ISSN : 2241-4665
ISSN : 2241-4665
Ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα 23 Μαΐου
2014
«Τα σχολεία
ως κοινωνικά συστήματα, η οργάνωση και η αποτελεσματική διαχείρισή τους»
Φλώρος Βασίλειος
Εκπαιδευτικός, Μεταπτυχιακός Φοιτητής
Abstract
Society
is a grouping that consists of smaller pieces called systems. These kinds of
systems are called open systems. School is also an open system that consists of
smaller systems, whose intentions toe to line with the school’s general aim
which toes to line with the society’s aim. Open social systems’ main parts are
their inputs, the environment (that constantly affects the system), the
transformation process, and their outputs that are the results of the input’s
transformation process in the society. Achillopouleios School in Cairo is a
school that includes the characteristics of an open social system. Εvery open system includes formal and
informal organization. Informal Organization corresponds to the regulations and
the structure of the system. Informal organization of the school is related to
the personality, the needs and the interests of every member of the system and
can greatly affect their performance. School’s environment is narrowly
connected to its function. Its changes impact on school and external dangers
for school´s function may occur from it. School´s leader can adopt
the Holistic Leadership model and adjust a different leadership style to the
every time different circumstances, in order to manage to face the arising
problems. Holistic model consists of five styles: a) educational style, b)
constructive style, c) participative style, d) entrepreneurial style and e)
staff development style. School’s leader, every time according to the
circumstances, judges which is the most suitable style and adopts it in order
to achieve the best result.
Περίληψη
Η κοινωνία είναι ένα σύνολο που απαρτίζεται από
μικρότερα σύνολα, τα συστήματα. Τα συστήματα αυτά ονομάζονται ανοιχτά. Το
σχολείο είναι κι αυτό ένα ανοιχτό σύστημα που με τη σειρά του αποτελείται από
μικρότερα συστήματα, των οποίων οι στόχοι ευθυγραμμίζονται με το γενικότερο
σκοπό του σχολείου που ευθυγραμμίζεται με το σκοπό της κοινωνίας. Τα κυριότερα
μέρη των ανοιχτών κοινωνικών συστημάτων είναι οι εισροές τους, το περιβάλλον
(που επηρεάζει διαρκώς το σύστημα), το μέρος όπου γίνονται οι διεργασίες των
εισροών και οι εκροές τους, που είναι τα αποτελέσματα της διεργασίας των
εισροών στην κοινωνία. Η Αχιλλοπούλειος Σχολή Καΐρου είναι ένα σχολείο που έχει
τα χαρακτηριστικά ενός ανοιχτού κοινωνικού συστήματος. Σε όλα τα ανοιχτά συστήματα
υπάρχει η τυπική και η άτυπη οργάνωση του συστήματος. Η τυπική οργάνωση
ανταποκρίνεται στους κανονισμούς και τη δομή του συστήματος και είναι η επίσημη
οργάνωση του σχολείου. Η άτυπη είναι η ανεπίσημη οργάνωση του σχολείου και έχει
να κάνει με την προσωπικότητα, τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του κάθε μέλους
του συστήματος και μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό τις επιδόσεις των
μελών του συστήματος. Το περιβάλλον του σχολείου είναι στενά συνδεδεμένο με τη
λειτουργία του. Οι αλλαγές του έχουν αντίκτυπο στο σχολείο και μπορεί να προκύψουν
από αυτό εξωτερικοί κίνδυνοι για την ομαλή λειτουργία του. Ο ηγέτης του
σχολείου, για να καταφέρει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν μπορεί
να υιοθετήσει το ολιστικό μοντέλο διοίκησης και να προσαρμόσει ένα διαφορετικό
στιλ ηγεσίας του μοντέλου αυτού στο κάθε φορά διαφορετικό συγκείμενο. Το
ολιστικό μοντέλο αποτελείται από πέντε στιλ: α) το παιδαγωγικό στιλ, β) το
εποικοδομητικό στιλ, γ) το συμμετοχικό στιλ, δ) το επιχειρηματικό στιλ και ε)
το στιλ ανάπτυξης προσωπικού. Ο ηγέτης του σχολείου κάθε φορά, ανάλογα με τις
περιστάσεις, κρίνει ποιο είναι το πιο κατάλληλο στιλ και το υιοθετεί για να
έχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
1.1 Εισαγωγή
Η συμπεριφορική προσέγγιση
βλέπει την κοινωνία ως ένα σύνολο, το οποίο αποτελείται από μικρότερα μέρη, τα
συστήματα. Τα συστήματα με τη σειρά τους αποτελούν το καθένα ένα σύνολο που
αποτελείται από μέρη, τα οποία επιτελούν το καθένα τη λειτουργία του κι
αλληλεπιδρούν, με στόχο να συνεισφέρουν στην εκπλήρωση της λειτουργίας και των
σκοπών του μεγαλύτερου συνόλου, δηλαδή του συστήματος, στο οποίο ανήκουν. Τα
μέρη αυτά, τα υποσυστήματα αλληλοσχετίζονται και αλληλοεπηρεάζονται. Θα ήταν
παράξενο αν τα υποσυστήματα ήταν απομονωμένα και δεν επηρέαζαν το ένα το άλλο (Barr & Dreeben, 2013). Η λειτουργία τους μπορεί να επηρεάσει τη
λειτουργία του συνόλου και αντίστροφα, μπορεί να επηρεαστεί από τη λειτουργία
του συνόλου.
Ένα σύστημα μπορεί να είναι μέλος ενός
μεγαλύτερου συστήματος και οι σκοποί του να συμβάλλουν στην επίτευξη των σκοπών
του μεγαλύτερου συστήματος. Τα συστήματα χωρίζονται σε κλειστά και σε ανοιχτά
συστήματα. Κλειστά ονομάζονται τα συστήματα που λειτουργούν ανεξάρτητα με το
περιβάλλον και δεν επηρεάζονται από αυτό. Τέτοια συστήματα δε συναντούμε στις
κοινωνικές επιστήμες. Τα βρίσκουμε στις φυσικές επιστήμες. Τα ανοικτά ή αλλιώς
κοινωνικά συστήματα είναι ο τύπος των συστημάτων που συναντάμε στις κοινωνικές
δομές. Το βασικό χαρακτηριστικό αυτών των συστημάτων- πέρα από το γεγονός ότι
αποτελούν ένα σύνολο, του οποίου τα μέρη συνεργάζονται για την άρτια λειτουργία
του, όπως σε μία μηχανή, όπου τα γρανάζια δουλεύουν όλα μαζί, για να
λειτουργήσει η μηχανή- είναι ότι επηρεάζονται άμεσα ή έμμεσα από το περιβάλλον
τους και μπορούν να επηρεάσουν κι αυτά το περιβάλλον τους.
Ο σκοπός της
εργασίας είναι να παρουσιάσει και να αναλύσει τα χαρακτηριστικά των κοινωνικών
συστημάτων, να περιγράψει την τυπική και άτυπη οργάνωσή τους και τον τρόπο που
αυτές συνυπάρχουν, να εξηγήσει ποια είναι τα χαρακτηριστικά της Αχιλλοπουλείου
Σχολής Καΐρου ως ανοιχτού συστήματος, να περιγράψει την τυπική κι άτυπη
οργάνωσή της, και να αναλύσει το ολιστικό μοντέλο διοίκησης που θα μπορούσε να
υιοθετηθεί από τη σχολική ηγεσία, καθώς και να εξετάσει το πώς τα διάφορα στυλ
ηγεσίας του θα μπορούσαν να καθοδηγήσουν τον ηγέτη του συστήματος να αντιμετωπίσει
τα καθημερινά προβλήματα του σχολείου.
1.2 Χαρακτηριστικά κοινωνικών συστημάτων
Τα ανοικτά συστήματα
περιλαμβάνουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά, κάποια μέρη από τα οποία
αποτελούνται. Χωρίς αυτά τα μέρη δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως συστήματα.
Πρώτα απ΄ όλα, για να
λειτουργήσει το σύστημα χρειάζεται εισροές. Οι εισροές αποτελούν την
κινητήριο δύναμη του συστήματος. Ό, τι εισέρχεται στο σύστημα για να το
ενισχύσει είναι εισροή. Η βασική λειτουργία του συστήματος είναι να
επεξεργάζεται μέσα από τις διεργασίες του και να μετασχηματίζει τις
εισροές που δέχεται, ώστε να παράγει και τις αντίστοιχες εκροές, δηλαδή τα
αποτελέσματα, τα οποία θα είναι χρήσιμα στη γενικότερη λειτουργία του
συστήματος της κοινωνίας.
Τα κοινωνικά συστήματα, επίσης,
όπως όλα τα συστήματα, διαθέτουν κάποια όρια που τα ξεχωρίζουν από το
περιβάλλον τους. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι αυτό τα εμποδίζει να δέχονται
εισροές και να επηρεάζονται από περιβάλλον. Το περιβάλλον είναι ένας
πολύ σημαντικός παράγοντας για τα κοινωνικά συστήματα, διότι μπορεί ανά πάσα
στιγμή να επιφέρει αλλαγές στην ισορροπία του. Τα συστήματα είναι
"αυτοαναγόμενα", ("autoreferentiels") εξαρτώνται από
το περιβάλλον και έρχονται σε επαφή με αυτό από τις γωνίες των ορίων τους
(Luhmann, 2006). Τα συστήματα αποτελούν ζωντανούς οργανισμούς που επικοινωνούν
με το περιβάλλον τους με ημιδιαπερατές μεμβράνες (Πασιαρδής, 2004). Τα
εμπλεκόμενα μέλη του σχολείου, που είναι ένα ανοιχτό σύστημα, ζουν σε ένα
κοινωνικό περιβάλλον, το οποίο η σχολική πραγματικότητα καλείται να
ανταγωνιστεί (Ζαμπέλης, 2008). Για την ορθή κατανόηση της λειτουργίας ενός
κοινωνικού συστήματος καλό θα είναι να κοιτάξουμε "προς τα έξω" για
να προσέξουμε το πλαίσιο όπου είναι ενταγμένο, δηλαδή τα άλλα συστήματα με τα οποία
αλληλεπιδρά και συναλλάσσεται (Τοδούλου, 2010).
Συμπεραίνοντας, τα κοινωνικά
συστήματα αποτελούν σύνθετους μηχανισμούς που αποτελούνται από μικρότερα
ανεξάρτητα συστήματα, τα οποία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και με το περιβάλλον
για την επίτευξη ενός σκοπού. Με άλλα λόγια, είναι ζωντανοί οργανισμοί, που με
τη ορθή λειτουργία τους και την χρησιμότητά τους στην κοινωνία αναπτύσσονται κι
επιβιώνουν. Τα κοινωνικά συστήματα είναι "ζωντανά συστήματα" κι αυτό
μπορούμε να το καταλάβουμε από τον τρόπο που λειτουργούν εσωτερικά, με την
αλληλεπίδραση των υποσυστημάτων, κι εξωτερικά, με την αλληλεπίδραση με τα άλλα
συστήματα και γενικά με το περιβάλλον (Τοδούλου, 2010).
1.3 Το παράδειγμα της Αχιλλοπουλείου Σχολής Καΐρου
Επιτυχή παραδείγματα
κοινωνικών συστημάτων αποτελούν οι εκπαιδευτικές μονάδες. Ένα ανοιχτό σύστημα
είναι η Αχιλλοπούλειος Σχολή Καΐρου. Είναι ένα δημοτικό σχολείο που αποτελείται
από μικρότερα συστήματα, όπως οι τάξεις, οι οποίες επιτελούν η καθεμία τη
λειτουργία της για να εκπληρώσουν τους σκοπούς τους, συμβάλλοντας στην
εκπλήρωση του γενικότερου σκοπού του σχολείου, που είναι η κοινωνική,
ψυχοσωματική και διανοητική ανάπτυξη των μαθητών, ώστε να μπορούν να
ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της κοινωνίας. Το σχολείο με τη σειρά του
αποτελεί μέρος άλλων μεγαλύτερων συστημάτων, όπως της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης,
η οποία αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος του κράτους που μαζί με
άλλα συστήματα αποτελεί το κράτος.
Η Αχιλλοπούλειος Σχολή Καΐρου
έχει κάποια όρια που την ξεχωρίζουν από το περιβάλλον, όμως είναι ένα ανοιχτό
σύστημα, καθώς επηρεάζεται συνεχώς από το περιβάλλον και από εξωτερικούς
παράγοντες. Τέτοιοι παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα την Αχιλλοπούλειο Σχολή
είναι η Εκκλησία (παρέχει πόρους στο σχολείο), η Ελληνική Κοινότητα Καΐρου
(είναι ο φορέας του σχολείου, προσλαμβάνει εκπαιδευτικούς και παρέχει πόρους),
ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων, το ΥΠ.Ε.Π.Θ. (επηρεάζει τους ελληνόφωνους
εκπαιδευτικούς) και το Υ.Π. Αιγύπτου (επηρεάζει τους αραβόφωνους
εκπαιδευτικούς), η Αμπέτειος Σχολή (το Γυμνάσιο-Λύκειο που στεγάζεται στο ίδιο
κτήριο και μοιράζεται τα λεωφορεία με την Αχιλλοπούλειο), το Πολιτιστικό Κέντρο
Καΐρου (που κανονίζει επισκέψεις καλλιτεχνών στην Αχιλλοπούλειο), διάφορα
μουσεία (όπου διοργανώνονται επισκέψεις) και η πολιτική κατάσταση της χώρας,
στην οποία βρίσκεται.
Οι εισροές της Αχιλλοπουλείου
Σχολής είναι οι δάσκαλοι και το προσωπικό που προσλαμβάνει, οι μαθητές που
εγγράφονται, τα δίδακτρα που πληρώνουν, οι δωρεές μελών της Ελληνικής
Κοινότητας Καΐρου και οι νέοι εξοπλισμοί που αγοράζονται από τη Σχολή (όπως
διαδραστικοί πίνακες, Η/Υ, εκτυπωτές κ.λπ.). Το σχολείο αξιοποιεί με τον
καλύτερο δυνατό τρόπο τις εισροές του, ώστε να καταφέρει το καλύτερο δυνατό
αποτέλεσμα. Χωρίς τις εισροές το σχολείο δεν μπορεί να λειτουργήσει. Οι εκροές
του είναι οι απόφοιτοι μαθητές, οι οποίοι διαμορφώνουν τις προσωπικότητες και
τις γνώσεις τους στο σχολείο αλληλεπιδρώντας με τις επιρροές από το περιβάλλον
και βγαίνουν από το σχολείο καταρτισμένοι για να γίνουν χρήσιμα μέλη της
κοινωνίας. Από τις εκροές αξιολογείται η αποτελεσματικότητα του σχολείου. Αν τα
αποτελέσματα του σχολείου είναι ικανοποιητικά, οι εισροές του αυξάνονται.
Συνοψίζοντας, η Αχιλλοπούλειος
Σχολή Καΐρου πληροί τις προϋποθέσεις ενός άρτιου κοινωνικού συστήματος που
αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του. Είναι ένα σύνολο ανεξάρτητων μερών που το
καθένα έχει το δικό του σκοπό και τη δική του λειτουργία. Όλα μαζί αυτά τα μέρη
λειτουργούν με κατεύθυνση το σκοπό του σχολείου, το οποίο αποτελεί μέρος ενός
μεγαλύτερου συστήματος με πιο γενικό σκοπό.
2. Τυπική κι Άτυπη οργάνωση στα σχολεία
Η οργάνωση των σχολείων
χαρακτηρίζεται από δύο διαστάσεις: α) την τυπική και β) την άτυπη οργάνωση.
Στην ιστορία της διοικητικής επιστήμης η σημασία της κάθε διάστασης άλλαζε για
τη λειτουργία του οργανισμού. Έτσι, κατά την πρώτη περίοδο της επιστήμης της
διοίκησης, που κυριαρχούσε η επιστημονική διοίκηση και τα συστήματα ήταν
ορθολογικά, έμφαση δινόταν μόνο στη δομή του οργανισμού, την τυπική οργάνωση,
ενώ στις σχέσεις μεταξύ των μελών του οργανισμού, την άτυπη οργάνωση, δεν δινόταν
καμία σημασία. Αργότερα, κυριάρχησαν τα φυσικά συστήματα, με την προσέγγιση
ανθρωπίνων σχέσεων και την έμφαση στον άνθρωπο, η άτυπη οργάνωση των συστημάτων
είχε μεγαλύτερη σημασία από την τυπική. Σήμερα, στη διοικητική επιστήμη
κυριαρχεί η συμπεριφορική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία η τυπική και άτυπη
οργάνωση συνυπάρχουν κι έχουν την ίδια βαρύτητα για την άρτια λειτουργία των
κοινωνικών συστημάτων (Πασιαρδής, 2004).
Η τυπική οργάνωση αφορά
νομοθετική-οργανωσιακή διάσταση των σχολείων, που έχει να κάνει με τη δομή,
τους καθιερωμένους θεσμούς, τους φορείς και τους κανόνες του σχολείου, τη
λειτουργία του στην κοινωνία και τη διοίκησή του. Καθορίζεται από την
οργανωτική δομή του συστήματος και οι ενέργειές της χωρίζονται μέσω οριζόντιου
διαφορισμού (κατανομή των αρμοδιοτήτων κατά πλάτος) και κάθετου διαφορισμού-με
κατανομή των αρμοδιοτήτων σε διαφορετικά υποσυστήματα από διαφορετικά ιεραρχικά
επίπεδα(Ζησιμόπουλος, 2005). Σε αυτή ανήκει η πολιτική, δηλαδή οι κανονισμοί
και οι ορθολογικοί νόμοι που πρέπει να τηρηθούν από μαθητές και προσωπικό (Barr & Dreeben, 2013), η ιεραρχία, η δομή και θέματα σχετικά με τους
πόρους και την οικονομία του συστήματος. Το σύστημα αναμένει ορισμένη εργασία
και αποτελέσματα από τα μέλη του, που υπό τη σκοπιά της τυπικής οργάνωσης,
συνεργάζονται σε συνδυασμό με το κεφάλαιο για την επίτευξη του γενικού σκοπού
του σχολείου.(Πασιαρδής, 2004).
Στα πλαίσια της καθημερινής
λειτουργίας του σχολείου όμως, εκδηλώνεται και η άτυπη οργάνωση των μελών του
συστήματος, η οποία σχετίζεται με την ιδιογραφική διάσταση των ατόμων του
συστήματος και είναι ανεξάρτητη από την τυπική οργάνωσή του. Τα άτομα
τυποποιούν τους ρόλους που καλούνται να παίξουν ανάλογα με την προσωπικότητά
τους, η οποία είναι εμφανής, όταν επιτελούν τη λειτουργία τους στο σύστημα.
Αυτή η διάσταση αποτελεί την αυθόρμητη κοινωνική δομή μεταξύ των μελών ενός οργανισμού
(Φωτήλας & Γιαννατσής, 2012). Είναι η αλληλένδετη κοινωνική δομή που
ανταποκρίνεται στις κοινωνικές και ψυχολογικές ανάγκες των εργαζομένων να
νοιώσουν ότι ανήκουν κάπου (Farivar et al., 2011).
Έτσι ανάμεσα στα μέλη του
σχολείου μπορεί να δημιουργούνται άτυπες ομάδες που είναι ανεξάρτητες από τις
τυπικές και βασίζονται στις ανάγκες και τις ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ των
ατόμων. Διάφορες ιστορικές επαναστάσεις ξεκίνησαν από άτυπες ομάδες με
ανεπίσημους ηγέτες, όπως ο Σπάρτακος το 70 π.Χ. στη Ρώμη και
ο Toussaint-Louverture στη Γαλλική Αϊτή το 1792. Δεν μπορούμε λοιπόν
να παραλείψουμε τη σημασία της άτυπης οργάνωσης σε ένα σύστημα. Οι άτυπες
ομάδες διαθέτουν μη-ιεραρχική δημοκρατική οργάνωση, ρευστότητα, προχειρότητα,
περισσότερη ελευθερία. Δεν έχουν καθορισμένη δομή, οργανόγραμμα και γραπτούς κανόνες
ούτε επίσημους αρχηγούς, αλλά τα μέλη τους γνωρίζουν και τηρούν τους άγραφους
κανόνες, τις άτυπες αρχές κι αξίες αυτών των ομάδων και αναγνωρίζουν τους
ανεπίσημους αρχηγούς τους. Δεν χαρακτηρίζονται από σταθερή διάρκεια και
μπορεί να διαλυθούν, μόλις εκπληρωθούν οι στόχοι τους. Η άτυπη οργάνωση σε ένα
σχολείο μπορεί να χαρακτηρίζεται από μία ή πολλές ομάδες. Ο αριθμός τους είναι
ανάλογος με το μέγεθος του συστήματος και αντιστρόφως ανάλογος με την
ομοιογένεια του σχολείου.
Σε χώρες, όπως αυτές της Ανατολικής
Ευρώπης, σχηματίζονται άτυπες κοινωνικές ομάδες με μεγάλη ισχύ κι επιρροή στο
κρατικό σύστημα. Τέτοιες ομάδες μπορούν να επηρεάσουν μέχρι και την ανάπτυξη του
κράτους(Wedel, 1998). Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα αποτελούν οι Πολωνικοί
κοινωνικοί κύκλοι, οι Ρουμανικοί αχαλίνωτοι συνδυασμοί, τα Ουγγρικά αναδομικά
δίκτυα και οι Ρωσικές φαμίλιες (Μαφία).
Η άτυπη οργάνωση συνυπάρχει με
την τυπική και μπορεί να επηρεάσει θετικά ή αρνητικά τη διοίκηση και την αποδοτικότητα, διότι οι
αρχηγοί των άτυπων ομάδων έχουν την ικανότητα να υποκινούν τις ομάδες αυτές
υπέρ ή κατά της διοίκησης και των αποφάσεών της. Όσον αφορά την
αποτελεσματικότητα, η ιδιοσυγκρασία και τα συναισθήματα του ατόμου έχουν
αντίκτυπο στην εργασία τους. Αν οι στόχοι των ατόμων δε συμβαδίζουν με τους
γενικότερους σκοπούς του ιδρύματος, στο οποίο ανήκουν, υπάρχει πρόβλημα στη
λειτουργία του συστήματος γιατί οι ενέργειες των μελών του συστήματος δε
συνεισφέρουν στην κατεύθυνσή του προς το γενικό σκοπό του, αλλά αντίθετα δρουν
ως εμπόδια για το σκοπό αυτό(Hoy & Miskel, 2013).
Οι εργαζόμενοι συχνά δεν
εκτελούν τα καθήκοντά τους με όλη τη διάθεσή τους, διότι η επίσημη ηγεσία του
συστήματος δεν μπορεί να τους κινητοποιήσει (Blau & Scott, 1962).
Όταν οι στόχοι των ατόμων και οι σκοποί του συστήματος δεν έρχονται σε
σύγκρουση μεταξύ τους και αλληλοεξαρτώνται, και όταν ο ρόλος των ατόμων
ταιριάζει με την προσωπικότητά τους, τότε το κάθε μέλος προσφέρει την καλύτερη δυνατή
επίδοσή του, άρα το σύστημα καταφέρνει να κατευθύνεται σταθερά στο σκοπό του
και να πετυχαίνει τα καλύτερα αποτελέσματα.
Συμπεραίνοντας, η διοίκηση
οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις άτυπες ομάδες που δημιουργούνται στο σχολείο
καθώς και το χαρακτήρα του κάθε εργαζομένου, ώστε να κατανείμει στον καθένα τις
ευθύνες που του ταιριάζουν. Συνεπώς, κανένας δεν θα είναι δυσαρεστημένος από το
πόστο του, τα προσωπικά του συμφέροντα δεν θα έρχονται σε σύγκρουση με τα
συμφέροντα του συστήματος και η δημιουργικότητα του οργανισμού θα αυξηθεί.
Το σχολείο θα συνδυάζει τους
σκοπούς του με τους ιδιαίτερους στόχους του κάθε μέλους του συνδυάζοντας τα
ενδιαφέροντά με την εργασία τους. Πρέπει να γίνει προσπάθεια από την πλευρά του
διευθυντή να υπάρχει εναρμόνιση μεταξύ σκοπών ατόμου και σχολείου, γιατί οι
στόχοι του άτομου αποτελούν γι' αυτό κίνητρο που το ωθεί στη δημιουργική
εργασία. Έτσι, θα αποφεύγονται οι συγκρούσεις ανάμεσα στο άτομο και το σύστημα
και τα υποσυστήματα του σχολείου θα λειτουργούν αρμονικά καταφέρνοντας
το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
3. Το ολιστικό μοντέλο ηγεσίας
Στους εξωτερικούς παράγοντες
του περιβάλλοντος περιλαμβάνονται οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές
δυνάμεις που εισχωρούν στο σύστημα. Η κοινωνία μπορεί να αλλάξει με ραγδαίους
ρυθμούς. Έτσι, το σύστημα οφείλει να ενημερώνεται για τις εξωτερικές αλλαγές
και να προσαρμόζεται για να επιβιώσει και να καταφέρει τα επιθυμητά
αποτελέσματα. Οι διευθυντές οφείλουν πλέον να ασχολούνται περισσότερο με τη
φύλαξη των συνόρων του σχολείου και να συναναστρέφονται συνεχώς με τους
εξωτερικούς παράγοντες διατηρώντας τις σχέσεις του σχολείου μαζί τους
ισορροπημένες, παρά με τα εντός του σχολείου ζητήματα (Willower&Carr, 1965).
Η πολιτική και κοινωνική
κατάσταση της χώρας(της Αιγύπτου), στην οποία βρίσκεται η Αχιλλοπούλειος Σχολή
είναι ασταθής, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνεχώς προβλήματα στα μαθήματα
του σχολείου. Κάθε εβδομάδα γίνονται διαδηλώσεις με πολλά θύματα σε όλη την
πόλη. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα στα σχολικά λεωφορεία που φέρνουν τα παιδιά από
διάφορες περιοχές στο σχολείο και πολλές μέρες τα μαθήματα στο σχολείο
ακυρώνονται για την ασφάλεια των παιδιών. Αυτό το πρόβλημα, σε συνδυασμό με την
αδιαφορία των γονέων για τη μάθηση των παιδιών τους, λόγω του χαμηλού
μορφωτικού επιπέδου των ίδιων, προκαλεί μεγάλα εμπόδια στην εκπλήρωση των
σκοπών του σχολείου, καθώς το μαθησιακό επίπεδο των μαθητών παραμένει στάσιμο.
Για να αντιμετωπίσει τον
κίνδυνο, η ηγεσία του σχολείου θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το ολιστικό
μοντέλο των Πασιαρδή και Brauckmann, του οποίου χαρακτηριστικά είναι
η τεχνοκρατικότητα και η συγκεντρωτικότητά του (με τη μεγάλη συγκέντρωση
ευθυνών, όπως διδακτικές μέθοδοι, αναλυτικά προγράμματα, εργοδοσία
εκπαιδευτικών, κατανομή χορηγιών κ.λπ.). Οι ολιστικοί ηγέτες συμμετέχουν στο
έργο τους ολοκληρωτικά, δηλαδή με την καρδιά, το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα (Wedel, 1998). Το ολιστικό μοντέλο βασίζεται στην θεωρία του
ολισμού, που αντιμετωπίζει το σύμπαν και τη ζωή ως αλληλεπιδρώντα σύνολα, κι
όχι απλώς ως το άθροισμα μονάδων (Orlov, 2003).
Στο ολιστικό μοντέλο σπουδαίο
ρόλο διαδραματίζει η ικανότητα του ηγέτη να κινητοποιεί τα μέλη να συνεισφέρουν
στην αποτελεσματικότητα του οργανισμού, στον οποίο ανήκουν (Wedel, 1998). Ακολουθώντας αυτό το μοντέλο, η διεύθυνση του
σχολείου θα συνδύαζε πέντε διαφορετικά στυλ ηγεσίας για να πάρει σωστές
αποφάσεις, έχοντας παράλληλα υπόψη τις περιστάσεις υπό τις οποίες εκδηλώνεται ο
κίνδυνος. Τα πέντε αυτά στυλ που θα καθοδηγούσαν την ηγεσία στις σωστές
αποφάσεις είναι το εκπαιδευτικό, το συμμετοχικό, το εποικοδομητικό,
το επιχειρηματικό, και το στυλ ανάπτυξης προσωπικού.
Το παιδαγωγικό ή
καθοδηγητικό στυλ έχει ως στόχο τη βελτίωση της μάθησης, της
διδασκαλίας και τη δημιουργία μίας εκπαιδευτικής διαδικασίας με συγκεκριμένους
στόχους, βελτιώνοντας την σχολική επίδοση των μαθητών και χτίζοντας ένα κλίμα
καινοτομίας και υψηλών προσδοκιών. Με το δομικό στυλ ο
εκπαιδευτικός ηγέτης παρέχει οδηγίες και συντονίζει τις λειτουργίες του
σχολείου. Με την δημιουργία σταθερών και τακτικών διεργασιών και ρουτινών στο
σχολείο, ο διευθυντής μπορεί να καταφέρει βελτίωση των επιδόσεων των μαθητών (Waters
et. al, 2003).
Το συμμετοχικό στυλ περιλαμβάνει
την ενεργή συμμετοχή του εκπαιδευτικού προσωπικού στις αποφάσεις και τις
δραστηριότητες που αφορούν το σχολείο, ώστε να έχουν περισσότερα κίνητρα για να
επιδιώξουν την επίτευξη των σχολικών στόχων. Το επιχειρηματικό στυλ αφορά
τη συνεργασία του σχολικού ηγέτη με τα εξωτερικά συστήματα που συνεργάζονται με
το σχολείο και την αποτελεσματική χρήση των εξωτερικών δικτύων και πόρων για
την εκπλήρωση της σχολικής αποστολής. Υιοθετώντας το στυλ ανάπτυξης
προσωπικού, ο ηγέτης προσπαθεί να ενδυναμώσει την αποτελεσματικότητα του προσωπικού (και κατ' επέκταση την
αποτελεσματικότητα του σχολείου) καθιστώντας το πιο ικανό και καταρτισμένο με
διάφορους τρόπους, όπως σεμινάρια, παροχή επιστημονικών περιοδικών κ.α.
Η ηγεσία του σχολείου θα
μπορούσε δηλαδή αξιοποιώντας το εποικοδομητικό στυλ να χρησιμοποιήσει κάποιες
στρατηγικές και να συναποφασίσει με τους εκπαιδευτικούς του σχολείου
(συμμετοχικό στυλ) να ζητήσει από τον φορέα του σχολείου, δηλαδή την Ελληνική
Κοινότητα Καΐρου, να προσλάβει δύο εκπαιδευτικούς (επιχειρηματικό στυλ), οι
οποίοι θα διεξάγουν ενισχυτική διδασκαλία με σκοπό να αναπληρώνουν οι μαθητές
τα κενά από τα μαθήματα που χάνονται. Επίσης, θα μπορούσε να πείσει τους
εκπαιδευτικούς (εποικοδομητικό στυλ) να προσπαθήσουν να βελτιώσουν τη
διδασκαλία τους με νέες μεθόδους, προσαρμοσμένες στα νέα δεδομένα και τις
ανάγκες των μαθητών (παιδαγωγικό στυλ). Θα μπορούσε επιπλέον, για να γίνει πιο
ελκυστικό το μάθημα στους μαθητές, να πείσει την εκκλησία (επιχειρηματικό στυλ)
να αγοράσει διαδραστικούς πίνακες. Για να μάθει το προσωπικό να τους
χρησιμοποιεί θα μπορούσε να διεξάγει σεμινάρια επιμόρφωσης (στυλ ανάπτυξης
προσωπικού).
4. Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, το κάθε στυλ
είναι χρήσιμο, όταν εφαρμόζεται στην κατάλληλη περίσταση. Η ηγεσία λοιπόν του
σχολείου δεν θα είναι αποτελεσματική ούτε αν χρησιμοποιεί το ίδιο στυλ για όλες
τις περιπτώσεις, ούτε αν χρησιμοποιεί οποιοδήποτε στυλ ηγεσίας σε οποιαδήποτε
περίσταση. Πρέπει λοιπόν να λάβει υπόψη της το νόμιμο πλαίσιο, να είναι σε θέση
να ερμηνεύει το περιβάλλον ή αλλιώς το συγκείμενο, και να επιλέγει κάθε φορά το
πιο κατάλληλο στυλ, συνδυάζοντας τυπική κι άτυπη οργάνωση (χωρίς να αγνοεί
καμιά από τις δύο), ώστε να επιλύσει τα
προβλήματα που προκύπτουν, αντιμετωπίζοντας τα πάντα σαν συστήματα που
αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και με το περιβάλλον, και όχι σαν αθροίσματα
στοιχείων τα οποία δεν έχουν σχέση μεταξύ τους (Brauckmann &Pashiardis, 2010). Το σύνολο είναι πιο σημαντικό από το άθροισμα.
Βιβλιογραφία:
·
Barr, R., & Dreeben, R. (2013) How Schools Work. Schools as
Organizations. 4(1), 133-139.
·
Blau P. M. & Scott, W., R. (1962). Formal
Organizations. A Comparative Approach. Standford University Press.
·
Brauckmann, S., & Pashiardis, P.
(2010). A validation study of the leadership styles of a holistic
leadership theoretical framework. International Journal of Educational
Management. (25)1, 11 – 32.
·
Farivar, F.., Esmaeelinezhad, O. & Khanbashi. (2011). The Analysis
of Different Customers and Employees’ Perceptions from Service Quality in the
Insurance Industry of Iran. International Journal of Business and Management.(6)12,103.
·
Ζαμπέλης, Λ. (2008). Έρευνα
στην εκπαίδευση: η αναγκαιότητά της και η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της ως
εργαλείο προβληματισμού. Παιδαγωγικό Ινστιτούτο: Αθήνα.
·
Ζησιμόπουλος, Γ.
(2005). Οι Βιομηχανικές Σχέσεις στο πλαίσιο της σύγχρονης επιχείρησης:
Προσδιοριστικοί παράγοντες, Πεδία συγκρούσεων, Τάσεις και Προοπτικές. Στοιχεία
Οργάνωσης των Βιομηχανικών Επιχειρήσεων. Τμήμα Βιομηχανικής Διοίκησης,
Πανεπιστήμιο Πατρών.
·
Hoy, C., G., & Miskel, W., K. (2013). Educational Administration:
Theory, Research, and Practice. New York: McGraw-Hill, Inc.
·
Lunenburg, F., C. (2010). Schools as open systems. Sam Houston
State University.
·
Luhman, N., & Boisvert, D. (2006) La theorie des systemes sociaux.
Aspects sociologiques. (13)1, 55-82.
·
Orlov, J. (2003). The Holistic Leader: A Developmental Systemic Approach
to Leadership. Los Angeles: American Society for Training Development.
·
Πασιαρδής, Π. (2004). Εκπαιδευτική
Ηγεσία: Από την περίοδο της ευμενούς αδιαφορίας στη σύγχρονη εποχή(σσ.17-32).
Αθήνα: Εκδόσεις Μεταίχμιο.
·
Riley, K. (2008). Can schools successfully meet their educational aims
without the clear support of their local communities? Journal of Educational
Change, 9(3), 311–316.
·
Στυλιανίδης Μ. (2008) Οργάνωση
και Διοίκηση εκπαίδευσης και Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων. Πανεπιστήμιο
Πατρών.
·
Τοδούλου, Π., Μ.
(2010). Η Συστημική Προσέγγιση, Κλειδί για έναν Νέο Εκπαιδευτικό Σχεδιασμό. Μετάλογος.
Συστημική Εταιρεία Βορείου Ελλάδος. (18)1, 1-27.
·
Φωτήλας, Π.,
& Γιαννατσής, Ι. (2012). Τυπική
κι Άτυπη Οργάνωση. Τμήμα Βιομηχανικής Διοίκησης και Τεχνολογίας, Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
·
Waters, T., & Marzano, R., J. & McNulty, B. (2003). Balanced
leadership: What 30 years of research tells us about the effect of leadership
on student achievement. Denver, CO: Mid-continent Research
for Education and Learning.
·
Wedel, J., R. (1998). Informal Relations and Institutional Change How
Eastern European Cliques and States Mutually Respond. George Washington
University.
·
Willower, J., D., & Carr, F., C. (1965). The school as social
organization. Educational Leadership, (1)1, 251-255.
© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved