της στατιστικώς σημαντικής διαφοράς
μεταξύ δυο ανεξάρτητων ομάδων του δείγματος, διενεργήθηκε μη παραμετρικός έλεγχος (δεδομένου ότι βρέθηκε
στατιστικώς σημαντική απόκλιση από την κανονικότητα). Επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας: P<0,05.
Αναφορικά
με την αδελφική θαλπωρή και τον συνδυασμό φύλου των παιδιών, χρησιμοποιήθηκε η
δοκιμασία δυο ανεξάρτητων ομάδων
Mann-Whitney U (Mann & Whitney, 1947) (Πίνακας 1). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης, καταγράφηκε
μόνο μια στατιστικά σημαντική διαφορά: οι γονείς, με παιδιά ίδιου φύλου, παρουσίασαν στατιστικώς
σημαντικά υψηλότερες τιμές στην αντίληψη ως προς τη θαλπωρή, σε σύγκριση με τους γονείς με παιδιά διαφορετικού φύλου.
Παρατηρείται ότι όταν τα αδέλφια είναι ίδιου φύλου, οι γονείς αντιλαμβάνονται
πως τα παιδιά τους έχουν πιο στενή σχέση μεταξύ τους. Ωστόσο, δεν καταγράφηκαν
στατιστικώς σημαντικές διαφορές στην αντίληψη μεταξύ γονέων και παιδιών ως προς τον συνδυασμό
φύλου των παιδιών.
Πίνακας 1. Αδελφική θαλπωρή και φύλο των παιδιών
|
Ίδιο φύλο |
Διαφορετικό |
|
||
|
Md n |
M |
Mdn |
Μ Pα |
|
Γονείς |
|
|
|
|
|
Αδελφική θαλπωρή |
3,5 |
3,6 |
3,3
|
3,5 |
0,013 |
Παιδιά |
|
|
|
|
|
Αδελφική θαλπωρή |
3,5 |
3,7 |
3,4 |
3,5
|
0,098 |
Βαθμός συμφωνίας (Γονείς- Παιδιά) |
|
|
|
|
|
Αδελφική θαλπωρή |
0,0 |
0,0 |
-0,1 |
0,0 |
0,453 |
α: Μη
παραμετρική δοκιμασία ανεξαρτήτων δειγμάτων Mann-Whitney U |
4.
Συμπεράσματα και προτάσεις για
μελλοντική έρευνα
Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να
διερευνήσει την αδελφική θαλπωρή
αναφορικά με το φύλο των παιδιών
Δημοτικού Σχολείου, όπως την αντιλαμβάνονται γονείς και παιδιά.
Η συγκεκριμένη έρευνα επικεντρώθηκε στην οικογένεια
τεσσάρων μελών (δύο γονείς και δύο παιδιά), καθώς αυτή η οικογενειακή σύνθεση
είναι η πιο κοινή μορφή οικογένειας στην Ελλάδα (Κογκίδου, 2004).
Από
τα ευρήματα της παρούσας μελέτης
προκύπτει ότι οι γονείς με παιδιά ίδιου φύλου
αντιλαμβάνονται σε υψηλότερο βαθμό την αδελφική θαλπωρή, συγκριτικά με τους γονείς με παιδιά διαφορετικού φύλου. Τα αδέλφια ίδιου φύλου έχουν παρόμοια ενδιαφέροντα και
πιθανώς αλληλεπιδρούν περισσότερο. Επίσης, λόγω του ότι είναι στο ίδιο φύλο πυροδοτούνται ταυτίσεις που τους φέρνουν
κοντά. Προφανώς τα στοιχεία αυτά ισχύουν σε αυξημένο βαθμό στα αδέλφια ίδιου
φύλου, δίνοντας την εντύπωση ότι αυτά τα παιδιά
βιώνουν πιο στενή και ζεστή
αδελφική σχέση. Ως εκ τούτου, οι γονείς των εν λόγω αδελφών
αντιλαμβάνονται περισσότερο ότι
υφίσταται θαλπωρή στην αδελφική
σχέση, απ’ ό,τι οι γονείς με παιδιά διαφορετικού φύλου. Το δεδομένο ότι
υφίσταται αυξημένη θαλπωρή ανάμεσα στα αδέλφια ίδιου φύλου έχει καταγραφεί και
από άλλες έρευνες (Tafoya & Hamilton, 2012·Voorpostel, Van Der Lippe, & Flap, 2012).
Συνεπώς, επιβεβαιώνεται η
υπόθεσή μας, ότι υφίσταται διαφοροποίηση στην αντίληψη της αδελφικής
θαλπωρής βάσει του συνδυασμού φύλου των
παιδιών.
Παρά ταύτα, είναι σημαντικό
να εξεταστεί σε μελλοντικές μελέτες κατά πόσο διαφοροποιείται η αντιλαμβανόμενη
αδελφική θαλπωρή σε συνάρτηση με τον συνδυασμό φύλου σε οικογένειες με τέσσερα
παιδιά (δεδομένου ότι η παρούσα έρευνα μελέτησε αποκλειστικά οικογένειες με δυο
παιδιά).
Ένας κύριος περιορισμός της
παρούσας έρευνας είναι η διαδικασία «χιονοστιβάδας», μέσω της οποίας ελήφθη το
δείγμα. Καθώς η δειγματοληψία μας δεν είναι τυχαία, επηρεάζεται η εξωτερική
εγκυρότητα των αποτελεσμάτων μας (Ιωσηφίδης, 2008). Επίσης, δεδομένου ότι η
παρούσα μελέτη βασίστηκε σε ερωτηματολόγια και ποσοτικές αναλύσεις, σημειώνεται
ότι μια ποιοτική προσέγγιση με διεξοδικές συνεντεύξεις θα βοηθούσε στην
απόκτηση βαθύτερης κατανόησης σχετικά με το εν λόγω φαινόμενο.
Η διερεύνηση του θέματος της
παρούσας μελέτης είναι σημαντική, καθώς συμβάλλει στην αποκάλυψη ότι στην
ελληνική οικογένεια η οπτική των γονέων με παιδιά ίδιου φύλου διαφέρει από την
αντίληψη των γονέων που έχουν παιδιά διαφορετικού φύλου, τουλάχιστον ως προς την
αδελφική θαλπωρή. Μάλιστα, οι γονείς με παιδιά διαφορετικού φύλου, καθώς
συνειδητοποιούν ότι υφίσταται μια τέτοια κατάσταση, μπορούν να συμβάλλουν εποικοδομητικά
ούτως ώστε να αυξηθεί η εγγύτητα στην
αδελφική σχέση και κατ’ επέκταση αυτό το θετικό κλίμα να μεταφερθεί και σε
πλαίσια εκτός οικογένειας, όπως το σχολείο (Kothari, 2011·Natsuaki, Ge, Reiss,& Neiderhiser, 2009).
5. Βιβλιογραφικές παραπομπές
Ελληνόγλωσσες
Αδάμης, Δ.,
Τσαμπαρλή, Α., & Ταλάντη, Κ. (2015). Ψυχομετρική ανάλυση της ελληνικής
έκδοσης του ερωτηματολογίου αδελφικής σχέσης (SRQ).Ψυχολογία, 22(1),1-13.
Ιωσηφίδης,
Τ.(2008). Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στις
κοινωνικές επιστήμες. Αθήνα:Κριτική
Κογκίδου, Δ. (2004). Δημογραφικές Εξελίξεις και Μεταβολές της
Οικογενειακής Οργάνωσης στην Ελλάδα. Στο Θ. Καράβατος (Επιμ.), Εντός και
Εκτός και επί της Ψυχιατρικής (σσ.
47 -77). Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Ξενόγλωσσες
Ainsworth, M. D. S. (1989). Attachment beyond
infancy. American Psychologist, 44,
709–716.
Dunn, J. (2007). Siblings
and socialization. In J. E. Grusec & P. D. Hastings (Eds.), Handbook of
socialization: Theory and research (pp. 309-327). New York, NY: Guilford.
Eriksen,
S. & Jensen, V. (2006). All
in the Family? Family Environment Factors in Sibling Violence. J. Fam, 21, 497–507.
Furman, W. & Buhrmester, D. (1985). Children’s
perceptions of the qualities of their sibling relationships. Child
Development, 56, 448-461.
Gass, K., Jenkins, J.,
& Dunn, J. (2007). Are sibling relationships protective? A longitudinal
study. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 48(2), 167 - 175.
Iosifidis, T. (2008). Qualitative research methods in social sciences. Athens: Kritiki.
Kennedy, D. E., & Kramer, L. (2008). Improving
emotion regulation and sibling relationship quality: The More Fun With Sisters
and Brothers Program. Family Relations,
57, 567–578, http://dx.doi.org/10.1111/j.1741-3729.2008.00523.x.
Kothari,Β. (2011).
Parental Differential Treatment
(PDT) of Siblings: Examining the Impact and
Malleability of Differential Warmth and Hostility on Children’s
Adjustment. A dissertation submitted in partial fulfillment of the requirements for the degree of Doctor of Philosophy in Social Work
and Social Research.
Portland State University.
Mann, H., & Whitney, D.(1947). On a Test
of Whether one of Two Random Variable is
Stochastically Larger than the Other. Annals
of Mathematical Statistics, 18(1), 50-60.
Milevsky, A., & Levitt, M. J. (2005). Sibling
support in early adolescence: Buffering andcompensation across relationships. European
Journal of Developmental Psychology,2(3), 299 - 320.
Morgan, J. K., Shaw, D. S., & Olino, T. M.
(2012). Differential susceptibility effects: The interaction of negative
emotionality and sibling relationship quality on childhood internalizing
problems and social skills. Journal of
abnormal child psychology, 40(6), 885-899.
Nandwanna, S.,
& Katoch, M. (2009). Perception of sibling relationship during middle
adulthood years: A typology. Journal of Social Science, 21(1), 67 - 72.
Natsuaki, Μ. Ν.,
Ge, X., Reiss, D.,& Neiderhiser, J.M.( 2009). Aggressive
behavior between siblings and development of
externalizing problems: Evidence from a genetically sensitive study. Developmental Psychology, Vol 45(4), 1009-1018.
Noller, P. (2005). Sibling relationships in
adolescence: Learning and growing together. Personal
Relationships, 12, 1–22.
Padilla- Walker,
L. M., Harper, J.M. & Jensen, A.C. (2010). Self-regulation as
a mediator between
sibling relationship quality and
adolescents’ positive and
negative outcomes. Journal
of Family Psychology, Vol 24(4), 419-428.
Pike, A., Coldwell, J., & Dunn, J. F. (2005).
Sibling relationships in early/middle childhood: links with individual
adjustment. Journal of Family Psychology,
19, 523–532.
Pollet, T. V. &
Nettle, D. (2009). Birth order and family relationships in adult life:
Firstborns report better sibling relationships than laterborns. Journal of
Social and Personal Relationships, 26, 1029–1046.
Rocca, K. A., Martin, M.
M. & Dunleavy, K. N. (2010). Siblings’ motives for talking to each other. The
Journal of Psychology: Interdisciplinary and Applied, 144(2), 205 -219.
Spitze, G., & Trent,
K. (2006). Gender differences in adult sibling relations in two – child
families. Journal of Marriage and Family, 68, 977 - 992.
Tafoya, M. A., &
Hamilton, M. A. (2012). Relational dynamics and the expression of aggression
and comforting between siblings. Journal of Language and Social Psychology,
31(1), 49 - 74.
Vivona, J. M. (2007). Sibling differentiation,
identity development, and lateral dimension of psychic life. Journal of the
American Psychoanalytic Association, 55, 1191 - 1215.
Voorpostel, M., & Van Der Lippe, T. (2007). Support between siblings and between friends: Two
worlds apart? Journal of Marriage & Family, 69, 1271 - 1282.
Voorpostel, M., Van Der Lippe, T., & Flap, H. (2012). For better of worse: Negative life events and
sibling relationships. International Sociology, 27(3), 330 - 348.
Whiteman, S. D., Bernard, J. M. B., & Jensen,
A. C. (2011). Sibling influence in human development. In J. Caspi (Ed.), Sibling development: Implications for mental
health practitioners (pp.1–16). New York: Springer Publishing Company LLC.
Zahn-Waxler,C., Radke-Yarrow, M., & King,
R.A.(1979). Childrearing and
children’s prosocial initiations toward victims of distress. Child
Development, 50, 319-330.
Ονοματεπώνυμο: Χάλιος
Ηλίας
1.ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ
· Κτήση Διδακτορικού Διπλώματος (ΠΤΔΕ, Παν. Αιγαίου)
· Κτήση Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στο Πρόγραμμα «Σπουδές στην εκπαίδευση» (ΕΑΠ)
· Ολοκλήρωση Μετεκπαίδευσης στο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης «ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ» στην Εδική Αγωγή (ΑΠΘ).
· Κτήση Πτυχίου Ψυχολογίας (ΑΠΘ).
· Κτήση Πτυχίου Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ιωαννίνων
· Πιστοποιημένη γνώση Αγγλικής γλώσσας επιπέδου Γ1
2. ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑ
Εν ενεργεία μόνιμος εκπαιδευτικός στη Δημόσια Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση από το 1987. Τον Σεπτέμβριο 2000 πήρα οργανική θέση στην
Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση (Τμήμα Ένταξης). Από τον Μάρτιο 2012 υπηρετώ ως
Υπεύθυνος Αγωγής Υγείας της Δ/νσης Πρωτ. Εκπαίδευσης Δυτικής Θεσσαλονίκης.
© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved