ISSN: 2241-4665
1 Σεπτεμβρίου 2020
ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑ ΛΉΨΗΣ ΑΠΌΦΑΣΗΣ
ΣΥΛΛΌΓΟΥ ΔΙΔΑΣΚΌΝΤΩΝ
Καραγιάννης Αθανάσιος
Δάσκαλος,
Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Γρεβενών
TEACHERS' ASSOCIATION
DECISION-MAKING PROCESS
Karagiannis Athanasios
Teacher, Directorate of
Primary Education Grevena
Περίληψη
Σκοπός της εν λόγω εργασίας είναι να παρουσιαστούν
τα κύρια χαρακτηριστικά λήψης και εκτέλεσης απόφασης ενός συλλογικού οργάνου,
του συλλόγου διδασκόντων, στις σχολικές μονάδες. Μέσα από την περιγραφή ενός
θέματος που απασχόλησε έναν σύλλογο διδασκόντων, αναλύονται τα μοντέλα λήψης
απόφασης, οι παράγοντες αποτελεσματικότητας λειτουργίας του, ο προσδιορισμός
και η ανάλυση των αδυναμιών και δυνατοτήτων, των απειλών και των ευκαιριών της
σχολικής μονάδας (SWOT ανάλυση) καθώς και ο σχεδιασμός και υλοποίηση της σχετικής απόφασης.
Διαπιστώνεται ότι η λήψη και εκτέλεση
απόφασης, σε επίπεδο σχολικής μονάδας, αποτελεί το κέντρο της διοικητικής
λειτουργίας και είναι σημαντική για την αποτελεσματικότητα της οργάνωσης καθώς
επίσης ότι η ενεργός συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε αυτή αποτελεί πρόκληση και
λειτουργεί ως παράγοντας ενισχυτικός στην αύξηση των κινήτρων και στην επίτευξη
των στόχων του οργανισμού. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο συνεργασίας και
αλληλεπίδρασης τονώνεται η αίσθηση της επαγγελματικής αυτονομίας των
εκπαιδευτικών, της επαγγελματικής ενδυνάμωσης και της αποτελεσματικότητάς τους.
Abstract
The purpose of this work is to present the main characteristics of
decision-making and execution of a collective body, the teachers' association, as
far as the school units are concerned. The description of a topic a teachers'
association examined led to the analysis of the decision-making models, the
factors of its operational efficiency, the identification and analysis of the
weaknesses and possibilities, the threats and opportunities of the school unit
(SWOT analysis) as well as the design and implementation of the relevant
decision.
It is found that decision making and execution, at
school level, is the center of the administrative function and is important for
the effectiveness of the organization; the active participation of teachers in
it is a challenge and acts as a reinforcing factor in increasing motivation and
achieving the goals of the organization. In such a framework of cooperation and
interaction, the sense of professional autonomy of teachers, their professional
empowerment and their effectiveness are stimulated.
Διοίκηση είναι «η ανθρώπινη δραστηριότητα,
αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας, που υλοποιείται στο πλαίσιο ενός οργανισμού
και επιδιώκει την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων με την αξιοποίηση των
διαθέσιμων μέσων, μέσα από τις λειτουργίες, του προγραμματισμού, της οργάνωσης,
της διεύθυνσης, του συντονισμού και του ελέγχου» (Κατσαρός, 2008)[1].
Η εκπαιδευτική διοίκηση, ως έννοια, διαφοροποιείται ως προς τον σκοπό, αφού οι
λειτουργίες της διοίκησης επικεντρώνονται στους οργανισμούς εκπαίδευσης και
μάθησης (Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[2]. Η «λήψη και εκτέλεση αποφάσεων» είναι εξαιρετικά σημαντική ως πρακτική
της εκπαιδευτικής διοίκησης για τα στελέχη, όχι μόνο στον τομέα της οργάνωσης
και του στρατηγικού σχεδιασμού αλλά και σε ότι αφορά την καθημερινή πρακτική
της διοίκησης σε θέματα παρώθησης προσωπικού, ηγεσίας, επικοινωνίας, και
εκπαιδευτικής αλλαγής (Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[2]. Απόφαση μπορεί
να οριστεί ως «η διαδικασία επιλογής και
εφαρμογής μίας από δύο ή περισσότερες εναλλακτικές, λύσης για την επίλυση ενός
προβλήματος. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι απλά η σειρά των βημάτων που
οδηγούν σε εκείνη την επιλογή» (Πασιαρδής, 2014: 181)[3]. Στο
επίπεδο των σχολικών μονάδων, αποτελεί πρόκληση η συμμετοχή των εκπαιδευτικών
στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και έχει επιπτώσεις στη σχολική ζωή, αφού
λειτουργεί ενισχυτικά ως κίνητρο για την επίτευξη των στόχων της οργάνωσης.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο συνεργασία και αλληλεπίδρασης μπορεί να ενισχυθεί η
επαγγελματική αυτονομία των εκπαιδευτικών, η επαγγελματική τους ενδυνάμωση και
η αυτό-αποτελεσματικότητά τους (Γόγολα & Κατσής, 2019)[4].
Η λήψη και εκτέλεση της απόφασης
αποτελεί το κέντρο της διοικητικής λειτουργίας λόγω του ρόλου της στη
διαδικασία κατεύθυνσης και ελέγχου της συμπεριφοράς των μελών του οργανισμού.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που την αποκαλούν «καρδιά
της διοικητικής δράσης» (Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[5]. «Εκπαιδευτική απόφαση είναι η συνειδητή
έκφραση βούλησης επιλογής μιας ενέργειας από ένα μονομελές ή συλλογικό όργανο
της εκπαίδευσης, που έχει τη σχετική εξουσία (αρμοδιότητα, εξουσιοδότηση) για
να εκφράσει αυτή τη βούληση, και η οποία, ανάλογα με τη μορφή και το όργανο που
αποφασίζει στοχεύει στην επίτευξη ενός στόχου που αφορά: α) στη συμπεριφορά
είτε του συνόλου των εργαζομένων ή εμπλεκομένων στο εκπαιδευτικό σύστημα ή στον
εκπαιδευτικό οργανισμό, είτε μιας ομάδας εργαζομένων και εμπλεκομένων, είτε
ενός ατόμου, β) στα κάθε φύσης μέσα που χρησιμοποιεί το εκπαιδευτικό σύστημα ή
η εκπαιδευτική μονάδα και γ) στις σχέσεις του εκπαιδευτικού συστήματος ή της
εκπαιδευτικής μονάδας με παράγοντες εκτός αυτού ή αυτής» (Αθανασούλα –
Ρέππα, 2008: 72)[5].
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να
παρουσιαστούν τα κύρια χαρακτηριστικά λήψης και εκτέλεσης απόφασης ενός
συλλογικού οργάνου, του συλλόγου διδασκόντων, στις σχολικές μονάδες. Αναλυτικότερα
αναλύεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του συλλόγου διδασκόντων και οι
παράγοντες αποτελεσματικότητας λειτουργίας του. Περιγράφονται τα στυλ και τα
υποδείγματα λήψης αποφάσεων και αναπτύσσεται ένα θέμα λήψης απόφασης. Επίσης, αναλύεται
ο σχεδιασμός υλοποίησης της απόφασης του συλλόγου διδασκόντων. Στο τέλος καταγράφονται τα συμπεράσματά μας.
Η ελληνική πολιτεία εισήγαγε με τον νόμο 1566/1985
τον θεσμό του συλλόγου διδασκόντων, ως όργανο σχολικής διοίκησης, σε μια
προσπάθεια για την προώθηση της διοικητικής αποκέντρωσης και του δημοκρατικού
προγραμματισμού στον χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τον Σαΐτη (2005) ο
σύλλογος διδασκόντων «αποτελεί συλλογικό
όργανο, με σκοπό τη χάραξη κατευθύνσεων για την καλύτερη εφαρμογή της
εκπαιδευτικής πολιτικής και την καλύτερη λειτουργία του σχολείου. Ασχολείται με
θέματα που αφορούν: την εφαρμογή του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος, την
ασφάλεια και την υγεία των μαθητών, την καθαριότητα των σχολικών χώρων, την
οργάνωση της σχολικής ζωής, την ιεράρχηση των σχολικών αναγκών και την
αντιμετώπισή τους, την αξιοποίηση των δυνατοτήτων συνεργασίας ανάμεσα στο
διδακτικό προσωπικό και τους διάφορους τοπικούς φορείς, και τη λειτουργία
επιτροπών με στόχο τον καλύτερο συντονισμό της διδασκαλίας και της εφαρμογής
των εκπαιδευτικών μεθόδων και εκπαιδευτικών καινοτομιών» (Παναγοπούλου,
2006: 19)[6]. Επιπλέον, στο πλαίσιο λειτουργίας του συλλόγου, οι
διδάσκοντες «επικοινωνούν μεταξύ τους,
αξιοποιούν πληροφορίες που κατέχουν για ζητήματα του σχολείου και λαμβάνουν
ομαδικές αποφάσεις. Οι αποφάσεις του συλλόγου διδασκόντων λαμβάνονται με την
αρχή της απλής πλειοψηφίας των παρόντων (η παρουσία των εκπαιδευτικών στις
συνεδριάσεις είναι υποχρεωτική), γεγονός που εκφράζει την εφαρμογή του
δημοκρατικού τρόπου διοίκησης στη σχολική εκπαίδευση. Επίσης, είναι δεσμευτικές
για όλους και υλοποιούνται με ευθύνη του διευθυντή του σχολείου»
(Αθανασούλα-Ρέππα, 2008: 151)[7].
Σχετικά με τη συγκρότηση και τη
λειτουργία του ανωτέρω συλλογικού οργάνου στο άρθρο 37 της υπουργικής απόφασης
(ΦΕΚ Υπουργικής Απόφασης 1340/2002)[8] ορίζεται ότι «Ο σύλλογος διδασκόντων του σχολείου
αποτελείται από τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν σ’ αυτό με οποιαδήποτε σχέση
εργασίας και έχει ως πρόεδρο τον διευθυντή του σχολείου ή τον νόμιμο αναπληρωτή
του. Ο σύλλογος διδασκόντων συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του προέδρου του,
τακτικά πριν από την έναρξη των
μαθημάτων του διδακτικού έτους, στο τέλος κάθε τριμήνου, στο τελευταίο
δεκαήμερο του διδακτικού έτους, και έκτακτα, όταν το κρίνει σκόπιμο ο πρόεδρος
ή το ζητήσει εγγράφως για συγκεκριμένα θέματα τουλάχιστον το ένα τρίτο των
μελών του. Οι συνεδριάσεις γίνονται μέσα στο ωράριο εργασίας και σε καμιά
περίπτωση σε ώρες διδασκαλίας των μαθημάτων».
Η ανθρωποκεντρική διάσταση της
διοίκησης της σχολικής μονάδας διαφαίνεται και στο έργο του συλλόγου
διδασκόντων που είναι ο προγραμματισμός, η εποπτεία και η αυτοαξιολόγηση του
εκπαιδευτικού έργου, η οργάνωση επιμορφωτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων σε
ενδοσχολικό επίπεδο, η αντιμετώπιση φαινομένων σχολικής αποτυχίας και διαρροής
με την εφαρμογή προγραμμάτων ενισχυτικής διδασκαλίας, η συνεργασία με τα
στελέχη της εκπαίδευσης και τους γονείς κλπ.
Η αποτελεσματικότητα λειτουργίας του
συλλόγου διδασκόντων καθορίζεται, όπως αναφέρει ο Σαΐτης (2005), από πολλούς
παράγοντες που διευκολύνουν τον βαθμό συνοχής του ή αντίθετα δυσχεραίνουν την
αρμονική συνύπαρξη όλων των μελών του. Μεταξύ των παραγόντων αυτών οι
κυριότεροι είναι οι παρακάτω (Παναγοπούλου, 2006)[9]:
§ Το
μέγεθος της ομάδας του συλλόγου
(οι απόψεις, οι ιδέες και οι ικανότητες πολλών ατόμων άλλοτε βοηθούν στη λήψη
και την υλοποίηση σωστών αποφάσεων και άλλοτε ο μεγάλος αριθμός δυσκολεύει τη
συμμετοχή και καθιστά την ομάδα δύσκαμπτη και αναποτελεσματική).
§ Τα
προσωπικά χαρακτηριστικά των μελών (η προσωπικότητα των μελών προσδιορίζει τη διάθεσή τους για συνεργασία σε
σχέση με το έργο που συντελείται).
§ Η
οριοθέτηση των ρόλων (Η ανάθεση
αρμοδιοτήτων πρέπει να είναι προσδιορισμένη με σαφήνεια).
§ Η συνοχή των μελών (η οποία ελαττώνει τις συγκρούσεις
μεταξύ των μελών, επιτυγχάνει μεγαλύτερη συναίνεση, καλύτερη επικοινωνία και
περισσότερη ικανοποίηση).
§ Η ηγεσία
της ομάδας (ο πολυσύνθετος ρόλος
του ηγέτη/διευθυντή σχετίζεται με την καθοδήγηση, την παρότρυνση, τον
συντονισμό και γενικότερα με τον προσανατολισμό της συμπεριφοράς των μελών προς
την επίτευξη των στόχων της).
§ Το κλίμα
της ομάδας (οι αξίες, οι
διαθέσεις, το ηθικό των μελών της καθορίζουν τον βαθμό συνεργασίας και
επικοινωνίας μεταξύ τους και κατ’ επέκταση τη συμμετοχή τους στην προαγωγή του
ομαδικού έργου).
Διαπιστώνεται ότι ο σύλλογος
διδασκόντων αποτελεί το βασικό όργανο διοίκησης της σχολικής μονάδας, αφού μέσω
αυτού επιλύονται σημαντικά θέματα της ομαλής λειτουργίας του, και κατά συνέπεια
κρίνεται αναγκαία η θεσμική αναβάθμιση του ρόλου του.
Ο τρόπος με τον οποίο ο διευθυντής διοικεί τη
σχολική μονάδα προσδιορίζει και τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνει τις αποφάσεις
του. Έτσι έχουν διαμορφωθεί τα παρακάτω τέσσερα στυλ λήψης εκπαιδευτικών
αποφάσεων ανάλογα με τη διαδικασία με την οποία ο σχολικός ηγέτης αξιοποιεί
τους συναδέλφους του (Τσάλλα, 2017)[10]:
·
Το αυταρχικό στυλ(ο διευθυντής παίρνει μόνος του τις αποφάσεις).
·
Το πιεστικό στυλ (ο διευθυντής προσπαθεί να επηρεάσει τους
συναδέλφους για την υλοποίηση μιας απόφασης που ο ίδιος έχει λάβει).
·
Το συμβουλευτικό στυλ (Ο διευθυντής συμβουλεύεται τους συνεργάτες του για
την λήψη μιας απόφασης).
·
Το συναποφασιστικό ή δημοκρατικό (ο διευθυντής κάνει συνυπεύθυνους/κοινωνούς τους
συνεργάτες του στη διαδικασία λήψης και εκτέλεσης της απόφασης).
Αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στον
συναποφασιστικό ή δημοκρατικό τρόπο λήψης απόφασης αφού διασφαλίζει τη «συλλογική ευθύνη» και έχει σημαντικά
πλεονεκτήματα για την εφαρμογή της από την πλευρά της διοίκησης (Αθανασούλα –
Ρέππα, 2008)[11]: όπως «την
ποιότητα της απόφασης, τη δημιουργικότητα στη λήψη της, την αποδοχή της, την
κατανόησή της, την ορθοφροσύνη κατά τη διαδικασία λήψης της, την ορθότητα και
αποτελεσματικότητά της, την τόνωση του ηθικού των εκπαιδευτικών και την αύξηση
των κινήτρων».
Ένα άλλο σημαντικό θέμα που απασχόλησε
τους θεωρητικούς της λήψης αποφάσεων είναι η διαμόρφωση διαφόρων σχετικών
υποδειγμάτων που μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο βασικές κατηγορίες: στο
κλασσικό υπόδειγμα που δίνει έμφαση στον ορθολογικό τρόπο λήψης μιας απόφασης
και αναζητά το μέγιστο των προσδοκώμενων αντικειμενικών στόχων με τα βήματα της
αναγνώρισης του προβλήματος, της δημιουργίας εναλλακτικών λύσεων, της
αξιολόγησης εναλλακτικών λύσεων, της επιλογής μεταξύ των εναλλακτικών λύσεων,
της εφαρμογής της εναλλακτικής και της αξιολόγησης του αποτελέσματος) και στο
συμπεριφορικό υπόδειγμα που δίνει έμφαση
σε άλλα στοιχεία όπως η ικανοποίηση, οι φιλοδοξίες, συναισθηματικά κλπ. (Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[11].
Εμείς κατά την ανάπτυξη του παρακάτω
παραδείγματος λήψης και εκτέλεσης απόφασης του συλλόγου διδασκόντων υιοθετούμε
τον δημοκρατικό τρόπο λειτουργίας του και το κλασσικό υπόδειγμα.
Ο Διευθυντής του 6/θ Δημοτικού
Σχολείου Κ. έθεσε υπόψη του συλλόγου διδασκόντων την προκήρυξη του
Πανεπιστημίου Αιγαίου για την εφαρμογή προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης
στα σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, την αριθ. 23/07-10-2005 εγκύκλιο της
Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και την αριθ. Γ1/377/865/18-09-2002 Απόφαση
του ΥΠΠΕΘ και εισηγήθηκε στον σύλλογο την υλοποίηση προγράμματος
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε
διαμορφώθηκαν δύο εναλλακτικές προτάσεις. Η πρώτη που αφορούσε την υποβολή
αίτησης του συλλόγου διδασκόντων για τη συμμετοχή του σχολείου στο πρόγραμμα
ΕΠΕΑΕΚ 2 του Πανεπιστημίου Αιγαίου με θέμα «Οι παλαιοντολογικοί θησαυροί του
τόπου μας», σύμφωνα με τη σχετική προκήρυξη, και η δεύτερη/εναλλακτική που
αφορούσε την υποβολή αίτησης του συλλόγου διδασκόντων για την υλοποίηση του
προγράμματος με θέμα «Οι παλαιοντολογικοί θησαυροί του τόπου μας» σε τοπικό
επίπεδο, στο πλαίσιο του ΚΠΕ.
Για την επιλογή της καλύτερης πρότασης
αξιοποιήθηκε το εργαλείο ανάλυση SWOT (Το αρκτικόλεξο SWOT προέρχεται από τις λέξεις: Strengths, Weaknesses, Opportunities, Threats, και στα ελληνικά
μεταφράζεται: Δυνατά σημεία, Αδύνατα σημεία, Ευκαιρίες, Απειλές) (Κιουλάφας,
2016)[12]. για τον προσδιορισμό και ανάλυση των αδυναμιών και
δυνατοτήτων, των απειλών και των
ευκαιριών της σχολικής μονάδας (Αθανασούλα – Ρέππα, 2019)[13].
Συγκροτήθηκαν δύο ομάδες εργασίας για
να αναδείξουν τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του σχολικού οργανισμού σε
σχέση με τις διατυπωθείσες προτάσεις υλοποίησης του περιβαλλοντικού
προγράμματος. Για την πρώτη πρόταση (υποβολή αίτησης του συλλόγου διδασκόντων
για τη συμμετοχή του σχολείου στο πρόγραμμα ΕΠΕΑΕΚ 2 του Πανεπιστημίου Αιγαίου
με θέμα «Οι παλαιοντολογικοί θησαυροί του τόπου μας») καταγράφηκαν ως
πλεονεκτήματα της σχολικής μονάδας η εξωστρέφεια του σχολείου, η κουλτούρα
συνεργασίας του με φορείς, το καταρτισμένο εκπαιδευτικό στις ΤΠΕ, η συνοχή της
ομάδας, η γειτνίαση του σχολείου με το Μουσείο Παλαιοντολογικών Ευρημάτων, οι
σημαντικές εμπειρίες και γνώσεις που θα αποκομίσουν οι μαθητές από ένα τέτοιο
πρόγραμμα, ενώ ως αδυναμίες αναφέρθηκαν η έλλειψη πόρων, η απώλεια μεγάλου
αριθμού διδακτικών ωρών, η έλλειψη ευελιξίας για την υλοποίηση του
προγράμματος, το αυστηρό χρονοδιάγραμμα και η αυξημένη γραφειοκρατία. Για την
δεύτερη/εναλλακτική πρόταση (υποβολή αίτησης του συλλόγου διδασκόντων για την
υλοποίηση του προγράμματος με θέμα «Οι παλαιοντολογικοί θησαυροί του τόπου μας»
σε τοπικό επίπεδο, στο πλαίσιο του ΚΠΕ) καταγράφηκαν ως πλεονεκτήματα της
σχολικής μονάδας η άριστη συνεργασία του σχολείου με το ΚΠΕ, ο καλύτερος
σχεδιασμός και υλοποίηση του προγράμματος, η συνοχή της ομάδας, η γειτνίαση του
σχολείου με το Μουσείο Παλαιοντολογικών Ευρημάτων, η απαίτηση περιορισμένων
πόρων ενώ ως αδυναμίες αναφέρθηκαν η περιορισμένη προβολή του σχολείου, η
περιορισμένη συνεργασία με φορείς, η αδυναμία εξοπλισμού του σχολείου από ένα
ευρωπαϊκό πρόγραμμα, η στέρηση πολύτιμων εμπειριών και γνώσεων των μαθητών.
Ο σύλλογος διδασκόντων, κατόπιν
διαλογικής συζήτησης, ουσιαστικής επεξεργασίας και σύνθεσης των δύο προτάσεων,
αποφάσισε ομόφωνα α) την υποβολή αίτησης του συλλόγου διδασκόντων για τη
συμμετοχή του σχολείου στο πρόγραμμα ΕΠΕΑΕΚ 2 του Πανεπιστημίου Αιγαίου με θέμα
«Οι παλαιοντολογικοί θησαυροί του τόπου μας», β) την συγκρότηση τριμελούς
επιτροπής υπό του διευθυντή η οποία θα συντάξει τη σχετική πρόταση και θα
συλλέξει τα σχετικά δικαιολογητικά που απαιτούνται και γ) τη σύνταξη αυστηρού
χρονοδιαγράμματος για την υλοποίηση του προγράμματος σε συνεργασία με τον
Υπεύθυνο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και το ΚΠΕ.
Η λήψη και εκτέλεση αποφάσεων είναι καθοριστική
για τις οργανώσεις αφού συνδέεται με την αποτελεσματικότητα των ενεργειών και
των δράσεων τους. Δυστυχώς όμως σύμφωνα με τους Everard και Morris (1999) «ο
δρόμος της διοικητικής και οργανωτικής καταστροφής είναι στρωμένος με αποφάσεις
που δεν εκτελέστηκαν ή – ακόμα χειρότερα – που εκτελέστηκαν με μισή καρδιά»
(Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[14].
Η εφαρμογή και εκτέλεση της ειλημμένης
απόφασης του συλλόγου διδασκόντων απαιτεί (Αθανασούλα – Ρέππα, 2008)[14]:
«την κατάρτιση ενός σχεδίου εφαρμογής στη
πράξη με χρονοδιάγραμμα και καταμερισμό αρμοδιοτήτων, την οργάνωση όλων των
απαραίτητων εργασιών για την εκτέλεση της απόφασης, τη δοκιμαστική εφαρμογή και
την αξιολόγηση του προγράμματος». Στο πλαίσιο αυτό τριμελής επιτροπή, υπό
του διευθυντή, ανέλαβε τη σύνταξη και υποβολή της σχετικής πρότασης στο
Πανεπιστήμιο Αιγαίου με τα απαραίτητα δικαιολογητικά (βεβαίωση συνεργασίας και
υποστήριξης από το ΝΠΔΔ του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, από την Επίκουρο
καθηγήτρια Γεωλόγο-Βιολόγο του ΑΠΘ και τους συνεργάτες της, από το ΚΠΕ, από τη
Δημοτική Αρχή, από τη Σχολική Επιτροπή και τον Σύλλογο γονέων και κηδεμόνων)
και τη σχετική διασφάλιση των οικονομικών πόρων που απαιτούνται για την
υλοποίηση του εγχειρήματος. Η δεύτερη τριμελής επιτροπή κατάρτισε το
χρονοδιάγραμμα που εμπεριείχε τρεις διδακτικές επισκέψεις (μία ανά τρίμηνο) στο
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, στο Μουσείο παλαιοντολογικών ευρημάτων στη Σιάτιστα
και στο Μουσείο παλαιοντολογικών ευρημάτων στο Νόστιμο Καστοριάς. Κατά τη
χειμερινή περίοδο σε συνεργασία με τον υπεύθυνο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και
το ΚΠΕ υλοποίηση σχετικών δράσεων στη σχολική μονάδα (σχετικές ομιλίες από την
καθηγήτρια του ΑΠΘ και των συνεργατών της, κατασκευή ομοιωμάτων παλαιοντολογικών
από γύψο, κατασκευή μακέτας με την πανίδα της περιοχής, ανάγνωση σχετικών
βιβλίων σε επίπεδο τάξεων κατά το μάθημα της ευέλικτης ζώνης, συγκέντρωση
σχετικού υλικού). Κατά την εαρινή περίοδο υλοποίηση δράσεων στον χώρο του
πεδίου, καταγραφή μετρήσεων, συλλογή από τους μαθητές σχετικών ευρημάτων,
σύνταξη σχετικών εκθέσεων από τους μαθητές των τάξεων Δ’, Ε’ & ΣΤ’. Η τρίτη
τριμελής επιτροπή ανέλαβε την παρακολούθηση του χρονοδιαγράμματος και την
παρουσίαση σε επίπεδο συλλόγου διδασκόντων, σε τακτά χρονικά διαστήματα, της
εξέλιξης του προγράμματος. Με τη λήξη του προγράμματος προβλέφθηκε η υλοποίηση
εκδήλωσης παρουσίασης οπτικοακουστικού υλικού, των αποτελεσμάτων και σχετικής
έκθεσης των εργασιών των μαθητών στο Πνευματικό Κέντρο και η δημοσίευση
σχετικών άρθρων στο τοπικό τύπο για να γίνει ευρύτατα γνωστή η δράση του
σχολείου στην τοπική κοινωνία. Μετά την παρουσίαση της εκδήλωσης σχεδιάστηκε,
σε επίπεδο συλλόγου διδασκόντων, αξιολόγηση του προγράμματος με την κατάθεση
των σχετικών εμπειριών για τη συμμετοχή και το ενδιαφέρον των μαθητών, τον
εντοπισμό σημείων που χρήσουν βελτίωσης για την αποτελεσματικότητα τέτοιων
προγραμμάτων και αξιοποίησης των βέλτιστων πρακτικών άλλων σχολικών μονάδων.
Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να παρουσιαστούν
τα κύρια χαρακτηριστικά λήψης και εκτέλεσης απόφασης ενός συλλογικού οργάνου,
του συλλόγου διδασκόντων, στις σχολικές μονάδες και ο τρόπος λειτουργίας του
μέσα από την περιγραφή ενός θέματος που απασχόλησε έναν σύλλογο διδασκόντων.
Από τη βιβλιογραφική μελέτη διαπιστώνεται
ότι η ελληνική πολιτεία εισήγαγε με τον νόμο 1566/1985 τον θεσμό του συλλόγου
διδασκόντων, ως όργανο σχολικής διοίκησης, σε μια προσπάθεια για την προώθηση
της διοικητικής αποκέντρωσης και του δημοκρατικού προγραμματισμού στον χώρο της
πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι η εφαρμογή του δημοκρατικού
τρόπου λήψης απόφασης διασφαλίζει τη «συλλογική
ευθύνη», με σημαντικά πλεονεκτήματα για την εφαρμογή της από την πλευρά της
διοίκησης: όπως «την ποιότητα της
απόφασης, τη δημιουργικότητα στη λήψη της, την αποδοχή της, την κατανόησή της,
την ορθοφροσύνη κατά τη διαδικασία λήψης της, την ορθότητα και
αποτελεσματικότητά της, την τόνωση του ηθικού των εκπαιδευτικών και την αύξηση
των κινήτρων». Από την παρουσίαση του παραδείγματος λήψης και σχεδιασμού
υλοποίησης της απόφασης του συλλόγου έγινε μια προσπάθεια συστηματικής
εφαρμογής, σε πρακτικό επίπεδο, του κλασσικού υποδείγματος και του δημοκρατικού
τρόπου λειτουργίας του.
Διαπιστώνεται ότι η λήψη και εκτέλεση
απόφασης, σε επίπεδο σχολικής μονάδας, αποτελεί το κέντρο της διοικητικής
λειτουργίας και είναι σημαντική για την αποτελεσματικότητα της οργάνωσης καθώς
επίσης ότι η ενεργός συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε αυτή αποτελεί πρόκληση και
λειτουργεί ως παράγοντας ενισχυτικός στην αύξηση των κινήτρων και στην επίτευξη
των στόχων του οργανισμού. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο συνεργασίας και
αλληλεπίδρασης τονώνεται η αίσθηση της επαγγελματικής αυτονομίας των
εκπαιδευτικών, της επαγγελματικής ενδυνάμωσης και της αποτελεσματικότητάς τους.
[1] Κατσαρός, Ι. (2008). Οργάνωση και Διοίκησης της Εκπαίδευσης. Αθήνα: Παιδαγωγικό
Ινστιτούτο ΥΠΠΕΘ.
[2] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2008). Εκπαιδευτική Διοίκηση και Οργανωσιακή
Συμπεριφορά. Αθήνα: Έλλην.
[3] Πασιαρδής, Π. (2014). Εκπαιδευτική ηγεσία. Από την περίοδο της ευμενούς αδιαφορίας στη
σύγχρονη εποχή. 2η Έκδοση. Αθήνα:
Μεταίχμιο.
[4] Γόγολα, Α. & Κατσής, Α. (2019). Ρόλοι και διαδικασίες λήψης απόφασης σε
επίπεδο σχολικού οργανισμού: Διερεύνηση των απόψεων εκπαιδευτικών
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Ν. Αργολίδας. [υποστηρικτικό υλικό μεταπτυχιακού
μαθήματος]. Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου. Εαρινό εξάμηνο 2018-2019. Πάφος.
[5] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2008). Εκπαιδευτική Διοίκηση και Οργανωσιακή
Συμπεριφορά. Αθήνα: Έλλην.
[6] Παναγοπούλου, Ε. (2006). Η λειτουργία και η δημιουργικότητα του σχολείου μέσα από τις συνεδριάσεις
του Συλλόγου Διδασκόντων. Βόλος: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Ανάκτηση
30/04/2019 από http://ir.lib.uth.gr/bitstream/handle/11615/14439/P0014439.pdf?sequence=1&isAllowed=y
[7] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2008). Εκπαιδευτική Διοίκηση και Οργανωσιακή
Συμπεριφορά. Αθήνα: Έλλην.
[8] ΦΕΚ Υπουργικής Απόφασης 1340/2002. Ανάκτηση
01/05/2019 από http://dipe.ait.sch.gr/nomothesia/leitoyrgia%20sxoleion/fek-1340-2002-kathikonta-armodiotites-stelexwn-ekpaideysis-klimaka.pdf
[9] Παναγοπούλου, Ε. (2006). Η λειτουργία και η δημιουργικότητα του σχολείου μέσα από τις συνεδριάσεις
του Συλλόγου Διδασκόντων. Βόλος: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Ανάκτηση
30/04/2019 από http://ir.lib.uth.gr/bitstream/handle/11615/14439/P0014439.pdf?sequence=1&isAllowed=y
[10] Τσάλλα, Δ. (2017). Στάσεις και αντιλήψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της
Ανατολικής Αττικής σχετικά με την αποτελεσματική λειτουργία του Συλλόγου
Διδασκόντων και τον βαθμό επίδρασής του στο εξωδιδακτικό έργο των
εκπαιδευτικών. Αθήνα: Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Ανάκτηση 30/04/2019 από http://estia.hua.gr/file/lib/default/data/18430/theFile
[11] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2008). Εκπαιδευτική Διοίκηση και Οργανωσιακή
Συμπεριφορά. Αθήνα: Έλλην.
[12] Κιουλάφας, Μ.
(2016). Διαδικασία Λήψης Απόφασης σε
επίπεδο σχολικής μονάδας: Η περίπτωση της αξιοποίησης των ΤΠΕ στη διδακτική
πρακτική. Στο Περιοδικό Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών – Επιστημονικών Θεμάτων,
τ. 10, 135-145. Ανάκτηση 30/04/2019
από https://erkyna.gr/e_docs/periodiko/dimosieyseis/ekpaideytika/t10-09.pdf
http://ir.lib.uth.gr/bitstream/handle/11615/14439/P0014439.pdf?sequence=1&isAllowed=y
[13] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2019). SWOT Analysis. [υποστηρικτικό υλικό μεταπτυχιακού μαθήματος]. Πανεπιστήμιο Νεάπολις
Πάφου. Εαρινό εξάμηνο 2018-2019. Πάφος.
[14] Αθανασούλα – Ρέππα, Α. (2008). Εκπαιδευτική Διοίκηση και Οργανωσιακή Συμπεριφορά. Αθήνα: Έλλην.
Ο κ. Καραγιάννης Αθανάσιος είναι δάσκαλος και
υπηρετεί στη Διεύθυνση Π.Ε. Γρεβενών ως Προϊστάμενος του Τμήματος Εκπαιδευτικών
Θεμάτων. Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων με Κατεύθυνση
Πληροφοριακά Συστήματα Διοίκησης του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Τ.Ε.Ι.
Δυτικής Μακεδονίας, Μεταπτυχιακού Τίτλου στη Δημόσια Διοίκηση με Κατεύθυνση
Εκπαιδευτική Διοίκηση του Πανεπιστημίου Νεάπολις Πάφου Κύπρου, Πτυχίου του
Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Τ.Ε.Ι. Δυτικής Μακεδονίας και απόφοιτος της
Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε. Κοζάνης με Ειδίκευση στη Συμβουλευτική και τον Προσανατολισμό.
Εξελέγη Δήμαρχος του Δήμου Ηρακλεωτών Νομού Γρεβενών τη δημοτική περίοδο
2007-2010 και ανέλαβε καθήκοντα Αντιδημάρχου Διοικητικών/Οικονομικών υπηρεσιών
του Δήμου Γρεβενών από 01-01-2011 έως 31-12-2012 καθώς και Αντιδημάρχου του
τομέα Παιδείας, Πολιτισμού & Αθλητισμού από 01-01-2013 έως 31-08-2013.
© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved