Σύντομη βιογραφία της συγγραφέως |
ISSN: 2241-4665
Ημερομηνία
έκδοσης: Αθήνα 17 Νοεμβρίου 2020
«Σχολική Αποτελεσματικότητα: Ο Διευθυντής – Ηγέτης»
Ρούσσου Μαρία
MSc- Επιστήμες
Αγωγής-Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση
Εκπαιδευτικός Φυσικής Αγωγής-Διευθύντρια Σχολικής
Μονάδας
«School Effectiveness. School Principal – Leader»
Roussou Maria
MSc Education
Sciences–Educational Leadership and Administration
Educator
of Physical Education- School Principal
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η
ποιότητα της εκπαίδευσης στο σύγχρονο πλαίσιο της ανταγωνιστικότητας, της
εξειδίκευσης και της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας της γνώσης, αποτελεί τον
θεμέλιο λίθο για προσωπική και κοινωνική ευημερία. Ως απόρροια, προσβάλλεται
έντονα το αίτημα για σχολική αποτελεσματικότητα η οποία θα έχει θετική επίδραση
στην παρεχόμενη εκπαίδευση. Πλήθος ερευνών σχετικά με τους παράγοντες που
συμβάλουν στην αναβάθμιση της ποιοτικής εκπαίδευσης και της βελτίωσης της
αποτελεσματικότητας της σχολικής μονάδας κατέληξαν στην κοινή διαπίστωση ότι τα
αποτελεσματικά σχολεία έχουν ικανούς και αποτελεσματικούς σχολικούς ηγέτες. Ως
σχολική αποτελεσματικότητα νοούμε τον βαθμό εκπλήρωσης των αυτοτιθέμενων στόχων
ενός σχολείου με εμπλεκόμενους όλους τους επιμέρους φορείς του. Η σχολική
αποτελεσματικότητα προσδιορίζεται από ένα μεγάλο αριθμό παραγόντων όπως το
οικονομικοκοινωνικό συγκείμενο, οι ενδοσχολικές σχέσεις, το κλίμα, οι
προσδοκίες και καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά του σχολικού διευθυντή. Ο
διευθυντής του σχολείου χρειάζεται να διαθέτει φυσιογνωμία ηγετική, να έχει
αποποιηθεί την μονοδιάστατη διεκπαιρεωτική μορφή διοίκησης του παρελθόντος και
να συνδυάζει πλήθος προσωπικών και οργανωσιακών χαρακτηριστικών ώστε να
συνθέτει το ζητούμενο προφίλ, το προφίλ ενός διευθυντή-ηγέτη. Επιπλέον
χρειάζεται να διαμορφώνει όλες τις απαιτούμενες συνθήκες για την ανάπτυξη και
εγκαθίδρυση στους κόλπους του σχολείου που ηγείται ανοιχτής επικοινωνίας,
θετικού κλίματος, κουλτούρας συνεχούς επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης,
επαγγελματικής ικανοποίησης, ανάπτυξης κοινού οράματος, μαθητοκεντρικής μάθησης
καθώς και συνεργασίας με γονείς μαθητών.
ABSTRACT
The quality of education in the modern
context of competiveness, specialization and the globalized knowledge based society, consists
the cornerstone of the personal and social prosperity. As a result, the demand
of school effectiveness is a prerequisite for the positive impact of the
provided education. A host of studies about the conducive factors to the
upgrade of the quality of education an the enhancement of the effectiveness of
the school unit concluded to the common presumption that the effective schools,
should have got efficient an effective school leaders. By the term school
effectiveness we mean the extend of fulfillment of the set purpose of a school
and the individual bodies taking part in
this. The school effectiveness is defined by a large number of factors as the
socioeconomic context, the intra school
relations, the general ambiance, the expectations, and all of these are
defined by the school principal. The school principal needs to dispose
leadership qualities and also he should have defined the one dimensional
administrative form of management of a past age. He has to combine a host of
personal an organizational attributes so as to compose the required profile,
the profile of a school leader. Additionally he needs shape all the necessary
conditions for the development and establishment within the school environment
surroundings of which he is in change of open communication, a positive mood a
continuous retraining culture, satisfactory development of a common vision,
learner centered education and a perfect cooperation with the school parents or
guardians.
Περιεχόμενα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1ο
1.1
Σχολική Αποτελεσματικότητα
1.2 Χαρακτηριστικά Αποτελεσματικού Σχολείου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
2ο
2.1
Διευθυντής Διοικητής / Διευθυντής - Ηγέτης
και αποτελεσματικότητα
2.2
Χαρακτηριστικά Αποτελεσματικού Διευθυντή - Ηγέτη
2.2.1 Επικοινωνία
2.2.2
Θετικό κλίμα
2.2.3
Κοινό Όραμα
2.2.4
Επιμόρφωση-Επαγγελματική Ανάπτυξη
2.2.5 Επαγγελματική
Ικανοποίηση Εκπαιδευτικών
2.2.6
Μαθητοκεντρική Μάθηση
2.2.7
Συνεργασία με γονείς μαθητών
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στην εποχή της μετανεωτερικότητας, η αποτελεσματικότητα κατέχει κεντρική
θέση σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Η εκπαίδευση, προσπαθώντας να
συμβαδίσει με τις παγκόσμιες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις και ούσα ένας από
τους σημαντικότερους παράγοντες ανάπτυξης κάθε κράτους, δεν θα μπορούσε να
μείνει ανεπηρέαστη από το αίτημα για την βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της.
Το ίδιο το ΥΠΕΠΘ σε εγκύκλιό του (31-08-2005) συμπεριλαμβάνει στους στόχους του
την «βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης και της
αποτελεσματικότητας των σχολικών μονάδων». Στόχοι, που όπως συνεχώς
αποδεικνύεται, συνδέονται άρρηκτα με το κλίμα και την υποστήριξη για διαρκή
βελτίωση της διδασκαλίας και της μάθηση, τα οποία υφίστανται και αναπτύσσονται
μέσω των αξιών και των καλών πρακτικών που διαχέει ένας διευθυντής-ηγέτης
(Hallinger and
Murphy, 1986)[1].
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1ο
1.1
Σχολική Αποτελεσματικότητα
Στις
μέρες μας, ένα σχολείο νοείται ως αποτελεσματικό όταν αποτελεί κοινότητα καλής
πρακτικής με κοινές επιδιώξεις, συλλογικές δράσεις, συστηματική προσπάθεια
αυτοβελτίωσης, με κατάλληλο μαθησιακό κλίμα και δημοκρατική οργάνωση.
Αποτελεσματικό θεωρείται ένα σχολείο όταν οι μαθητές του έχουν καλύτερη επίδοση
από την προσδοκώμενη, βασισμένη σε αποτελέσματα και σε δεδομένα (Mortimore,
1991) [2]. Κατά τον Gaskell, (1995) [3] αποτελεσματικό σχολείο είναι αυτό που η
επιτυχία εκπροσωπεί την ικανοποίηση των αναγκών των μαθητών, βάση των τιθέμενων
στόχων και του προγράμματος σπουδών. Σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη (1998)[4],
αποτελεσματικότητα είναι η ικανότητα να επιφέρεις το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Η
σχολική αποτελεσματικότητα απασχολεί τους ερευνητές της εκπαίδευσης εδώ και
πολλά χρόνια. Ο Ronald R. Edmonds και οι
συνεργάτες του στα τέλη του ΄70 δημιούργησαν το κίνημα για το «αποτελεσματικό
σχολείο». Μέσα από αυτό το κίνημα, προσπάθησαν και κατάφεραν να πείσουν την
εκπαιδευτική κοινότητα ότι τα σχολεία μπορούν να μετασχηματιστούν και να
καταστούν τελικά, για όλους τους μαθητές αποτελεσματικά (Ανδρεαδάκης, 2010)[5].
Το κίνημα για το «αποτελεσματικό σχολείο», επεκτάθηκε και πέραν των συνόρων της
Αμερικής από όπου ξεκίνησε και διαχύθηκε σε όλο τον κόσμο δίνοντας ελπίδα σε
κάθε μαθητή για το δικαίωμά του στη μόρφωση. Σήμερα θεωρείται πλέον δεδομένο,
ότι το σχολείο επηρεάζει την σχολική επιτυχία (Παµουκτσόγλου, 2001)[6].
Έτσι οι σύγχρονες έρευνες εστιάζουν στις στρατηγικές που πρέπει να
ακολουθούνται ώστε τα σχολεία τα οποία δεν είναι αποτελεσματικά να μπορέσουν εν
τέλει να γίνουν, αλλά και αυτά που είναι ήδη αποτελεσματικά να μπορέσουν να
βελτιωθούν.
1.2
Χαρακτηριστικά Αποτελεσματικού Σχολείου
Είναι δύσκολο να ισχυριστεί κάποιος
ότι υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά με καθολική ισχύ τα οποία καθορίζουν
τη σχολική αποτελεσματικότητα. Η σχολική αποτελεσματικότητα καθορίζεται από το
κοινωνικό, πολιτισμικό και οικονομικό πλαίσιο της σχολικής μονάδας. Επηρεάζεται
από τους γονείς, τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς, τις αξίες και την κουλτούρα
του σχολείου. Ένα σχολείο μπορεί να θεωρείται αποτελεσματικό σε μια ελληνική
πόλη ενώ σε μια άλλη όχι. Μπορεί να θεωρείται αποτελεσματικό σε μια χώρα ενώ σε
μια άλλη όχι. Ωστόσο, ύστερα από πολλές έρευνες καθορίστηκαν τα ακόλουθα
χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τα οποία μπορεί ένα σχολείο να θεωρηθεί
αποτελεσματικό (MacBeath, 2001)[7]:
-Υψηλές
προσδοκίες
-Συνεργασία
σχολείου- οικογένειας
-Βαθμός
«επαγγελματισμού» της διοίκησης
-Βαθμός
οργάνωσης σχολικού περιβάλλοντος
Ο Edmonds, στηριζόμενος σε συνδέσεις αποτελεσμάτων
ερευνών για τη σχολική αποτελεσματικότητα, πρότεινε το μοντέλο των πέντε
παραγόντων (1979) [8]. Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό υπάρχει θετική
σύνδεση του αποτελεσματικού σχολείου με τους εξής παράγοντες:
-Δυναμική
εκπαιδευτική ηγεσία
-Έμφαση
σε βασικά θέματα του Αναλυτικού προγράμματος
-Υψηλές
προσδοκίες για μαθησιακά αποτελέσματα
-Παρακολούθηση
και συχνή αξιολόγηση της προόδου των μαθητών
-Ήρεμο
και ασφαλές περιβάλλον εργασίας
Τέλος
ο Mortimore,
(1991)[9], αναφέρεται σε παράγοντες που συμβάλλουν στην σχολική
αποτελεσματικότητα και βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση μεταξύ τους όπως:
-∆ιοίκηση
µε επαγγελματισμό: ο ρόλος του διευθυντή, το στυλ διοίκησης, και η σχέση του με
τις αξίες, τους στόχους και το όραμα της σχολικής μονάδας.
-Μαθησιακό
περιβάλλον: σχολική οργάνωση, ήρεμο περιβάλλον, ήρεμοι μαθητές, με αυτοέλεγχο.
-Κοινό
όραμα και στόχοι: οι εκπαιδευτικοί συνεργάζονται, έχουν κοινές αξίες και
στόχους, συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων.
-Συνεργασία
σχολείου και οικογένειας: Ενεργή συμμετοχή γονέων, σχολείο ανοιχτό στην
κοινωνία, συχνές συναντήσεις γονέων-εκπαιδευτικών.
-Το
σχολείο ως οργανισμός μάθησης: επιμόρφωση και επαγγελματική ανάπτυξη
εκπαιδευτικών και διευθυντή.
Συμπερασματικά,
είναι αξιοσημείωτη η σύγκλιση των θέσεων και των αποτελεσμάτων των παραπάνω
ερευνών ως προς την σχολική αποτελεσματικότητα, όσον αφορά τον παράγοντα
«διεύθυνση» και τον ρόλο που έχει στη σχολική αποτελεσματικότητα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
2ο
2.1
Διευθυντής Διοικητής / Διευθυντής - Ηγέτης και αποτελεσματικότητα
Ένας
από τους σημαντικότερους παράγοντες που ωθεί ένα σχολείο στην
αποτελεσματικότητα είναι ο διευθυντής του σχολείου. H σχολική ηγεσία επιδρά έμμεσα ή και άμεσα
στα σχολικά αποτελέσματα. Ο διευθυντής των αποτελεσματικών σχολείων δύναται να
είναι ένας διευθυντής-εκπαιδευτικός ηγέτης, δυναμικός στην διοίκηση, ενισχυτικός
σε θέματα πειθαρχίας και υπεύθυνος για την αξιολόγηση των επιτευγμάτων (Edmonds, 1979)[10], συνδυάζοντας πλήθος
ηγετικών και διοικητικών ικανοτήτων. Όμως, για να μπορέσει ένας διευθυντής να
ανταποκριθεί σε όλες του τις αρμοδιότητες και να γίνει αποτελεσματικός στο έργο
του, χρειάζεται να αναπτύξει ηγετικά χαρακτηριστικά και να στοχεύει στη
βελτίωση της απόδοσης του εκπαιδευτικού οργανισμού και στην επιτυχία του
σχολείου σε κάθε τομέα και επιπλέον να αντιληφθεί ότι ο ρόλος του δεν είναι
μόνο να είναι συνεπής στα γραφειοκρατικά του καθήκοντα (Στραβάκου, 2013)
[11].
Ο
διευθυντής ως ηγέτης είναι αυτός που χαράζει την κατεύθυνση τους στόχους και
τους σκοπούς της σχολικής μονάδας που διευθύνει. Βρίσκεται στην κορυφή της
σχολικής πυραμίδας και διαμορφώνει τις προτεραιότητες και τις επιδιώξεις του
σχολείου. Έχει όραμα και κατορθώνει να το διαχέει στη σχολική κοινότητα
χρησιμοποιώντας την ικανότητά του να πείθει και να εμπνέει. Προκαλεί το κατεστημένο
εκπροσωπώντας την αλλαγή και την καινοτομία και διευρύνει τους ορίζοντες της
σχολικής μονάδας. Έχει μακροπρόθεσμη προοπτική και είναι διορατικός. Συνδυάζει
συμπεριφορές βάση των οποίων επιδιώκεται ο επηρεασμός της συμπεριφοράς των
άλλων (Πασιαρδής, 2004). [12]
Ο
διευθυντής ως διοικητικός βρίσκει τρόπους με τους οποίους θα μπορέσουν να
πραγματωθούν οι στόχοι και ο σκοπός της σχολικής μονάδας. Διαχειρίζεται και
ρυθμίζει τις συλλογικές υποθέσεις και ανταπεξέρχεται στις γραφειοκρατικές
απαιτήσεις της θέσης που κατέχει. Κινείται στα προκαθορισμένα και επιβεβλημένα
πλαίσια εκπροσωπώντας τη λογική και τη σταθερότητα. Αποστρέφεται τα λάθη και
είναι αυστηρός και με τους άλλους και με τον εαυτό του (Πασιαρδής, 2004)[13].
Στοχεύει στο να κάνει «τα πράγματα σωστά» (Levacic, 1995)[14].
Σύμφωνα
με τον Σαΐτη, (2005)[15], η ηγεσία είναι μια πολύ σημαντική πλευρά
της διοίκησης όμως η διοίκηση δεν ταυτίζεται με την ηγεσία. Ενώ ο Πασιαρδής,
(2004)[16] θεωρεί ότι η
ηγεσία βρίσκεται πάνω από τη διοίκηση και την διεύθυνση και ότι ένας καλός
ηγέτης πρέπει να είναι και καλός διευθυντής και καλός διοικητικός.
2.2
Χαρακτηριστικά Αποτελεσματικού Διευθυντή-Ηγέτη
Ο διευθυντής-ηγέτης μιας σχολικής
μονάδας χρειάζεται να διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό προσωπικών χαρακτηριστικών έτσι
ώστε να καταστεί και ο ίδιος αλλά κατ’ επέκταση και το σχολείο που διευθύνει
αποτελεσματικό. Η προσωπικότητα, οι γνώσεις του διευθυντή και οι ικανότητες του
καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την επιτυχή λειτουργία της σχολικής μονάδας (Ζιάκα,
2014)[17]. Ένας τέτοιος διευθυντής διαμορφώνει τον χαρακτήρα του
σχολείου που διευθύνει αλλά και τους
κανόνες, τις αξίες και τις αρχές που χρειάζεται να σέβονται και να ακολουθούν
τα μέλη του σχολείου (Βελεγράκη κ.α., 2015)[18]. Για να είναι
αποτελεσματικός ένας διευθυντής χρειάζεται να ξέρει ποιες είναι οι ανάγκες του
σχολείου που ηγείται και να πράττει έχοντας πάντα απώτερο σκοπό την κάλυψη των
συγκεκριμένων αναγκών (Ιορδανίδης, 2005) [19].
Ένας διευθυντής-ηγέτης τρέφει μεγάλη
αγάπη για τα παιδιά και για τους μαθητές του σχολείου του. Αγάπη πραγματική και
ουσιαστική. Αγάπη έμφυτη και αμερόληπτη. Τρέφει επιπλέον μεγάλη αγάπη για το
επάγγελμά του αλλά και για τη θέση ευθύνης που κατέχει. Αγάπη που μεταφράζεται
σε μεράκι, σε θέληση για δουλειά, σε συνειδητή απόφαση να προσφέρει στην πρόοδο
και στην καλλιέργεια των μαθητών. Διαθέτει ηγετικές ικανότητες και
χαρακτηρίζεται από υπομονή και επιμονή ώστε να διεκπεραιώνει τα καθήκοντά του
με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Είναι επικοινωνιακός και έρχεται κοντά με όλα τα
μέλη της σχολικής μονάδας αφήνοντας ανοιχτές διόδους επικοινωνίας με όλους. Δεν
αποτελεί μια μονότονη και άτονη φιγούρα, αντιθέτως τον διακρίνει ο ενθουσιασμός
και η αίσθηση του χιούμορ. Ενδιαφέρεται για την αυτοβελτίωσή του και
αναγνωρίζει τη αξία της αυτοαξιολόγησης. Τον διακρίνει η ωριμότητα και διαθέτει
ισορροπημένη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Έχει έντονη περιέργεια για όσα
συμβαίνουν γύρω του, μέσα στο σχολείο και έξω από αυτό. Θέλει να μάθει τι
σκέφτονται οι άνθρωποι γύρω του, πως το σκέφτονται και γιατί το σκέφτονται με
τον συγκεκριμένο τρόπο. Αντιμετωπίζει τους κινδύνους σαν πρόκληση και όχι σαν
κάτι που πρέπει να αποφύγει. Θεωρεί τις αντιπαραθέσεις και τα προβλήματα που
παρουσιάζονται δημιουργικά και αισθάνεται υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα
του σχολείου. Έχει την ικανότητα και τις γνώσεις να συνδυάζει διαφορετικά
μοντέλα ηγεσίας ανάλογα με την περίσταση. Είναι ευπροσάρμοστος, ευέλικτος και
αναλαμβάνει ευθύνες και πρωτοβουλίες και διαθέτει υψηλή ικανότητα αντίληψης και
κριτική ικανότητα.
Ένας διευθυντής-ηγέτης προωθεί την σχολική αποτελεσματικότητα
όταν στηρίζει τους εκπαιδευτικούς του σχολείου και τους παρέχει χώρο για
ελευθερία κινήσεων και χρόνο για πραγμάτωση του έργου τους. Τους ανατροφοδοτεί,
τους επαινεί και αναγνωρίζει την προσπάθειά τους. Τους προσεγγίζει, τους
ενισχύει, τους παρέχει τους υλικούς πόρους που χρειάζονται. Επιδιώκει την
κατανομή της εξουσίας στα πλαίσια της σχολικής μονάδας και τον μετασχηματιστικό
προορισμό του σχολείου μέσω αλλαγών και καινοτομιών. Δημιουργεί αποτελεσματικές
ομάδες εργασίας και απομακρύνει τα επικοινωνιακά εμπόδια που παρουσιάζονται.
Δίνει ξεκάθαρες οδηγίες και οργανώνει αποτελεσματικές συνεδριάσεις.
Ένας διευθυντής-ηγέτης συνδράμει
προς την σχολική αποτελεσματικότητα όταν έχει ρόλο εξισορροπητικό και καταφέρνει
να ανακόπτει την γιγάντωση των αναδυόμενων προβλημάτων σε αρχικό στάδιο ή όταν
εξομαλύνει τα προβλήματα τα οποία έχουν ήδη εξελιχτεί, ώστε να μην εμποδίζεται
η ομαλή λειτουργία και η επίτευξη των στόχων του σχολείου. Συνδράμει επιπλέον
προς την σχολική αποτελεσματικότητα όταν δημιουργεί κουλτούρα
αποτελεσματικότητας στο πλαίσιο του σχολικού γίγνεσθαι, μέσα από αντιλήψεις και
επιμέρους σχέδια δράσης του σχολείου. Όταν επίσης διασπείρει κοινές
πεποιθήσεις, αξίες, συμπεριφορές και δημιουργεί θετικά πρότυπα, μετασχηματίζοντας
το σχολείο σε κοινότητα καλής πρακτικής και δημιουργικής μάθησης.
Ένας διευθυντής – ηγέτης προωθεί την
σχολική αποτελεσματικότητα δίνοντας βαρύτητα σε πλείστες ισχυρά συνεκτικές
συνιστώσες της όπως η πολυκετευθυνόμενη επικοινωνία, η ανάπτυξη θετικού
κλίματος, η δημιουργία κοινού οράματος, η επαγγελματική ικανοποίηση των
εκπαιδευτικών, η εφαρμογή μαθητοκεντικής κουλτούρας μάθησης, η εμπλοκή των
γονιών στα σχολικά δρώμενα.
2.2.1 Επικοινωνία
Ο διευθυντής αποτελεί τον
σημαντικότερο παράγοντα της σχολικής κοινότητας ως προς την ανάπτυξη και την
διατήρηση αμφίδρομης επικοινωνίας στη σχολική μονάδα. Μιας επικοινωνίας
ιδανικής, αντίθετης από την μονόδρομη η οποία μπορεί να προκαλέσει αμυντικές συμπεριφορές με συνέπεια
την αντίδραση, την αδιαφορία και την επιθετικότητα. Ο διευθυντής-ηγέτης για να
μεγιστοποιήσει την σχολική αποτελεσματικότητα φροντίζει να αναπτύξει και άλλες
σημαντικές μορφές επικοινωνίας όπως την επίσημη και την ανεπίσημη, την ανοδική
την καθοδική και την οριζόντια, την ατομική και την συλλογική, την εξωτερική
επικοινωνία. Φροντίζει επιπλέον για την ανάπτυξη επικοινωνιακών δικτύων με την
τοπική κοινότητα, τους τοπικούς συλλόγους την εκκλησία και ιδιαίτερα με τους
γονείς των μαθητών του σχολείου.
Η επικοινωνία συμβάλλει στην βελτίωση
της ποιότητας της σχολικής ζωής και είναι απαραίτητη για την ύπαρξη
αποτελεσματικής παιδαγωγικής σχέσης ανάμεσα στα μέλη του σχολείου. Όταν μέσα
στο σχολείο επικρατεί ανοιχτό επικοινωνιακό σύστημα, όλοι αισθάνονται ασφαλείς,
μπορούν να μιλούν και να πράττουν ελεύθερα, να ανταλλάσσουν πληροφορίες, ιδέες
και συναισθήματα. Αναπτύσσεται έτσι η συλλογικότητα και επιτυγχάνονται οι
τιθέμενοι στόχοι και κατ’ επέκταση οι στόχοι του σχολείου που αφορούν στη
βελτίωση και στην αποτελεσματικότητά του.
2.2.2
Θετικό κλίμα
Το
θετικό σχολικό κλίμα είναι μια από τις βασικές συνισταμένες ενός
αποτελεσματικού σχολείου. Η διαμόρφωσή του εξαρτάται άμεσα από τον διευθυντή
του σχολείου και σχετίζεται με όλους τους εμπλεκόμενους στη σχολική κοινότητα.
Σύμφωνα με τον Θεοφιλίδη (2012)[20] το θετικό κλίμα του σχολείου και
η αίσθηση κοινότητας, ταυτίζονται με την
αποτελεσματικότητα του σχολείου και
έχουν επίπτωση σε όλα τα μέλη του σχολείου, ιδιαίτερα στους μαθητές αφού
επηρεάζουν θετικά την επίδοσή τους. Σημαντικοί παράγοντες δημιουργίας θετικού
κλίματος στο σχολείο είναι η συνεργασία και η σωστή οργάνωση του σχολείου και
όταν αυτό υφίσταται οι εκπαιδευτικοί αισθάνονται εντονότερο το καθήκον τους για
το διδακτικό τους έργο. Κατά τους Freiberg and Stein, ( Ζμπάινος και Γιαννακούρα, 2010)[21],
το θετικό κλίμα στο σχολεία συμβάλει στην ανάπτυξη της αίσθησης του «ανήκειν»
στους μαθητές, αλλά και στην ανάπτυξη συναισθημάτων ασφάλειας και προστασίας
όταν βρίσκονται στο σχολείο, δημιουργώντας ένα υγιές πλαίσιο μάθησης και
διδασκαλίας.
2.2.3
Κοινό Όραμα
Ο
διευθυντής-ηγέτης προωθεί το πνεύμα της συναδελφικότητας, την αλληλοδιάδραση,
την από κοινού λήψη αποφάσεων, την ανάληψη πρωτοβουλιών και υπευθυνοτήτων από
τους εκπαιδευτικούς την δέσμευση για προσπάθεια υλοποίησης ενός κοινού οράματος,.
Σύμφωνα με τον Noonan (2003)[22], ένας επιτυχημένος
ηγέτης προωθεί την διαμόρφωση ενός ρεαλιστικού, αξιόπιστου και ελκυστικού
οράματος. Στοχεύοντας στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του σχολείου,
φροντίζει ώστε η διατύπωση του σχολικού οράματος να είναι ξεκάθαρη και σαφής
δίνοντας έμφαση στη διδασκαλία και τη μάθηση, παράγοντες που χαρακτηρίζουν ένα
αποτελεσματικό σχολείο. Ταυτόχρονα
προκαλεί την εμπλοκή όλου του προσωπικού ώστε να δημιουργηθούν κοινοί στόχοι, όπως και την
ενσυνείδητη δέσμευσή τους για την πραγματοποίηση του από κοινού συμφωνηθέντος
οράματος (Dean, 1999) [23].
2.2.4 Επιμόρφωση-Επαγγελματική
Ανάπτυξη
Με δεδομένο ότι η σημερινή κοινωνία
καλείται και μανθάνουσα κοινωνία, αναδύεται όλο και περισσότερο στην εποχή που
ζούμε η ανάγκη για συνεχή επιμόρφωση και επαγγελματική ανάπτυξη των
εκπαιδευτικών. Έτσι ο διευθυντής-ηγέτης που ενδιαφέρεται πραγματικά για την
βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μαθητών και της σχολικής μονάδας,
φροντίζει συστηματικά για την επιμόρφωση και την επαγγελματική ανάπτυξη των
εκπαιδευτικών ενημερώνοντάς τους για την διεξαγωγή επιμορφωτικών σεμιναρίων και
ωθώντας τους να τα παρακολουθήσουν. Τους παροτρύνει για άτυπη επιμόρφωση και
μεταπτυχιακές σπουδές και αναλαμβάνει τη διοργάνωση ενδοσχολικών επιμορφώσεων
αποσκοπώντας στην επαγγελματική τους ενδυνάμωση. Η επαγγελματική ενδυνάμωση των
εκπαιδευτικών έχει ως συνέπεια την ενδυνάμωση των μαθητών και αυτή με τη σειρά
της έχει ως συνέπεια την ποιοτική βελτίωση, την αναβάθμιση και την αύξηση της
αποτελεσματικότητας της. Σύμφωνα με τον Χατζηπαναγιώτου (2001) [24],
με την επιμόρφωση πραγματοποιείται συνεχής ενημέρωση και υποστήριξη της
ατομικής και επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών που βοηθά την επαγγελματική
τους εξέλιξη. Η επαγγελματική ανάπτυξη ορίζεται από τις δραστηριότητες και τις
διαδικασίες που στοχεύουν στην αλλαγή αντιλήψεων και στάσεων σχετικών με το
διδακτικό έργο και τη συνθετότητα του ρόλου του εκπαιδευτικού μέσα από νέες
διδακτικές προσεγγίσεις (Fullan,
1991)[25]
2.2.5 Επαγγελματική Ικανοποίηση
Εκπαιδευτικών
Οι εκπαιδευτικοί αντλούν ικανοποίηση
από την αναγνώριση του έργου τους (Δημητρόπουλος, 1998)[26]. Η
αναγνώριση αυτή τους παρακινεί να καταβάλουν μεγαλύτερη προσπάθεια, να
βελτιωθούν ακόμα περισσότερο, και να αυξηθεί η αποδοτικότητά τους και η
αποτελεσματικότητά τους (Δημητρόπουλος, 2002)[27]. Η αναγνώριση του
έργου τους δε από τον ίδιο τον διευθυντή τους αποτελεί σημαντικό παρακινητικό
παράγοντα για τους εκπαιδευτικούς.
Οι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη από ένα
δημοκρατικό και ανθρωπιστή διευθυντή που θα συμπράττει ώστε να βιώνουν μεγάλη
ικανοποίηση από την εργασία τους. Έναν διευθυντή που φέρεται με σεβασμό και
εκτίμηση και δίνει αξία στο έργο που προσφέρουν (Madlock, 2008)[28]. Αυτό έχει ως
συνέπεια οι εκπαιδευτικοί να αισθάνονται σιγουριά και εμπιστοσύνη και να
θεωρούν ότι το σχολείο λειτουργεί αποτελεσματικότερα (Αθανασούλα-Ρέπα, 2008)[29],
ενώ συγχρόνως εισπράττουν υψηλό βαθμό ικανοποίησης.
Η επαγγελματική ικανοποίηση επιδρά
σημαντικά στην ψυχολογία των εκπαιδευτικών, επηρεάζει τις σχέσεις τους με τους
μαθητές, καθώς και την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας
τους. Σύμφωνα με τον Καντά, (2009)[30] η επαγγελματική τους ικανοποίηση, επιδρά στην
αποδοτικότητα, στη δημιουργικότητα, στην κοινωνική και ψυχική ευημερία του
ίδιου αλλά και των γύρω του.
2.2.6
Μαθητοκεντρική Μάθηση
Ο
διευθυντής-ηγέτης που στοχεύει στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του
σχολείου, συνεργαζόμενος με τους εκπαιδευτικούς αναπτύσσει και διαχέει μια
μαθητοκεντρική κουλτούρα μάθησης. Ερευνητές στηριζόμενοι στα αποτελέσματα
διαχρονικής μελέτης του Bryk σε
σχολεία του Σικάγο, θεωρούν τη μαθητοκεντρική προσέγγιση στη μάθηση σημαντικό
παράγοντα βελτίωσης των μαθησιακών αποτελεσμάτων και της αποτελεσματικότητας
του σχολείου Θεοφιλίδης (2012)[31]. Οι μαθητές ενθαρρύνονται για
αναστοχασμό και αλληλοδιάδραση, κριτική σκέψη, ουσιαστική μάθηση, ατομική
επιτυχία και αυτοαξιολόγηση. Η στάση των εκπαιδευτικών είναι διευκολυντική,
αυθεντική, δημοκρατική, συμπεριληπτική, ενσυναίσθητική. Επιπλέον οι μαθητές
κατέχουν καίρια θέση σε όλες της εκφάνσεις της σχολικής ζωής. Η φωνή τους είναι
απαραίτητη για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των συνιστωσών της σχολικής
μονάδας. Έχουν το δικαίωμα να εκφράζονται ελεύθερα και μέσα από την οξυδερκή
παρατήρησή τους ανατροφοδοτούν τους εκπαιδευτικούς και τον διευθυντή
συνεισφέροντας στην βελτίωση του σχολείου.
2.2.7
Συνεργασία με γονείς μαθητών
Η
αντίληψη ότι οι γονείς πρέπει να μένουνε μακριά από το σχολείο έχει ξεπεραστεί
και έχουμε πλέον μεταβεί στην εποχή των «ανοιχτών θηρών». Η ενεργός συμμετοχή
των γονέων στα σχολικά δρώμενα κρίνεται απαραίτητη για τη σχολική βελτίωση και
τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μαθητών. Η καλή συνεργασία γονιών και
σχολείου είναι βασικός παράγοντας επίτευξης των στόχων της σχολικής μονάδας και
βοηθά στην επίλυση προβλημάτων και στην ύπαρξη καλύτερων αποτελεσμάτων στη
μόρφωση των μαθητών (Σαΐτης, 2002 )[32].
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Η απαίτηση για αποτελεσματικότητα
στις μέρες μας είναι υπαρκτή και έντονη. Η εξάπλωση της παγκόσμιας αγοράς, η
κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών καθώς και οι έρευνες αξιολόγησης
μαθητικών επιδόσεων σε παγκόσμιο επίπεδο (PISA), επηρέασαν σημαντικά το χώρο της
εκπαίδευσης. Οι εκπαιδευτικές επιδιώξεις των κρατών προάγονται στο πλαίσιο
διεθνών ιδρυμάτων και υπερεθνικών οργανισμών και προωθούνται στο όνομα μιας
σειράς ηχηρών λέξεων, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικότητας (Ζμας, 2007)[33].
Ένα σχολείο μπορεί να χαρακτηριστεί αποτελεσματικό όταν ενισχύει τις ικανότητες
και τις δυνατότητες του κάθε μαθητή ξεχωριστά και του δίνει την ευκαιρία να
αποδώσει τα μέγιστα. Επίσης όταν παρέχει ίσες ευκαιρίες μάθησης σε όλους τους
μαθητές και πρεσβεύει ότι όλοι οι μαθητές μπορούν να μάθουν κάτω από τις κατάλληλες
συνθήκες. Ακόμα, όταν προσπαθεί μα βελτιώνεται συνεχώς στο σύνολό του και όταν
έχει ως αρχή ότι το σχολείο είναι υπεύθυνο για την σχολική επιτυχία των μαθητών
και όχι οι μαθητές και το κοινωνικοοικονομικό τους υπόβαθρο (Murphy, 1992) [34].
Ο διευθυντής είναι από τους
βασικότερους παράγοντες ανάπτυξης του
σχολείου. Διαμορφώνει την εκπαιδευτική πολιτική του σχολείου του λαμβάνοντας
υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες. Εφαρμόζει ένα μοντέλο σχολικής
αποτελεσματικότητας που εξασφαλίζει την πρόοδο και την ικανοποίηση των
εμπλεκομένων στη μαθησιακή διαδικασία. Διαθέτει προσωπικά και οργανωσιακά χαρακτηριστικά που ωθούν τους
επιμέρους παράγοντες της σχολικής μονάδας στην βελτίωση. Ο διευθυντής-ηγέτης
ενός αποτελεσματικού σχολείου οικοδομεί την κουλτούρα και τον πολιτισμό του
σχολείου (Cuban, 1988)[35] και είναι αυτός που ευθυγραμμίζει τα οφέλη των
μαθητών και των εκπαιδευτικών με τις σχολικές πρακτικές και τους σχολικούς
στόχους μέσα σε ένα περιβάλλον συνεχούς βελτίωσης (Heck and Murphy, 1990)[36].
Βιβλιογραφικός
κατάλογος
[1]
Hallinger, P., Murphy, J. (1986). The social context of effective schools. American Journal of Education ,
94(3), 328-355.
[2] Mortimore, P.(1991). School Effectiveness
Research: Which Way at the Crossroads? School Effectiveness and School
Improvement, 2, 3: 213-229.
[3] Gaskell, M. (1995). School effectiveness:
A reassessment of the Evidence, New York, McGraw-Hill.
[4]
Μπαμπινιώτης, Γ. (1998).Λεξικό της Νέας Ελληνικής γλώσσας. Με σχόλια για τη
σωστή χρήση των λέξεων. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας, σ.26
[5]Ανδρεαδάκης,
Ν. (2009-2010). Αποτελεσµατικός εκπαιδευτικός. Πανεπιστηµιακές ση- µειώσεις.
Πανεπιστήµιο Αιγαίου, ΤΕΠΑΕΣ, Ακαδηµαϊκό έτος 2009-2010. Ρόδος
[6]
Παµουκτσόγλου, Α. (2001). Αποτελεσµατικό σχολείο: Χαρακτηριστικά και αντιλήψεις
σε µια προσπάθεια αξιολόγησής του. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεµάτων, 5, 81-90.
[7] MacBeath, J. (2001). Η Αυτοαξιολόγηση στο σχολείο.
Ουτοπία και πράξη. Αθήνα. Ελληνικά Γράµµατα, σ.37
[8] Edmonds, R. (1979). A discussion of the
literature and issues related to effective schooling.Cambridge, MA: Center for
Urban Studies, Harvard Graduate School of Education, p.18
[9] Mortimore, P.(1991). School Effectiveness
Research: Which Way at the Crossroads? School Effectiveness and School
Improvement, 2, 3: 213-229.
[10]
Edmonds, R. (1979). Effective schools
for the urban poor. Educational Leadership, 37(1),15-27.
[11] Στραβάκου, Π. (2003). Ο Διευθυντής της
Σχολικής Μονάδας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Θεωρητική ανάλυση
και εμπειρική διερεύνηση. Θεσσαλονίκη: Αδελφοί Κυριακίδη, σ. 333
[12]
Πασιαρδής, Π. (2004). Εκπαιδευτική Ηγεσία. Από την περίοδο της ευμενούς
αδιαφορίας στη σύγχρονη εποχή. Αθήνα. Μεταίχμιο.
[13]
Πασιαρδής, Π. (2004). Εκπαιδευτική Ηγεσία. Από την περίοδο της ευμενούς
αδιαφορίας στη σύγχρονη εποχή. Αθήνα. Μεταίχμιο
[14] Levacic (1995) Local Management of
Schools: Analysis and Practice. Buckingham: Open University Press
[15]
Σαΐτης Χ. Α. (2002). Ο Διευθυντής στο Σύγχρονο Σχολείο -από τη θεωρία στην
πράξη. Αθήνα.Αυτοέκδοση.
[16]
Πασιαρδής, Π. (2004). Εκπαιδευτική Ηγεσία. Από την περίοδο της ευμενούς
αδιαφορίας στη σύγχρονη εποχή. Αθήνα. Μεταίχμιο
[17] Ζιάκα, Β. (2014). Ο Ρόλος του Διευθυντή
στην Αποτελεσματική Λειτουργία μιας Σχολικής Μονάδας. Ελληνικό Περιοδικό
Διοίκησης Αθλητισμού & Αναψυχής τόμος 11 (1), 41–54. Ανακτήθηκε στις
18/8/15 από www.elleda.gr/sites/default/files/4_ziaka_elleda_41-54.pdf
[18]
Βελεγράκη Α., Ευθυμιόπουλος, Α., Πέτσιου Ε. (2015). Παράγοντες σχολικής
αποτελεσματικότητας. Η σημασία και ο ρόλος του Διευθυντή-Ηγέτη. Επιστημονικό
Δίκτυο Εκπαίδευσης Ενηλίκων Κρήτης, 16. Ανακτήθηκε στις 20/04/2016 από http://cretaadulteduc.gr/blog/?cat=34.
[19]
Ιορδανίδης, Γ. (2005). Ο ρόλος του Διευθυντή της σχολικής μονάδας στην Αγγλία.
Στο Α. Καψάλης (Επιμ.), Οργάνωση και Διοίκηση Σχολικών Μονάδων. σσ. 123-157.
Θεσσαλονίκη: Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
[20]
Θεοφιλίδης, Χ. (2012). ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ. Από τη Γραφειοκρατία στη
Μετασχηματιστική Ηγεσία. Αθήνα. Εκδόσεις Γρηγόρη, 179
[21]
Ζμπάινος, Δ. & Γιαννακούρα, Α. (2010). Η αξιολόγηση του σχολικού κλίματος
από τη σκοπιά των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης : Μια διερεύνηση σε
Γυμνάσια της Αττικής. Παιδαγωγικός Λόγος, 3 (16), 43-60.
[22] Noonan, J. S. (2003). The elements of
leadership. What you should know. USA: Scarecrow Press.
[23] Dean, J. (1999). Improving the primary
school. London: Routledge.
[24]
Χατζηπαναγιώτου, Π. (2001) Η Επιμόρφωση των Εκπαιδευτικών: Ζητήματα Οργάνωσης,
Σχεδιασμού και Αξιολόγησης. Αθήνα, ΕκδόσειςΤυπωθήτω-Δαρδανός
[25] Fullan, M. G. (1991). The new meaning of educational change. New York: Teachers College Press.
[26] ∆ηµητρόπουλος, Ε. (1998). Οι
εκπαιδευτικοί και το επάγγελµά τους. Συµβολή στην ανάπτυξη µιας Επαγγελµατικής
ψυχολογίας του Έλληνα εκπαιδευτικού. Αθήνα. Γρηγόρη.
[27]
Δημητρόπουλος, Ε., (2002). Η αξιολόγηση
της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού έργου. Αθήνα: Γρηγόρη.
[28] Madlock, P. (2008). “The link between
leadership style, communicator competence, and employee satisfaction”, Journal
of Business Communication, 45(1)
[29]
Αθανασούλα-Ρέπα, Α. (2008). Εκπαιδευτική διοίκηση και οργανωσιακή συμπεριφορά.
Αθήνα:Έλλην.
[30]
Καντάς, Α. (2009). Οργανωτική-Βιομηχανική Ψυχολογία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
[31]
Θεοφιλίδης, Χ. (2012). ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ. Από τη Γραφειοκρατία στη
Μετασχηματιστική Ηγεσία. Αθήνα. Εκδόσεις Γρηγόρη.
[32]
Σαΐτη Χ.Α., (2005), Οργάνωση & Διοίκηση της Εκπαίδευσης. Αθήνα.
Αυτοέκδοση.
[33]
Ζμας, Α. (2007). Παγκοσμιοποίηση και εκπαιδευτική πολιτική. Αθήνα. Μεταίχμιο.
[34] Murphy, J. (1992). Effective schools:
Legacy and future directions. In D. Reynolds and P. Cuttance (Eds), School
Effectiveness, Research, policy and practice. London. Cassel
[35] Cuban, L. (1988). The Managerial
Imperative & the Practice of Leadership in Schools.ανακτήθηκε από http://files.eric.ed.gov/fulltext/ED304758.pdf
[36]
Heck, R., &Murphy, J. (1990). Principal instructional leadership and school
achievement. Validation of a causal model. Educational Administration Quarterly
, 26, 94-125
*Εγκύκλιος 31-2005, Λειτουργία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης- Έναρξη του Σχολικού Έτους 2005-2006, Αθήνα: ΥΠΕΠΘ.
© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved