scientific-journal-articles

CVPekpaideusis

Αρχική σελίδα περιοδικού C.V.P. Παιδαγωγικής & Εκπαίδευσης

Σύντομη βιογραφία της συγγραφέως

 

Κριτικές του άρθρου

vipapharm-greek

linep5

ISSN: 2241-4665

Ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα 02 Ιανουαρίου 2019

linep5

ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗ

της

Δρ. Χρυσούλας Κεχαΐδου

 

linep5

 

Περίληψη

Οι σύγχρονες ανελίξεις στην αγορά εργασίας απαιτούν τη συνεχή εξοικείωση των εργαζομένων με τις νέες τεχνολογίες και την αναβάθμιση των επαγγελματικών ικανοτήτων τους, ώστε να μπορούν να δραστηριοποιηθούν σε ένα ευρύ φάσμα καθηκόντων και γνώσεων.              Η νέα οργάνωση της εργασίας συμβαδίζει με την αδήριτη αναγκαιότητα για μια νέα προσέγγιση στο ζήτημα της κατάρτισης και επανακατάρτισης των εργαζομένων εξαιτίας της ταχύρυθμης απαξίωσης των γνώσεων που διαβαίνει το ανθρώπινο δυναμικό. Η ραγδαία τεχνολογική μεταβολή, που επιβάλλει ορμητικά στους χώρους παραγωγής τα τελευταία χρόνια, προκαλεί ρηξικέλευθες αναδιαρθρώσεις στις παραδοσιακές μορφές οργανώσεων της εργασίας. Τα νέα εργασιακά πρότυπα εδράζονται στη γνώση και την κατάρτιση του ανθρώπινου παράγοντα και συναρθρώνονται με τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των εργαζομένων στην παραγωγική διαδικασία, την ανάπτυξη νέων συλλογικών μορφών οργάνωσης και την ενεργοποίηση της πρωτοβουλίας των απασχολουμένων.

Οι ποικίλες αλλαγές στην κοινωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης επηρεάζουν καίρια τη ζωή και τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης των πολιτών της. Για να μπορέσει κάποιος να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της εποχής μας, χρειάζεται να έχει ποικίλα και αλληλοσυνδεόμενα προσόντα, που πρέπει να ανανεώνονται συνεχώς. Τα άτομα να αποκτούν ευκολότερα νέα προσόντα, ώστε να προσαρμόζονται σε μεταβαλλόμενα τεχνολογικά περιβάλλοντα ή ακόμη να έχουν κινητικότητα στην αγορά εργασίας.

 Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση επενδύει στο ανθρώπινο δυναμικό, προωθεί την απασχόληση σε μια εποχή δομικών αλλαγών και αναδεικνύει την επιχείρηση σε βασικό εταίρο της κοινωνίας και της μάθησης. Η σύνδεση της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης με τις ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς εργασίας είναι πλέον εμφανής για αυτό αποδίδεται τόσο μεγάλη σημασία από οικονομική άποψη στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση.

Η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας επηρεάζει πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως την κοινωνία μας και επιφέρει θεαματικές εξελίξεις στις επιστήμες. Κατά συνέπεια προκύπτει η ανάγκη της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης-επικαιροποίηση των γνώσεων σε όλους τους τομείς των επιστημών καθώς και στον τομέα της εκπαίδευσης.

 

                                                                                   Δρ.  Χρυσούλα Δ. Κεχαΐδου

line

 

Εισαγωγή

Οι εξελίξεις της τεχνολογίας και της οικονομίας είναι ιδιαίτερα σημαντικές και αναπτύσσονται τόσο γρήγορα, ώστε η εκπαίδευση αδυνατεί να τις παρακολουθήσει.

Σήμερα, που οι κοινωνίες οργανώνονται σε νέα πρότυπα και η τεχνολογική πρόοδος αλλάζει καθημερινά και πολλές φορές ριζικά τη ζωή του ανθρώπου, το εκπαιδευτικό «πρότυπο» οφείλει να είναι ανάλογο με τις κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις. Μέσα στο διεθνές και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον απαιτείται να έχουμε τα απαραίτητα εκπαιδευτικά εφόδια που μας παρέχει η ανανέωση της γνώσης. Το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι πλέον πρωταρχικός παράγοντας και η οικονομία της γνώσης εξαρτάται από αυτό.

Ο νέος ρόλος των εργαζομένων προϋποθέτει και την προσωπική τους προσπάθεια να αναβαθμίσουν το επίπεδο εκπαίδευσής τους, διαδικασία που θα πρέπει να επαναλαμβάνεται σε όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής τους διαδρομής. Η κατάρτιση και επανακατάρτιση του εργαζομένου μπορεί να ενισχύσει την αυτοπεποίθησή του, να αναδείξει τα ιδιαίτερα χαρίσματα και τις δεξιότητές του, αλλά κυρίως να συνδράμει στη ριζική αλλαγή της στάσης του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ώστε να αναπτύξει συμπεριφορά παρόμοια με αυτήν ενός αυτοαπασχολούμενου επαγγελματία, που προσπαθεί αδιάκοπα να γίνει και να παραμείνει ανταγωνιστικός. Άλλωστε τα επόμενα χρόνια θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η ένταξη ή επανένταξη στην αγορά εργασία των εργαζομένων με χαμηλό βαθμό γνώσεων.

Ο εργαζόμενος του αιώνα που έρχεται θα απομακρυνθεί δραστικά από το πρότυπο του βιομηχανικού εργάτη και θα μοιάζει περισσότερο με έναν αυτοαπασχολούμενο μικροεπιχειρηματία που θα επενδύει διαρκώς σε γνώση και θα επιδεικνύει μεγάλη προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, ώστε να διασφαλίσει την πρόσβασή του στην απασχόληση, στην ποτίστρα την αναδυόμενης κοινωνίας των πληροφοριών.

Μέσα στο διεθνές και διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον απαιτείται να έχουμε τα απαραίτητα εκπαιδευτικά εφόδια που μας παρέχει η ανανέωση της γνώσης. Το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι πλέον πρωταρχικός παράγοντας και η οικονομία της γνώσης εξαρτάται από αυτό.

Η στρατηγική που στοχεύει στην αύξηση της ποσότητας και της ποιότητας της απασχόλησης πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην εξασφάλιση ποιοτικού και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η συνεχιζόμενη εκπαίδευση και μάθηση. Συμβάλλει επίσης στην άρση των περιφερειακών ανισοτήτων που συνδέονται με την απασχόληση.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Λισσαβώνα τον Μάρτιο του 2000 έθεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση το στρατηγικό στόχο, ο οποίος επαναεπιβεβαιώθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Στοκχόλμη (Μάρτιος 2001), να καταστεί η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης, με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή. Για να επιτευχθεί ο στόχος θα πρέπει να γίνει κατάλληλα προσαρμογή της εκπαίδευσης και κατάρτισης, ώστε αφενός να προσφέρουν σε κάθε πολίτη και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ίσες ευκαιρίες εκπαίδευσης και κατάρτισης, αφετέρου δε να επιτευχθεί η προαγωγή της απασχολησιμότητας και της κοινωνικής ένταξης.

Η προσαρμογή των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας θα βοηθήσει στη μείωση της ανεργίας.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο πλαίσιο του προγράμματος «Εκπαίδευση και Κατάρτιση 2010» τονίζει την ανάγκη «για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου Διασφάλισης ποιότητας για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση και την ανάπτυξη κριτηρίων διαδικασιών και οδηγιών εφαρμογής, σε συμφωνία και με τη διαδικασία της Μπολόνια και ως τμήμα του προγράμματος εργασίας για τους στόχους των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Συναποφασίστηκαν οι άξονες της ενιαίας στρατηγικής της Δια Βίου Μάθησης στις 14/7/2005 στη Θεσσαλονίκη. Οι άξονες αυτοί αφορούν στο μεγαλύτερο μέρος τις δράσεις και τις αρμοδιότητες του ΕΚΕΠΙΣ (πιστοποίηση υποδομών, εκπαιδευτών, γνώσεων, δεξιοτήτων των καταρτιζομένων. Σύμφωνα με το Νόμο 3369/6-7-2005 με θέμα τη «Συστηματοποίηση της δια Βίου Μάθηση και άλλες διατάξεις» εξουσιοδοτείται το ΕΚΕΠΙΣ για τη δημιουργία και πιστοποίηση επαγγελματικών περιγραμμάτων.

 

line

 

Εννοιολογική προσέγγιση της συνεχιζόμενης   Εκπαίδευσης

Βασικοί στόχοι της είναι η προσωπική ολοκλήρωση του ατόμου, η ενεργός συμμετοχή, η κοινωνική ένταξη και η απασχολησιμότητα/προσαρμοστικότητα.

Δια βίου μάθηση σύμφωνα με την ευρωπαϊκή ΄Ενωση ορίζεται: « μια προσέγγιση που εστιάζει στις ευκαιρίες και διαδικασίες μάθησης του ατόμου, αναγνωρίζοντας ότι αυτές οι ευκαιρίες και διαδικασίες τροφοδοτούνται από πολλούς κοινωνικούς θεσμούς συμπεριλαμβανομένων, όχι μόνο της τυπικής εκπαίδευσης και των συστημάτων κατάρτισης, αλλά και τις οικογένειας, της επιχείρησης και των μέσων μαζικής επικοινωνίας».

Η δια βίου εκπαίδευση προβάλλεται σήμερα ως απάντηση στην ανεργία, την ανασφάλεια, την ανταγωνιστικότητα, στην έκρηξη των πληροφοριών και στην ραγδαία ανάπτυξη της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης.

Με την συνεχόμενη  εκπαίδευση δίνεται η δυνατότητα στους ενήλικες πολίτες να αποκτήσουν τη νέα γνώση και να αναπτύσσουν τις απαραίτητες ικανότητες και δεξιότητες, που θα τους βοηθήσουν ώστε να προσαρμόζονται στις εκάστοτε μεταβολές, να νιώθουν ασφαλείς και χρήσιμοι και να καθίστανται ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας.

Η τυπική σχολική εκπαίδευση έχει φθάσει στα όρια της και αδυνατεί συχνά να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες των πολιτών, ενώ η συνεχιζόμενη εκπαίδευση έχει σχεδιασθεί για να προσφέρει τα τελευταία επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα και εφόδια τα οποία ανταποκρίνονται πολύ ικανοποιητικά στις ατομικές και κοινωνικές ανάγκες.

Η δια βίου εκπαίδευση ενδιαφέρει όλους, δηλαδή μαθητές, άτομα που επιθυμούν να αποκτήσουν νέες δεξιότητες για την εργασία τους, ανέργους οι οποίοι επιδιώκουν να αυξήσουν τα προσόντα τους για την προοπτική απασχόλησή τους, αλλά ακόμη και τους συνταξιούχους που εξακολουθούν να νιώθουν ακμαίοι, δημιουργικοί και ωφέλιμοι.

«Δια βίου εκπαίδευση είναι κάθε μαθησιακή δραστηριότητα η οποία αναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής με σκοπό τη βελτίωση των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων, στο πλαίσιο μιας προσωπικής και κοινωνικής θεώρησης μιας οπτικής που σχετίζεται με την απασχόληση».

Η σύνταξη της Λευκής Βίβλου (White paper) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Comission) και η επίσημη ανακήρυξη του 1996 ως Έτους της δια βίου μάθησης και κατάρτισης δείχνει την αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση των εξελίξεων και τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η επένδυση στην εκπαίδευση και κατάρτιση εξασφαλίζει την ανέλιξη του ανθρώπινου δυναμικού και αποτελεί τη βάση της κοινωνικής και οικονομικής ευημερίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους θεωρεί τη δια βίου μάθηση ως βασικό στοιχείο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και συνδέει στενά την έλλειψη εκπαίδευσης με την ανεργία, τον κοινωνικό αποκλεισμό με την επαγγελματική αποκατάσταση. Η παραδοσιακή θεώρηση της εκπαίδευσης οφείλει να αλλάξει και να εναρμονισθεί με τις υπάρχουσες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες.

Γενική είναι η διαπίστωση ότι σε μεγάλο βαθμό η γνώση που αποκτά κανείς στη νεαρή ηλικία ή δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες ή γρήγορα καθίσταται άχρηστη, και ότι δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται πλέον ως διαδοχικές φάσεις της ζωής της σχολικής ηλικίας, της επαγγελματικής και της συνταξιοδότησης. Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση θα επηρεάσει καταλυτικά τα εκπαιδευτικά συστήματα και τη ζωή των ευρωπαίων πολιτών.

Η δια βίου εκπαίδευση θεωρείται ως η εναλλακτική λύση στις προκλήσεις. Για να είναι όμως αποτελεσματική πρέπει να συνδέεται με βασικές αρχές. Αυτές είναι:

        Η αναγνώριση της ισοτιμίας μεταξύ γενικής εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης

     Η σύνδεση της τυπικής (σχολικής) εκπαίδευσης και αρχικής κατάρτισης με την συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση.

     Η παροχή ίσων ευκαιριών στους άνδρες και στις γυναίκες

     Η προαγωγή της αμοιβαίας κινητικότητας συνεργασίας των μελών μιας κοινωνίας σε θέματα εκπαίδευσης.

Η συνεχιζόμενη  εκπαίδευση δεν περιορίζεται αυστηρά σε θέματα απασχόλησης και επαγγελματικής ανέλιξης των ατόμων. Η συμβολή της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στη συνοχή του κοινωνικού ιστού και στην προαγωγή της ισότητας των ευκαιριών.

Η εκπαίδευση δεν πρέπει να προσδιορίζεται από την ηλικία των ανθρώπων. Το σχολείο οφείλει να είναι ανοικτό σ’ όλους όσους θέλουν να προσφέρουν και να επωφεληθούν από τις υπηρεσίες του, να λειτουργεί σε ολοήμερη βάση, να προσφέρει τους χώρους του για διαλέξεις, σεμινάρια, διδασκαλίες, πολιτιστικές εκδηλώσεις..

Σύμφωνα με τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Κοινοβουλίου που αφορούν την συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση θα πρέπει να προσανατολίσει το εκπαιδευτικό σύστημά της προς αυτήν την κατεύθυνση προβαίνοντας σε σημαντικές τροποποιήσεις του. Αυτές είναι:

     Η διαμόρφωση της αντίληψης στους μαθητές ότι η μάθηση είναι διαδικασία συνεχής, η οποία δεν ολοκληρώνεται με το τέλος της θεσμοθετημένης εκπαίδευσης. Δια μέσου της δια βίου εκπαίδευσης θα επιτυγχάνεται ευκολότερα μια σταθερή και συνεχώς ανανεούμενη σχέση με τη γνώση.

     Η δυνατότητα πρόσβασης των αποφοίτων Τεχνικών και Επαγγελματικών Λυκείων σε αντίστοιχα τμήματα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε ΙΕΚ

     Η αύξηση του αριθμού εισακτέων στα ΑΕΙ και TEI.

     Ο θεσμός του Ανοικτού Πανεπιστημίου για την παροχή ανοικτής και εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση.

     Τα προγράμματα σπουδών επιλογής στα ΑΕΙ και TEI της χώρας, τα οποία διαφοροποιούνται από τα πανεπιστημιακά προγράμματα και παρέχουν τίτλο σπουδών ή πιστοποιήσεις κατάρτισης σε διάφορους τομείς.

     Τα προγράμματα επιμόρφωσης των ΠΕΚ Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης.

     Τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας, Ινστιτούτα Διαρκούς εκπαίδευσης ενηλίκων (ΙΔΕΚΕ) και ο οργανισμός επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

     Η πρακτική άσκηση και τα Γραφεία Διασύνδεσης σε όλες τις εκπαιδευτικές μονάδες.

 

 

line

 

Εκπαίδευση και οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Η πιο σημαντική εισροή στην οικονομία της γνώσης και παράγοντας σημαντικός για την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη είναι το ανθρώπινο δυναμικό.

Από έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί στα τελευταία έτη στην Ελλάδα, καταδεικνύεται μικρή συμβολή της εκπαίδευσης στους ρυθμούς της οικονομικής ανάπτυξης σε σύγκριση με άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παράλληλα, η χαμηλή αποδοτικότητα των επενδύσεων που παρατηρείται στην εκπαίδευση, τη δυσαρμονία μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας καθώς επίσης και την ανυπαρξία μέχρι πριν από λίγα χρόνια ενός συστήματος «Δια βίου εκπαίδευσης» και επιμόρφωση των πολιτών στην Ελλάδα αυτό αποτελεί ένα χρόνιο πρόβλημα. Ένα πρόβλημα το οποίο ζητά επιτακτικά λύσεις καινοτόμες, λύσεις αποτελεσματικές, ικανές να συμβάλλουν στην προσπάθεια της χώρας να ακολουθήσει την Ευρωπαϊκή πορεία των υπόλοιπων κρατών με τους ίδιους γοργούς ρυθμούς τους. Εξάλλου, αυτό αρμόζει στην ιστορία μας και στο χρέος που έχουμε απέναντι στο μέλλον της πατρίδας μας.

Η εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα στο χώρο της «συνεχιζόμενης εκπαίδευσης» δεν είναι ενθαρρυντικά σε σύγκριση με την  Ευρώπη η οποία παρουσιάζει στοιχεία περισσότερο ενθαρρυντικά. Το 2002 σύμφωνα με τη δημοσιευμένη κατάταξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα κατέχει μεταξύ των άλλων κρατών μελών την τελευταία θέση, καθώς επίσης το ποσοστό των πολιτών ηλικίας 25-65 ετών που συμμετέχουν κάθε χρόνο σε λειτουργίες της «Δια βίου Μάθηση» άγγιξε μόλις το 1,2% όταν ο μέσος όρος των 15 καρών-μελών στην ευρωπαϊκή ένωση ήταν 8,5% ενώ των 10 νέων χωρών (από 1/5/2004) ήταν 5%.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύει να αυξήσει το ποσοστό από 8,5%  να αυξήσει κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή να αγγίξει το 12,5%.

Οι στόχοι της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης με βάση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του 2001 είναι τέσσερις και αναφέρονται:

1.      Στον ενεργό πολίτη

2.      Στην προσωπική εκπλήρωση και ικανοποίηση

3.      Στον κοινωνικό συνυπολογισμό

4.      Στην καταλληλότητα για απασχόληση σε εργασία (ευελιξία)

Μέχρι σήμερα η Ελλάδα δεν είχε ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για τον τομέα της «συνεχιζόμενης  εκπαίδευσης», με αποτέλεσμα να υπάρχουν επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, σύγχυση, σπατάλη σημαντικών πόρων και απουσία ουσιαστικής δράσης..

Η Γενική Γραμματεία Εκπαίδευσης Ενηλίκων (Ι'ΓΕΕ) του ΥΠΕΠΘ ως ο πλέον αρμόδιος κρατικός φορέας μέσα από το Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων (ΙΔΕΚΕ) σχεδιάζει συγκροτεί δομές και λειτουργεί προγράμματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στηριζόμενη στην φιλοσοφία της «Δια Βίου Μάθησης» των Ευρωπαϊκών πρακτικών και δράσεων. Ως αρμόδιος κεντρικός φορέας του κράτους έχει ήδη ξεκινήσει μια εντατική προσπάθεια ενίσχυσης όλων των κατάλληλων δομών και λειτουργιών που με στόχο να καλύψει όσο το δυνατόν το χαμένο έδαφος των προηγούμενων χρόνων.

Ο στόχος της Ελλάδας να προσεγγίσει το μέσο όρο των εταίρων της, ώστε να φθάσει τελικά και  να πετύχει το στόχο του 12,5% που έχει επισήμως τεθεί. Οι ήδη υπάρχουσες δομές υπάγονται στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Εκπαίδευσης Ενηλίκων και είναι για παράδειγμα τα σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, τα Κέντρα εκπαίδευσης Ενηλίκων, Νομαρχιακές Επιτροπές Λαϊκής Επιμόρφωσης, οι Σχολές Γονέων και τέλος το Κέντρο «Δια Βίου εκπαίδευσης» από απόσταση που ήδη άρχισε να συγκροτείται. Όλα λειτουργούν δια μέσω του Δικτύου Μάθησης με την αρωγή κρατικών φορέων, καθώς και της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Κόμβους του Δικτύου θα αποτελούν τα Ινστιτούτα «Δια Βίου εκπαίδευσης» τα οποία είναι δυνατόν να λειτουργούν στα ΑΕΙ σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο.

Η Δια Βίου Μάθηση αποσκοπεί στην ενημέρωση - πληροφόρηση (με συνέδρια, σεμινάρια, ημερίδες, εκδηλώσεις) στη συμπλήρωση της βασικής εκπαίδευσης στην ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων και νέων βασικών δεξιοτήτων, στην αναβάθμιση δεξιοτήτων, στην επαγγελματική κατάρτιση, στην επιμόρφωση εκπαιδευτών, στην παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού κλπ.

Σύμφωνα με την επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βρυξέλες 20/11/2002) το μέσο επίπεδο συμμετοχής στη δια βίου μάθηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 15% του ενήλικου πληθυσμού σε ηλικία εργασία (ηλικιακή ομάδα 25-64 ετών)  και σε καμία χώρα δεν πρέπει το ποσοστό αυτό να είναι μικρότερο του 10%.

Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση και μάθηση αποτελεί για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πεδίο δραστικών παρεμβάσεων και ο πληθυσμός, στον οποίο στοχεύει είναι κατά κύριο λόγο οι ενήλικοι που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία. Η επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ομαδοποιεί τις νέες ανάγκες του ανθρώπινου δυναμικού δηλαδή η κοινωνία και η οικονομία της γνώσης σε τέσσερις κατηγορίες.

Α) αναβάθμιση επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων.

Β) κοινωνική συνοχή

Γ) ενεργητική συμμετοχή των πολιτών

Δ) προσωπική ολοκλήρωση.

Γίνεται όμως σαφές ότι η αγορά αποτελεί τον ρυθμιστικό παράγοντα που καθορίζει τις εκπαιδευτικές προτεραιότητες και στρατηγικές.

Σύμφωνα με υπόμνημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 30 Οκτωβρίου 2000 αναφέρει τον παρακάτω στόχο: «αξιολόγηση της αξίας των δραστηριοτήτων μάθησης, για να βελτιωθούν αρκετά οι τρόποι με τους οποίους η συμμετοχή και τα αποτελέσματα αυτών γίνονται αντιληπτά και εκτιμώνται, ιδιαίτερα μέσα από όρους των μη κανονικών και άτυπων  δραστηριοτήτων μάθησης». Επίσης η διακήρυξη της Μπολόνια 19 Ιουνίου 1999 και η Ευρωπαϊκή διακήρυξη της Κοπεγχάγης στις 30 Νοεμβρίου 2002 εξασφάλισαν την ποιότητα και τη συνεργασία στην τριτοβάθμια και επαγγελματική εκπαίδευση με στόχο τη μεγαλύτερη διαφάνεια, τη σύγκριση μεταξύ των προσεγγίσεων σε διάφορες χώρες και σε διαφορετικά επίπεδα, καθώς κα την καταλληλότητα για απασχόληση.

Η συνεχόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση χρησιμοποιείτε για να συνδυάσει την επίσημη, την ανεπίσημη και την άτυπη εκπαίδευση και κατάρτιση, για να γίνει επαναθεώρηση των επαγγελματικών διαδικασιών εξασφάλισης της αναγνώρισης της ποιότητας. Απαιτείται η ανάγκη συνεργασίας στην εξασφάλιση ποιότητας και αναγνώρισης μεταξύ των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δίνοντας έμφαση στην ανταλλαγή προτύπων και μεθόδων πιστοποίησης, όπως επίσης και κοινών αρχών και κριτηρίων τα οποία έχουν υιοθετηθεί στη Συνθήκη.

Σύμφωνα με μελέτη του Ο.Ο.Α.Σ.Α (2002) η χώρα μας  το 1999 ήταν τελευταία μεταξύ των 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τις συνολικές δαπάνες ανά μαθητή/σπουδαστή. Για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, σε δολάρια Η.ΓΤ.Α. εκφρασμένα σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης, η Ελλάδα αφιερώνει 2200 Μ.Α.Δ ανά μαθητή (ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 4100), για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση η Ελλάδα αφιερώνει 2900 ανά μαθητή (ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 6200) και για την τριτοβάθμια εκπαίδευση 4300 ανά σπουδαστή (ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 8500 και οι αντίστοιχες δαπάνες για τις Η.ΓΤ.Α. είναι 19200 και για την Ιαπωνία 10300). Οι ανισότητες στις δαπάνες για την εκπαίδευση έχουν σοβαρές συνέπειες στην ανάπτυξη και της εκπαίδευσης ενηλίκων.

Ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσο αφορά το ποσοστό των εργαζομένων ηλικίας 25-64 ετών που συμμετέχει σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Δυστυχώς σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat η Ελλάδα είναι τελευταία με 1,2% .

Πιο συγκεκριμένα το ποσοστό των εργαζομένων της χώρας ηλικίας 25-64 ετών που συμμετείχε σε προγράμματα κυμάνθηκε την τελευταία δεκαετία από 0.9 έως 1,4%, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση κυμάνθηκε από 5,7 έως 8,5%.

Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι όσο υψηλότερο επίπεδο αρχικής εκπαίδευσης έχουν οι ενήλικοι τόσο συχνότερα συμμετέχουν σε προγράμματα εκπαίδευσης. Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι οι ενήλικοι που δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση δεν συμμετέχουν σχεδόν καθόλου σε προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων. Μια άλλη παράμετρος η οποία σχετίζεται με τη συμμετοχή σε προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων είναι η θέση εργασίας. Όσο υψηλότερη ιεραρχικά είναι η θέση εργασίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή των εργαζομένων σε προγράμματα εκπαίδευσης ενηλίκων. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο το 1,9% των αγροτών και το 2,8% των εργατών συμμετείχαν σε προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα ανώτερα στελέχη ήταν πάνω από 11%.

 

line

 

Συμπεράσματα

Οι διεθνείς εξελίξεις στο οικονομικό τεχνολογικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα καθιστούν αναγκαία την απόκτηση ποικίλων γνώσεων και δεξιοτήτων από ενηλίκους.

Για να μπορέσει κάποιος να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της εποχής μας, χρειάζεται να έχει ποικίλα και αλληλοσυνδεόμενα προσόντα, που πρέπει να ανανεώνονται συνεχώς. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη για συνεχιζόμενη εκπαίδευση η οποία θα συμβάλλει στην απόκτηση γνώσεων, δεξιοτήτων , προκειμένου να διευρύνει κανείς τις προοπτικές του στην αγορά εργασίας αλλά ταυτόχρονα θα συμβάλλει και στην προσωπική του ικανοποίηση.

Σύμφωνα με τα επίσημα κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο στρατηγικός προσανατολισμός της είναι προς την οικονομική αντίληψη για τη γνώση, οι ανάγκες της οικονομίας και συγκεκριμένα της αγοράς, επανακαθορίζουν τον προσανατολισμό της δια βίου εκπαίδευση και μάθηση και κυρίως της εκπαίδευσης των ενηλίκων. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή επιτροπή απαιτούνται επενδύσεις για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού. Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση υστερεί αυτή τη στιγμή ως προς τους στόχους στην οικονομία της γνώσης συγκριτικά με άλλους, αυτό οφείλεται στις συγκριτικά χαμηλότατες επενδύσεις στο ανθρώπινο δυναμικό.

Σύμφωνα με την επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βρυξέλες 20- 11 -2002) το μέσο επίπεδο συμμετοχής στη δια βίου μάθηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να είναι τουλάχιστο το 15% του ενήλικου πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (25-64 ετών)  και σε καμία χώρα το ποσοστό αυτό δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο του 10%.

line

 

Βιβλιογραφία

Αραβάνη Γ., 2000, Η κοινωνική αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και δια βίου μάθησης,

Αθήνα

Βεργίδης Β., 2005, Στρατηγικές εκπαίδευσης ενηλίκων και επιμόρφωση των Δημοσίων Υπαλλήλων.

Βεργίδης Β,. 2006, Εκπαίδευση ενηλίκων.

Βρυνιώτης Κ.&Κελπανίδης Μ. 2004 «δια Βίου Μάθηση. Κοινωνικές Προϋποθέσς και Λειτουργίες. Δεδομένα και Διαπιστώσεις. Αθήνα, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα

Descy & Tessaring, 2002, Εκπαίδευση ενηλίκων, σ.5

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αριθμ.24931/95/ΕΚ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο 26-10-1995 «Ευρωπαϊκό έτος της δια Βίου εκπαίδευση και κατάρτιση αριθΧ256/45-47»

Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων -Βρυξέλες 1998.

Κεχαγιόπουλου Π. - Πιάσκου Γ, 1981, Εξελίξεις στη δια βίου εκπαίδευση, Αθήνα Cresson Ε., 1996, Presentation of the European Year of Lifelong Learninf, Edinburgh Τρίλιανός 0., 2000, Η δια βίου εκπαίδευση: Αναγκαιότητα πρακτικές θεωρήσεις και προοπτικές, Θεσ/νίκη

Ψυχογιού I., 2005, Δια Βίου εκπαίδευση και κατάρτιση, Αθήνα.

ROCERS, A. 1999, Εκπαίδευση Ενηλίκων Αθήνα: Μεταίχμια. Ευρωπαϊκή Επιτροπή 1999:πέντε έτη Κοινωνικής πολιτικής Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Λουξεμβούργο

NUISSL, E. 2001 : « learning to: learn-Preparing Adults for Lifelong Learning ?». Lifelong Learning in Europe, 1/2001. 26-31

Tammaro A.M. 2005, Recognition andguality assun ance in Lis-New approaches for lifelong learning in Europe p.75

Tippelt R., 1997, Παιδαγωγική Επιθεώρηση, Συστήματα της δια Βίου Μάθησης, τ.26, σελ. 249- 272, Θεσ/νίκη

ΥΠΕΠΘ, Διεύθυνση Ευρωπαϊκής Ένωσης, 1996, Συνοπτική παρουσίαση της Λευκής Βίβλου Αξιοποίηση δεδομένων, Αθήνα ΥΠΕΠΘ, Εκπαίδευση 2000. Γτα την Παιδεία ανοικτών οριζόντων, Γ' έκδοση.

 

 

line

                

linep5

 

© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved

 

vipapharm

 

linep5