Κριτήρια αποτελεσματικής εφαρμογής και χρήσης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων πολυμέσων στη σύγχρονη διδασκαλία και μάθηση.

Σαπουντζής Α. Γεώργιος

Criteria of effective application and use of educational multimedia programmes in the modern teaching and learning.

Sapountzis A. Georgios

 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Από τη συγκριτική επισκόπηση των ευρημάτων μεγάλου αριθμού ερευνών επισημαίνεται όλο και περισσότερο ότι τα προγράμματα πολυμέσων  καθιστούν υπό προϋποθέσεις τη μαθησιακή διαδικασία ιδιαίτερα αποτελεσματική. Τα βασικά χαρακτηριστικά των πολυμέσων που τα καθιστούν ισχυρά παιδαγωγικά εργαλεία εστιάζονται στην ποιότητα της αλληλεπίδρασης με το μαθητή, στον έλεγχο της ροής του εκπαιδευτικού υλικού και στην ελευθερία πλοήγησης του, στη γρήγορη και εύκολη πρόσβαση σε ένα μεγάλο πλήθος πληροφοριών μέσα από μια ποικιλία μέσων, στην προσωπική εξερεύνηση, στην παροχή κινήτρων για δημιουργική και συνεργατική μάθηση. Επομένως, τα πολυμεσικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα παρέχουν τα πλαίσια για αποτελεσματική μάθηση κατά την οποία οι μαθητές μπορούν να είναι ενεργητικοί και να εμπλέκονται δυναμικά στις μαθησιακές διεργασίες τους. Για να είναι, όμως, η μάθηση με τα πολυμέσα αποτελεσματική θα πρέπει ειδικά τα εκπαιδευτικά προγράμματα πολυμέσων να διακρίνονται από κάποια χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με την παιδαγωγική πλευρά τους, με την προβολή του περιεχομένου τους, με την τεχνική πλευρά τους, αλλά και με το ίδιο το περιεχόμενό τους. Τα βασικά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διέπουν τα προγράμματα πολυμέσων και τα οποία θα λειτουργούν και ως κριτήρια ή προϋποθέσεις, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα τους στη σύγχρονη διδασκαλία και μάθηση, εκτίθενται και αναλύονται διεξοδικά στη μελέτη αυτή.

 

 

Abstract: From the comparative review of the findings of a big number of researches, it is underlined that all the more the multimedia programmes render the learning procedure really effective. The basic characteristics of multimedia that constitute them strong pedagogical tools focus on the quality of the interaction with the student, the control of the flow of the educational material and its freedom of navigation, the fast and easy access to a huge number of information through a variety of means, the personal exploration, and the motivations’ provision for a creational and co–operative learning. Thus, the multimedia educational environments provide the frameworks for an effective learning during which students will be able to be active and to involve into their learning processes. However, in order to be the multimedia learning effective, the educational programmes should stand out for bearing some characteristics related to their educational side, the presentation of their content, their technical aspect, and mainly to their content. The basic characteristics that should govern the multimedia programmes and work as criteria or prerequisites, so as to be guaranteed their effectiveness in the modern teaching and learning, are laid out and analysed in detail throughout this study.     

 

 

Με την εισαγωγή της σύγχρονης τεχνολογίας στα σχολεία και συγκεκριμένα με την εισαγωγή και χρήση των διαδραστικών υπολογιστικών προγραμμάτων εκφράζονται από πολλούς ακόμη και σήμερα φόβοι και δισταγμοί για τις αλλαγές που παρατηρούνται σε όλες τις εκφάνσεις της εκπαιδευτικής διαδικασίας: στη μεθοδολογία και στον τρόπο οργάνωσης της διδασκαλίας και μάθησης, στις διαπροσωπικές σχέσεις εκπαιδευτικού – μαθητών, στις σχέσεις των μαθητών μεταξύ τους, στη σχέση του σχολείου με την κοινωνία, στους τρόπους επικοινωνίας και αλλού.

Οπωσδήποτε καθετί καινούργιο φέρνει τροποποιήσεις και αλλαγές, οι οποίες και ευπρόσδεκτες είναι και αναμενόμενες εν μέρει, όχι όμως μόνο ή πάντα αρνητικές.

Για να διερευνήσουμε, όμως, το χαρακτήρα των αλλαγών που επιφέρει η χρήση των σύγχρονων υπολογιστικών προγραμμάτων πρέπει καταρχήν να διευκρινίσουμε για τι είδους προγράμματα μιλάμε.

Κάνοντας λόγο, λοιπόν, για χρήση εκπαιδευτικών υπολογιστικών προγραμμάτων, εννοούμε τη χρήση εκπαιδευτικών λογισμικών πολυμέσων-υπερμέσων[1] με όλα εκείνα τα  ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τα διακρίνουν και τα οποία θα εκθέσουμε στη συνέχεια κατά την ανάλυση που θα κάνουμε.

Για τα πολυμέσα έχουν γραφεί πολλά τα τελευταία χρόνια. Αν και ο όρος «πολυμέσα» έχει πάρα πολλές σημασίες κατά τη χρήση του (Κασσάνο Αντώνης, 1993˙ Μαρτάκος Δ., 1995˙ Twan Linda, 1994˙ Chorafas N. Dimitris, 1994˙ Σπινέλλης Δ. Διομήδης, 1992), ωστόσο, στο χώρο της πληροφορικής με τον όρο αυτό εννοείται η ενοποιημένη χρήση κειμένου, γραφικών, ακίνητης και κινούμενης εικόνας, ήχου και κάθε άλλου μέσου, όπου κάθε είδους πληροφορία μπορεί να παρουσιαστεί, να αποθηκευτεί, να μεταφερθεί και να επεξεργαστεί με ψηφιακό τρόπο (Fluckiger Francois, 1998˙ Σιμάτος Αναστάσιος, 1995˙ Bigge L. Morris, Schermis Sammuel S., 1999˙ Merill F. Paul, Hammons Kathy, Tolman N. Marvin, Christensen Larry, Vincent R. Bret, Reynolds L. Peter, 1992).

Στο χώρο της εκπαίδευσης βέβαια ο όρος χρησιμοποιείται με πιο εξειδικευμένη έννοια και αφορά στην παρουσίαση και επεξεργασία μαθησιακού κυρίως υλικού με τρία τουλάχιστον από τα μέσα που αναφέραμε παραπάνω (Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry, 1997) (δηλ. κειμένου[2], εικόνας, γραφικών[3], animation[4], video[5] και ήχου[6]).

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των πολυμέσων είναι η διαλογικότητα, η οποία σχετίζεται με την αμφίδρομη επικοινωνία χρήστη-υπολογιστή ( Πολίτης Παν., 1994˙ Jonassen H. David, 1988).

Ο χρήστης μέσα από μια σειρά επιλογών που του παρέχει το σύστημα, μπορεί να καθορίζει με τις ενέργειές του τη λειτουργία του προγράμματος, αλλά και το πρόγραμμα, ανάλογα με τις εντολές που δέχεται από το χρήστη, να ανταποκρίνεται αντίστοιχα (Ομάδα Εργαστηρίου Πολυμέσων, Τμήμα Πληροφορικής Α.Π.Θ.˙ Kahn Brian, 1984). Αυτή η διαδικασία δράσης του χρήστη και αντίδρασης ή ανάδρασης του συστήματος καθορίζει την ποιότητα της αλληλεπίδρασης χρήστη - υπολογιστή (Jonassen H. David, 1988).

Αν και ιστορικά το κυριότερο μέσο αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον άνθρωπο και στον ηλεκτρονικό υπολογιστή είναι το κείμενο (Fluckiger Francois, 1998˙ Κοίλιας Χρ. – Καλαφατούδης Στρ., 1999), στα προγράμματα πολυμέσων - υπερμέσων κυρίαρχο μέσο αποτελεί η εικόνα. Βέβαια και το κείμενο διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο μόνο που εδώ έχουμε να κάνουμε με μη γραμμικά κείμενα που διευθύνονται με συνδέσμους, οι οποίοι επιτρέπουν στο χρήστη να ανακαλύπτει το κείμενο με τη σειρά που θέλει. Το πρόγραμμα διαθέτει πολλαπλά μονοπάτια με εναλλακτικές διαδρομές, ώστε ο χρήστης να μπορεί να μεταβαίνει από ένα μέρος του κειμένου σ’ ένα άλλο ή από τον ένα κόμβο σ’ ένα άλλο (Jonassen H. David, 1988).

Κόμβους, όμως, μπορούν να αποτελούν τα διάφορα στοιχεία της εφαρμογής που είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους με μη γραμμικές σχέσεις (Κόμης Ι. Βασίλης, 1996) μέσω των συνδέσμων[7] ( Fluckiger Francois, 1998˙ Πολίτη Παν. 1994).Οι σύνδεσμοι μπορούν να εμπλουτιστούν με σημασιολογικά χαρακτηριστικά και να αποκτήσουν ιδιαίτερη συμπεριφορά (Βαζιργιάννης Μιχάλης, 1996).

Στα υπερμέσα, λοιπόν, τα στοιχεία της πληροφορίας που αποτελούν τους κόμβους περιέχουν εκτός από κείμενο και άλλου είδους δεδομένα όπως ήχο, εικόνες και γραφικά, video κ.α. (Πολίτης Παν., 1994˙ Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης (Επιμέλεια), 1995). Στις εφαρμογές αυτές υπάρχουν πολλές εναλλακτικές διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει ο χρήστης (Κόλλιας Α. Ανδρέας, 1993).

Όπως γίνεται φανερό το κυρίαρχο στοιχείο στη χρήση ενός υπερμέσου είναι η έννοια της πλοήγησης (Choraphas N. Dimitris, 1994˙ Κόλλιας  Α. Ανδρέας, 1993), η ποιότητα της οποίας εγγυάται και την ποιότητα της αλληλεπίδρασης χρήστη – υπολογιστή.

Για να επιτευχθεί η αλληλεπίδραση χρήστη και εφαρμογής απαραίτητο είναι το περιβάλλον επικοινωνίας που έχει επικρατήσει να λέγεται «περιβάλλον διεπαφής» (Θαλής Γεωργίου, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς κ.α., 1999).Αυτό είναι το σημείο επαφής χρήστη και συστήματος (Θαλής Γεωργίου, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς κ.α., 1999)[8]. Η δημιουργία ενός τέτοιου περιβάλλοντος εύκολου και φιλικού προς το χρήστη απασχόλησε και απασχολεί πολύ τους κατασκευαστές εφαρμογών (Norton Peter, 1995) γι’ αυτό και θέτουν κάποια κριτήρια ή προϋποθέσεις για τη σχεδίαση ενός εύχρηστου περιβάλλοντος εργασίας. Ως βασική προϋπόθεση σχεδίασης μιας επιτυχημένης διεπαφής είναι οι στόχοι που θα υπηρετεί το εκάστοτε λογισμικό, καθώς και οι απαιτήσεις  του χρήστη (Πολίτης Παν., 1994).

Από πλευράς εργονομίας λογισμικού οι βασικές αρχές που θα πρέπει να τηρούνται με βάση τη σύγχρονη βιβλιογραφία είναι οι εξής:

 α)απλότητα[9], β)εργαλειακή λογική[10], γ)συνέπεια[11], δ)συνεργία[12], ε)μέγιστη δυνατή συμβατότητα[13], στ)χρήση μεταφορών[14], ζ)παροχή άμεσης ανάδρασης[15], η)ελαχιστοποίηση απομνημόνευσης[16], θ)εναρμόνιση[17], ι)ευχρηστία[18], ια)ευκαμψία[19], προσαρμοστικότητα[20].

Πέρα από τις γενικές αυτές αρχές, όμως, υπάρχουν και πολλά άλλα στοιχεία που θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη για τη δημιουργία ενός φιλικού προς το χρήστη περιβάλλοντος. Πρώτα απ’ όλα είναι αυτά που έχουν να κάνουν με την παρουσίαση του προγράμματος, όπως, δηλαδή, αυτό βγαίνει στην οθόνη του υπολογιστή (Αρβανιτάκης Νίκος, 1993) (σωστή τοποθέτηση των στοιχείων στην οθόνη της εφαρμογής (Πολίτης Παναγιώτης, 1997), χρήση άρτιων και ελκυστικών χρωμάτων και γραφικών (Αρβανιτάκης Νίκος, 1993) (ορθή χρήση γραμματοσειρών, μεγέθους γραμμάτων, χρωμάτων, συμβόλων (Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998), συμφωνία εικόνων και γραφικών με το θέμα και το κείμενο (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994), εναρμόνιση των πληροφοριών με την τρέχουσα δραστηριότητα (Παπαδόπουλου Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998), σωστή μουσική επένδυση, κατάλληλη αφήγηση, ρύθμιση έντασης φωνής και συγχρονισμός ανάλογα με την περίσταση (Γεωργίου Θαλής, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς, Αναστάσιος Μικρόπουλος κ.α., 1999), σωστός συνδυασμός όλων των μέσων της εφαρμογής, ήχου, κειμένου, εικόνας, γραφικών κ.α. (Δημητρακοπούλου Αγγελική, 1998˙ Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998). 

Η δυνατότητα περιπλάνησης κατά την πλοήγηση, μέσα από πολλές και διάφορες διαδρομές θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα (Αντωνίου - Κρητικού Ιωάννα, 1995). Η χρήση ενός συστήματος άμεσης βοήθειας, χάρτη πλοήγησης, λεξικού όρων και ονομάτων, εξασφαλίζουν εύκολη περιήγηση - μέσα από διακριτική καθοδήγηση – στο χρήστη (Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998).

Η σχεδίαση του περιβάλλοντος διεπαφής θα πρέπει να προβλέπει κάθε φορά τις ανάγκες του χρήστη και τις πιθανές αντιδράσεις του, ώστε ο χρήστης να έχει τον έλεγχο στην εφαρμογή κι όχι η εφαρμογή να «επιβάλλεται» στο χρήστη (Γεωργίου Θαλής, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς, Αναστάσιος Μικρόπουλος κ.α., 1999).

Ύστερα από όσα ειπώθηκαν παραπάνω έγινε φανερό ότι τα προγράμματα πολυμέσων-υπερμέσων μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στη βελτίωση της διδασκαλίας και μάθησης.

Πρώτα απ’ όλα παρέχουν πληροφορίες στο μαθητή μέσα από πολλές αισθήσεις (Δρίβα Γ., Οικονόμου Β., 1998). Η πολυαισθητηριακή πλευρά των πολυμέσων κινητοποιεί τους μαθητές και τους κρατάει σε δράση (Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry, 1997). Έτσι ο μαθητής συμμετέχει και αυτενεργεί σε όλη τη διαδικασία (Παπαδόπουλος Κ.Γ., 1999) ελέγχοντας παράλληλα τη μορφή και τη σειρά των πληροφοριών που του παρουσιάζονται (Κόλλιας Α. Ανδρέας, 1993). Οι ενέργειές του έχουν άμεσες συνέπειες στο σύστημα, οι οποίες δημιουργούν άλλες ενέργειες κ.ο.κ., διαμορφώνοντας έτσι δυναμικά μαθησιακά περιβάλλοντα (Γρηγοριάδου Μ., Γρηγοριάδη Σ., Σαμαράκου Μ., Καραβελάκη Μ., 1995).

Η ίδια η οργάνωση του προγράμματος με τους συνδέσμους και τη δικτυακή δομή δίνουν την αίσθηση του ελέγχου στο μαθητή[21], καθώς του επιτρέπουν να κινηθεί ανάλογα με τη διάθεση και τα ενδιαφέροντα του (Παπαδόπουλος Κ. Γ., 1999).

Μέσα σε τέτοια περιβάλλοντα ο μαθητής έχει τη δυνατότητα όχι μόνο να ανακαλύπτει και να χειρίζεται πληροφορίες, αλλά και να παίζει και να διασκεδάζει (Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry, 1997).

Η αποτελεσματική χρήση τους αυξάνει και επεκτείνει την πρόσβαση στη μάθηση, για άτομα διαφορετικών ηλικιών, ικανοτήτων, γνώσεων και εμπειριών (Kohn Brian, 1984˙ Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry, 1997, συμβάλλει στην ανάπτυξη της δημιουργικής ικανότητας, προάγει την κριτική σκέψη, εφόσον θέτει στο κέντρο του μαθήματος το «πώς» θα λυθεί ένα πρόβλημα και όχι το «τι» του προβλήματος (Παπαδόπουλος Γ., Γογούλου Α., Γούλη Ε., Χούσου  Ε., 1998).

Επομένως, τα περιβάλλοντα των πολυμεσικών-υπερμεσικών εφαρμογών παρέχουν τα πλαίσια για αποτελεσματική μάθηση κατά την οποία οι μαθητές μπορούν να είναι ενεργητικοί και να εμπλέκονται δυναμικά στις μαθησιακές διεργασίες τους  (Kumpulainen Kristina and Mutanen Mika, 1998).

Για να είναι, όμως, η μάθηση με τα πολυμέσα αποτελεσματική θα πρέπει ειδικά τα εκπαιδευτικά προγράμματα πολυμέσων να διακρίνονται από κάποια βασικά χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με την παιδαγωγική πλευρά τους, με την προβολή του περιεχομένου τους, με την τεχνική πλευρά τους, αλλά και με το ίδιο το περιεχόμενό τους (Koper J.R.E., 1998).

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά που πρέπει να διακρίνουν τα εκπαιδευτικά λογισμικά είναι η παροχή δυνατότητας για συνεχείς αλλαγές και προσαρμογές και η σύνδεσή τους με τους στόχους της μάθησης και διδασκαλίας (Σωτηρόπουλου Π., Μπακαλίδη Γ., 1998˙ Vosniadou Stella, De Corte Erik, Glaser Robert, Mandl Heinz, 1996˙ Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994).

Επίσης η παροχή ευκαιριών για ομαδική εργασία και συνεργασία στη σχολική αίθουσα θεωρείται πολύ σημαντική, εφόσον όλο και περισσότερο αναγνωρίζονται τα ευεργετικά αποτελέσματα της ομαδικής εργασίας στη γνωστική και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών ( Ράπτης Αριστοτέλης – Ράπτη Αθανασία, 1998).

Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό είναι η δυνατότητα πλήρους και αμφίδρομης  αλληλεπίδρασης μαθητή - χρήστη και υπολογιστή (Γυφτοδήμος Γιώργος, 1995).

Η δικτυακή δομή των προγραμμάτων πολυμέσων με τους κόμβους και τους συνδέσμους δημιουργούν τη δυνατότητα πλοήγησης στο μαθητή μέσα από πολλές και ποικίλες διαδρομές. Εδώ όμως ελοχεύει ο κίνδυνος της άσκοπης περιπλάνησης και της λήψης ασήμαντων πληροφοριών (Αντωνίου - Κρητικού Ιωάννα, 1998).

Γι’ αυτό, το υλικό θα πρέπει να είναι οργανωμένο και δομημένο σε ενότητες μέσα από τις οποίες θα επιτυγχάνονται κάθε φορά οι στόχοι της μάθησης (Παπαδόπουλος Κ. Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998).

Η επιτυχία, όμως, του προγράμματος εξαρτάται και από την παροχή ευκαιριών για άμεση εμπλοκή των μαθητών με το προς διερεύνηση υλικό, για αναζήτηση καινούργιων δεδομένων (Kahn Brian, 1984), αλλά και από τη δημιουργία συνθηκών για κινητοποίηση των μαθητών, για δημιουργία νέων παρορμήσεων, για πρόκληση νέων αντιδράσεων, για ανάκληση προηγούμενων γνώσεων, για προσφορά νέων (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994˙ Αρβανιτάκης Νίκος, 1993˙ Σκοτεινός Ανδρέας, 1989).

Η σύνδεση των θεμάτων με την καθημερινή ζωή των μαθητών, ο σεβασμός των ενδιαφερόντων τους, η παρουσία του καινούργιου και του απρόσμενου (Μπεζεβέγκης Γ. Η., 1991˙ Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998), θεωρούνται στοιχεία εξίσου σημαντικά.

Τα προγράμματα θα πρέπει επίσης να είναι έτσι σχεδιασμένα, ώστε να μην είναι ούτε πολύ δύσκολα και να προκαλούν φόβο, ούτε πολύ εύκολα και να προκαλούν ανία (Κωτσάνη Γ., Δαπόντε Ν., Δάλκου Γ., Σιούτη Ξ., Τριανταφύλλου Σ., Ταλιαδώρου 1998).

Ένα άλλο σημείο που θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα είναι η προετοιμασία του μαθητή για την πρόσληψη και επεξεργασία της νέας γνώσης, καθώς ο μαθητής πολύ εύκολα μέσα από τα ποικίλα και φανταχτερά αντικείμενα στην οθόνη του υπολογιστή που τον έλκουν, μεταβαίνει αμέσως από ένα σημείο στο άλλο χωρίς προηγουμένως να έχει κατανοήσει τις πληροφορίες που προηγήθηκαν (Αντωνίου – Κρητικού Ιωάννα, 1998).

Ακόμη όλη η δομή του προγράμματος θα πρέπει να ανταποκρίνεται στη γνωστική ανάπτυξη των χρηστών – μαθητών (Αρβανιτάκης Νίκος, 1993˙ Παπάς Γρ. Γιώργος), το περιεχόμενο να ανταποκρίνεται στους στόχους και τους σκοπούς, όπως καθορίζονται κάθε φορά από το αναλυτικό πρόγραμμα (Αρβανιτάκης Νίκος, 1993˙ Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998), να ανανεώνεται κατά περιόδους και να μη προσφέρεται κατά τρόπο δογματικό και αποκλειστικό (Παπανδρέου Π. Ανδρέας, 1993).

Επιπρόσθετα χρειάζεται να ενθαρρύνεται η περισυλλογή και ο προβληματισμός των μαθητών σε δικές τους ιδέες και τρόπους σκέψης, ώστε να αποκτούν μόνοι τους επίγνωση των γνωστικών διεργασιών τους (Vosniadou Stella, De Corte Erik, Glaser Robert, Mandl Heinz, 1996).

Μέσα από τα προγράμματα πολυμέσων ακόμη πρέπει να ασκείται ο μαθητής στην αυτοαξιολόγηση μέσα από διαδικασίες που είναι σύμφωνες με τους μαθησιακούς στόχους (Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., 1998).

Τέλος, μέσα από το περιεχόμενο να εξασφαλίζεται η διαθεματική προσέγγιση της γνώσης που είναι τόσο σημαντική για την αποτελεσματικότητα της μάθησης (Κωτσάνη Γ., Δαπόντε Ν., Δάλκου Γ., Σιώτη Ξ., Τριανταφύλλου Σ., Ταλιαδώρου Λ.,  και Λάσκου Λ., 1998).

Απλές πολυμεσικές εφαρμογές μπορούν να προσφέρουν μια ποικιλία δραστηριοτήτων στην καθημερινή σχολική πράξη που ενεργοποιούν το μαθητή προσφέροντάς του έλεγχο, αυτονομία και υπευθυνότητα για τη μάθηση του (Μaddux D. Cleborne Johnson, D. La Mont, Willis W. Jerry, 1992). Μέσα από μια σειρά επιλογών και δυνατοτήτων ο μαθητής αποκτά ένα νέο τύπο σχέσης με το γραπτό λόγο και ένα νέο τρόπο προσέγγισης και οργάνωσης του κειμένου (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994). Διάφορα εργαλεία και μενού εργασιών (Norton Peter, 1995˙ Perry Greg, 1998˙ Πολίτη Παν., 1994˙ Merill F. Paul, Hammons Kathy, Tolman N. Marvin, Christensen Larry, Vincent R. Bret, Reynolds L. Peter, 1992 και Κασσάνο Αντώνη, 1993) επιτρέπουν στο μαθητή να ενεργεί ως έμπειρος επαγγελματίας σε σχέση με τα αποτελέσματα των ενεργειών του και τον εαυτό του (Seymour Papert). Ο μαθητής παίζει με τη δομή και τη διατύπωση των ιδεών του για να τις υποσαφηνίσει στον εαυτό του και για να τις παρουσιάσει με ένα ξεκάθαρο τρόπο στους άλλους (Perkins David Schwartz L. Judah, Maxweel West Mary, Story Wiske Martha, 1995).

Επιπλέον, μέσα από την έρευνα και τη συγκέντρωση δεδομένων (Γιακουμάκης Ε., Κ. Γκυρτής, Β.Σ. Μπελεσιώτης, Π. Ξυνός κ.α., 1999), τη διατύπωση υποθέσεων, την ερμηνεία των αποτελεσμάτων των ερευνών και την εξαγωγή συμπερασμάτων ασκούνται οι μαθητές στη μάθηση μέσω της έρευνας και όχι της απομνημόνευσης (Σιμάτος Αναστάσιος, 1995).

Εξάλλου, τα προγράμματα πολυμέσων έχοντας ως βασικά χαρακτηριστικά την πρόκληση, τη φαντασία και την περιέργεια είναι από μόνα τους ευχάριστα στους μαθητές (Maddux D. Cleborne Johnson, D. La Mont, Willis W. Jerry, 1992). Οι μαθητές εξασκούν την παρατηρητικότητα τους και αποκτούν γνώσεις και δεξιότητες, συνδυάζοντας μάθηση και παιχνίδι (Κυριαζόπουλος Γιώργος, 1991˙ Μικρόπουλος Τάσος – Λαδιάς Τάσος, 1993).

Ακόμη, μέσω ειδικών προγραμμάτων πολυμέσων γίνεται δυνατή η απομίμηση φαινομένων ή καταστάσεων που υπό πραγματικές συνθήκες απαιτούν πολύ χρόνο, βρίσκονται σε δύσκολες περιοχές (Κυριαζόπουλος Γιώργος, 1991), κοστίζουν πολύ ή κρύβουν κινδύνους (Μικρόπουλος Τάσος – Λαδιάς Τάσος, 1993˙ O.C.D.E., 1989). Μέσα από μια διαδικασία σταδιακής ανακάλυψης του μαθησιακού αντικειμένου[22] τα παιδιά συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία της μάθησης. Μερικές φορές με δοκιμή και με λάθος και μερικές φορές με τη λογική, μαθαίνουν πώς να χειρίζονται το σύστημα, να προκαλούν τα αποτελέσματα που θέλουν και μ’ αυτό τον τρόπο να κτίζουν την αντίληψή τους για τα φαινόμενα που ερευνούν (Kath Brian, 1984). Οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να σχηματίζουν υποθέσεις, να εκτελούν πειράματα και να επιβεβαιώνουν ή να ανατρέπουν τις υποθέσεις τους (Merill F. Paul, Hammons Kathy, Tolman N. Marvin, Christensen Larry, Vincent R. Bret, Reynolds L. Peter, 1992). Έτσι τα παιδιά μαθαίνουν αποτελεσματικά, εφόσον σκέφτονται κριτικά μέσω της πράξης[23] (Maddux D. Cleborne Jonson D. LaMont, Willis W. Jerry, 1992).

Μέσα σε ένα δυναμικό πλαίσιο εργασίας, που εξασφαλίζεται κατά τη χρήση προγραμμάτων πολυμέσων, ο μαθητής – χρήστης μπορεί να δημιουργεί και τα δικά του μοντέλα (Γρηγοριάδου Μ. Γρηγοριάδη Σ., Σαμαράκου Μ., Καραβελάκη Μ., 1995). Μέσα από τη διαδικασία της χρήσης κατάλληλων εργαλείων μοντελοποίησης (Σακονίδης Χαράλαμπος, Bliss Joan, Ogborn John), μέσα από στρατηγικές σχεδιασμού ενός «μοντέλου» (Δαπόντες Νίκος, 1995) και τέλος μέσα από την κατασκευή του μοντέλου, ο μαθητής πειραματίζεται και συλλογίζεται πάνω στις ίδιες τις σκέψεις του  (Σακονίδης Χαράλαμπος, Bliss Joan, Osborn John, 1999).

Οι περισσότερες πολυμεσικές εφαρμογές, επίσης, επιτρέπουν στους μαθητές να συγκεντρώνουν τα δεδομένα τους[24] μέσα από την παρατήρηση ή την έρευνα, να οργανώνουν τις πληροφορίες σε πεδία ή κατηγορίες, να επιγράφουν αυτές τις κατηγορίες, να παίρνουν αποφάσεις σχετικά με το είδος των δεδομένων σ’ αυτές τις κατηγορίες κι έπειτα να εισάγουν τέτοιου είδους πληροφορίες για περαιτέρω ανάλυση (O.C.D.E., 1989). Τα οφέλη εδώ είναι πολλά, εφόσον ο μαθητής θα πρέπει να ξέρει πώς να ψάξει για ό,τι τον ενδιαφέρει, πώς να το συνδέσει με άλλα στοιχεία, πώς να το παρουσιάσει (Μητσικοπούλου Μπέσ., 1990). Αυτές οι ενέργειες αυξάνουν την εμπιστοσύνη του μαθητή και τον ωθούν σε αποφάσεις υπεύθυνες και ώριμες, όμοιες μ’ αυτές ενός επιστήμονα (Merill F. Paul, Hammons Kathy, Tolman Bret, Reynolds L. Peter, 1992).

Επιπρόσθετα, τα προγράμματα πολυμέσων επιτρέπουν στους μαθητές να «επεμβαίνουν» δημιουργικά σ’ αυτά και να δημιουργούν μικρές εφαρμογές. Αυτό γίνεται βεβαίως μέσω του προγραμματισμού που ως διαδικασία είναι πολύ δύσκολη. Υπάρχουν, όμως, και τα συστήματα συγγραφής που είναι απλούστερα σε σχέση με τις γλώσσες προγραμματισμού (Κασσάνο Αντώνης, Multimedia, 1993˙ Ομάδα Εργαστηρίου Πολυμέσων Τμήματος Πληροφορικής Α.Π.Θ., 1996). Αλλά και οι ίδιες οι επεκτάσεις που γίνονται σε πολυμεσικές εφαρμογές παρέχουν μεγάλα οφέλη στους μαθητές, όσο απλές κι αν είναι. Ο μαθητής καθώς «επεμβαίνει» στο πρόγραμμα, ουσιαστικά επικοινωνεί μ’ αυτά (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994). Μέσα από μια σταδιακή εξέλιξη και πορεία για την κατασκευή ή λειτουργία μιας εφαρμογής, δομεί ο μαθητής το δικό του τρόπο σκέψης. Μέσα από τις εντολές που πρέπει να δώσει για να λειτουργήσει, ανακαλύπτει πρώτα απ’ όλα πώς λειτουργεί η ίδια η σκέψη του[25]. Μέσα από την ανάπτυξη των απαιτούμενων στρατηγικών μέσα από την επινόηση των ιδεών και τη διάγνωση της ορθότητάς τους[26], ο μαθητής αποκτά επίγνωση των δυνατοτήτων του (Kumpulainen Kristina and Mutanen Mika, 1998).

Τέλος, η πρόσβαση και η πλοήγηση στο Internet παρέχει άφθονη πολυμεσική πληροφορία (Ε. Γιακουμάκης, Κ. Γκυρτής, Β.Σ. Μπελεσιώτης, Π. Ξυνός, Ν. Στεργιοπούλου – Καλαντζή, 1999). Πέρα από την αναζήτηση πληροφοριών στον κυβερνοχώρο (Fluckiger Francois, 1996), που γίνεται μέσω ειδικών προγραμμάτων πλοήγησης (Ομάδα Εργαστηρίου Πολυμέσων Τμήματος Πληροφορικής Α.Π.Θ., 1996), το Internet παρέχει και δυνατότητα επικοινωνίας και ποικίλων συνεργασιών[27] (Perry Greg, 1998˙ Fluckiger Francois, 1998). Το Internet εξασφαλίζει ισότητα ευκαιριών για μάθηση, η οποία γίνεται μέρος της λεγόμενης κοινωνίας της πληροφορίας (Bennett Ivor, 1998). Οι δυνατότητες που προσφέρουν τα δίκτυα υπολογιστών είναι πολλές. Η σωστή αξιοποίησή τους μπορεί να βοηθήσει σημαντικά τους μαθητές στην αναζήτηση της γνώσης, στην επικοινωνία και συνεργασία όχι μόνο με άλλους συμμαθητές, αλλά και με άτομα και φορείς έξω και πέρα από τη σχολική αίθουσα (Παπαδόπουλος Κ. Γιώργος, 1999˙ Κόλλιας Ανδρέας, 1993). 

  Με την εισαγωγή, όμως, και κυρίως τη χρήση των διαφόρων υπολογιστικών προγραμμάτων εκφράζονται φόβοι από διάφορους για αλλοίωση της κοινωνικής κυρίως διάστασης της εκπαιδευτικής διαδικασίας, για απειλή της αμεσότητας και του πλούτου της ανθρώπινης επικοινωνίας (Τσιούτσιας Δημήτρης, 1998˙ Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994).

 Έτσι, μερικές από τις πιο αρνητικές εικόνες του ρόλου του Η/Υ στην εκπαίδευση σχετίζεται με την αντικατάσταση μιας θερμής εκπαιδευτικής ατμόσφαιρας, στηριγμένης στην κοινωνική αλληλεπίδραση, από ένα ψυχρό, τεχνολογικά ελεγχόμενο μαθησιακό περιβάλλον (Scrimshaw Peter, 1999). Ο άνθρωπος, όμως, σε καμιά περίπτωση δε λειτουργεί ως καθαρός νους. Ο ανθρώπινος νους, όταν επιτελεί το έργο του, δε λειτουργεί ανεξάρτητα από την υπόλοιπη ύπαρξη. Ο άνθρωπος ως πνευματική ύπαρξη, την ώρα που σκέπτεται, ταυτόχρονα και συναισθάνεται και φαντάζεται ( Βασιλόπουλος Κ. Χρήστος, 1996).

Βέβαια, όλοι αυτοί οι κίνδυνοι που επισημαίνονται παραπάνω από τη μια υπογραμμίζουν τη σπουδαιότητα ύπαρξης  υγιών διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ εκπαιδευτικού – μαθητών κατά τη διδασκαλία με τη χρήση υπολογιστικών προγραμμάτων και από την άλλη  λειτουργούν και ως κίνητρα και αφορμές, ώστε να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στη συναισθηματική και κοινωνική πλευρά της διδασκαλίας και μάθησης. Άλλωστε, ο σκοπός της χρήσης ειδικά των προγραμμάτων πολυμέσων, όταν πληρούν τις προδιαγραφές που αναφέραμε παραπάνω και χρησιμοποιούνται σωστά, είναι να συντελέσουν όχι στην υποβάθμιση των διαπροσωπικών σχέσεων και τη σταδιακή εξαφάνιση της ουσιαστικής σχέσης εκπαιδευτικού – μαθητή, αλλά στην προσωποποίηση και ενδυνάμωσή της (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994). Τα προγράμματα από μόνα τους δεν είναι δυνατό να αντικαταστήσουν τον εκπαιδευτικό, αλλά ούτε και να αντικαταστήσουν την ανθρώπινη επαφή.

 Ειδικά τα εκπαιδευτικά προγράμματα πολυμέσων συμβάλλουν στη δημιουργία ποικίλων αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Παρέχουν  νέες  ευκαιρίες για κοινωνικές συναλλαγές. Αποτελούν μέσα για αναδιοργάνωση των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς, δημιουργώντας νέες μαθησιακές δομές (Scrimshaw Peter, 1999).

 Μέσα από τους νέους ρόλους τόσο του εκπαιδευτικού όσο και των μαθητών, όπως διαμορφώνονται κατά τη χρήση διαλογικών προγραμμάτων, ο εκπαιδευτικός όχι μόνο δεν κινδυνεύει να αντικατασταθεί και να χαθεί η κοινωνική διάσταση της διδασκαλίας και κάθε ανθρώπινη επαφή, αλλά του δίνεται περισσότερος «χώρος»[28] για την ανάπτυξη εκείνης της διάστασης του ρόλου του που  αφορά στην επαφή και επικοινωνία με τους μαθητές. Έτσι, ουσιαστικά συμβάλλει και στη γνωστική ανάπτυξη των μαθητών, εφόσον με έρευνες έχει διαπιστωθεί η συμβολή του καλού κλίματος της τάξης στη μάθηση γενικά και τη νοητική ανάπτυξη ειδικότερα (Βασιλόπουλος Χρ., 1993).

 Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η χρήση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων πολυμέσων-υπερμέσων, ενώ εκτοπίζει άλλες πλευρές και διαστάσεις της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δεν αναιρεί τον  ανθρωπιστικό χαρακτήρα της. Τα πάντα εξαρτώνται από τη σωστή χρήση και την ποιότητα των προγραμμάτων αυτών. Έτσι, ο μαθητής αντιμετωπίζεται και υπηρετείται και πάλι ως πρόσωπο κατά τη σχέση του με τον εκπαιδευτικό (Γιαννακοπούλου Ελένη, 1994).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

 



[1] Δυο έννοιες που για κάποιους συμπεριλαμβάνονται στα Πολυμέσα είναι το Υπερκείμενο και τα Υπερμέσα. Αυτά αποτελούν συστήματα Πολυμέσων με δικτυακή δομή. Θεωρούμε πως πρόκειται για δύο όρους ταυτόσημους, εφόσον πλέον δεν υπάρχει εφαρμογή με δεδομένα κειμένου μόνο, σε δικτυακή, μη γραμμική διάταξη και δομή (Υπερκείμενο). Τα Υπερμέσα, άλλωστε, όπως θα δούμε παρακάτω, αποτελούν εξέλιξη της τεχνολογίας του Υπερκειμένου με πολυμεσικά, όμως, χαρακτηριστικά.

[2] Το κείμενο χωρίς να είναι πάντα παρόν σε μια εφαρμογή παραμένει ένα από τα βασικά μέσα αλληλεπίδρασης ανάμεσα στον άνθρωπο και στον υπολογιστή. Fluckiger Francois, Understanding Networked Multimedia, Applications and Technology, Prentice Hall 1998, p..31˙ Θαλής Γεωργίου, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς κ.α.,Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Πολυμέσα – Δίκτυα, βιβλίο μαθητή, Γ΄ Ενιαίου Λυκείου  (Τεχνολογικής κατεύθυνσης) Αθήνα 1999,  σ.2-14 εως 2-15 και 2-3, 2-6˙ Κοίλιας Χρ. – Καλαφατούδης Στρ., Το πρώτο βιβλίο της Πληροφορικής, 2η Έκδοση, Αθήνα 1999, Εκδόσεις Νέων Τεχνολογιών, σ.173-176˙ Ομάδα Εργαστηρίου Πολυμέσων, Τμήμα Πληροφορικής Α.Π.Θ., Multimedia στη θεωρία και στην πράξη, Εκδόσεις Α. Τζιόλα Ε., Θεσσαλονίκη, σ.15.

[3] Η εικόνα και τα γραφικά παρέχουν «συμπιεσμένη» πληροφορία, εξασφαλίζουν δυναμική παρουσίαση και οπτικοποιούν στοιχεία που πολλές φορές είναι δύσκολα ορατά. Μεϊμάρη Μιχάλη, Νέες Τεχνολογίες, Μέσα μαζικής επικοινωνίας: Η περίπτωση των Computer Graphics στο Computer Image Synthesis and animation, (Συνθετική εικόνα και κινούμενο σχέδιο με υπολογιστή), Proceeding of the 1st Autumn School in Computer Graphics, Athens 1989, p..33-34.

[4] Η τεχνική της κίνησης εικόνων και γραφικών (animation) δίνουν ζωντάνια στο υλικό καθώς δίνουν την αίσθηση της χρονικής αλληλουχίας και της οπτικής εναλλαγής. Θαλής Γεωργίου, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς κ.α., Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Πολυμέσα – Δίκτυα, Βιβλίο μαθητή, Γ΄ Ενιαίου Λυκείου (τεχνολογικής κατεύθυνσης), Αθήνα 1999, σ.2-13,2-16.

[5] Η χρήση video μέσα από μία σειρά επιλογών και ρυθμίσεων ενισχύουν την αλληλεπίδραση χρήστη-προγράμματος.Μητσικοπούλου Μπέσ., Interactive video: Η αρχή του ονείρου, Computer για όλους, 77, Φεβρουάριος 1990, σ.201˙ Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry, Teaching and learning with multimedia, Routledge, London and New York, 1997, p.19.

[6] Ο ήχος βοηθά σημαντικά στην κατανόηση πληροφοριών καθώς εμπλουτίζει σημαντικά τη μέθοδο εργασίας, αλλά και τον τρόπο επικοινωνίας ΄΄Για παράδειγμα είναι δύσκολη η ανάγνωση ερμηνευτικού κειμένου, ταυτόχρονα με την παρακολούθηση κινουμένων εικόνων. (Έτσι, μια αφήγηση μπορεί να περιγράψει την προβολή σε ένα video και να επισημαίνει και διαφορές για διαφορετικά θέματα (π.χ. τη διαφορά ανάμεσα στον καλπασμό και στο βάδισμα ενός αλόγου). Άλλες μορφές πληροφοριών πάλι, δεν μπορούν να μεταδοθούν χωρίς τη χρήση ήχου. Είναι σχεδόν αδύνατο να αποδοθεί με ακρίβεια ο βρυχηθμός ενός λιονταριού για παράδειγμα.΄΄Twan Linda, Δουλέψτε με τα πολυμέσα, Μετάφραση: Σ. Βρέτταρος, Ν. Γιουβανάκης, Ν. Φράγκος, Εκδόσεις: Κειδάριθμος, 1994, Τίτλος πρωτότυπου: Welcome to the Multimedia, 1992, σ.22˙ Κωτσιγιάννη Δ. Σταύρου, Πληροφορική και Πολυμέσα, Conceptum, 1996, σ..335.

[7] Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ΄΄σύνδεσμος είναι η αποτύπωση της παρουσίας της διασύνδεσης ανάμεσα σε τρέχοντα κόμβο και σε ένα άλλο.΄΄ Παναγιώτης Πολίτης, ΔΙΑΠΛΟΥΣ, Ένα σύστημα Διδασκαλίας βασικών εννοιών πληροφορικής με τη χρήση πολυμέσων, 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην εκπαίδευση, Η διδακτική των Μαθηματικών και η πληροφορική στη διδασκαλία των θετικών επιστημών, Eπιμέλεια: Πατρώνης Τ. – Πιντέλας Π., Eκδόσεις Γ.Α. Πνευματικού, 1997, σ.327.

΄΄Οι σύνδεσμοι σχεδόν πάντοτε βρίσκονται στο σημείο εκκίνησης με σκοπό να παρέχουν στο χρήστη κάποια σαφή αντικείμενα, τα οποία θα πρέπει να ενεργοποιήσει με σκοπό να ακολουθήσει την πορεία του συνδέσμου. Για να δοθεί η έννοια του πού βρίσκεται η αρχή ενός συνδέσμου χρησιμοποιείται ο όρος Άγκυρα΄΄. Πολίτης Παν. Υπερκείμενα, Υπερμέσα και Πολυμέσα, Αθήνα 1994, σ.65.

Μια άγκυρα είναι ένα τεμάχιο πληροφοριών, εντός ενός μέρους εγγράφου, στο οποίο ο σύνδεσμος μπορεί να κωλύσει. Ως υπερκείμενο ασχολούμενο μόνο με κείμενο, μια άγκυρα μπορεί να είναι κάθε λέξη, συλλογή λέξεων, πρόταση, ή παράγραφος.  Fluckiger Francois, Understanding Networked Multimedia Application and Technology, Prentice Hall, 1998, p.261.

Η άγκυρα μπορεί να είναι υπογραμμισμένη ή χρωματισμένη, πλάγια γραμμένη ή σε πλαίσιο. Ένας ειδικός χαρακτήρας ή  αριθμός μπορεί να είναι προσαρτημένος πριν ή μετά το κείμενο, που λειτουργεί ως «άγκυρα». Fluckiger Francois, Understanding Networked Multimedia, Application and technology, Prention Hall, 1998, p.263.

Μερικά συστήματα Hypertext έχουν επίσης τους λεγόμενους υπερσυνδέσμους, με σκοπό να συνδυάζουν μεταξύ τους, ένα μεγάλο αριθμό κόμβων . Πολίτης Παν. Υπερκείμενα – Υπερμέσα και Πολυμέσα, Αθήνα 1994, σ.69.

΄΄Τέλος, υπάρχουν και ειδικοί σύνδεσμοι όπως οι σύνδεσμοι  σχολίου, που επιφέρουν σαν αποτέλεσμα την προσωρινή εμφάνιση ενός μικρού πλαισίου, μέσα στο οποίο παρέχονται κάποιες πρόσθετες σύντομες πληροφορίες, για τον όρο στον οποίο ο σύνδεσμος αυτός αντιστοιχεί.΄΄ Πολίτης Παναγιώτης, ΔΙΑΠΛΟΥΣ, Ένα σύστημα διδασκαλίας βασικών εννοιών πληροφορικής με τη χρήση πολυμέσων, 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην εκπαίδευση. Η διδακτική των Μαθηματικών και η Πληροφορική στη διδασκαλία των θετικών επιστημών, Επιμέλεια: Πατρώνης Τ. – Πιντέλας Π. Εκδόσεις Γ.Α. Πνευματικού, 1997, σ.328.

[8]Θαλής Γεωργίου, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς κ.α., Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Πολυμέσα – Δίκτυα, 1999, σ.357˙ Πολίτης Παν., Υπερκείμενα, Υπερμέσα και Πολυμέσα, Αθήνα 1994, σ.32.΄΄ Τα «συστατικά» της μονάδας διασύνδεσης μπορούν να περιγραφούν ως: α)Δράσεις β)Συμπεριφορές γ)Περιεχόμενα δ)Προβολές ε)Απηχήσεις στ)Στόχοι. Οι συμπεριφορές του εντολέα προκαλούν δράσεις του εντολοδόχου. Και οι δύο όμως προσδιορίζονται από τα περιεχόμενα. Προβολές είναι οι εκροές (κείμενα, εικόνες, διαγράμματα κ.α.) της μονάδας επικοινωνίας. Απηχήσεις είναι αναδράσεις προς τον εντολέα, που προσδιορίζουν τα αποτελέσματα των συμπεριφορών στα πλαίσια των δομών της μονάδας επικοινωνίας. Δομή είναι η παρομοίωση της δράσης από τη μονάδα επικοινωνίας. Τέλος, στόχοι είναι εκείνοι που κινητοποιούν τις συμπεριφορές, τις οποίες πρέπει να διαχειριστεί η μονάδα επικοινωνίας.΄΄  Μαρτάκος Δ., Εισαγωγή στα Πολυμέσα Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και Εκπαίδευση, Πρακτικά διαλέξεων ημερίδας της Ε.Ε.Φ., και Τμήματος Πληροφορικής του Παν/μιου Αθηνών, Εκδόσεις ΙΩΝ, 1995, σ. 27,28.

[9] ΄΄Η σχεδίαση δηλ. καλής ενδιάμεσης βαθμίδας θα πρέπει να είναι αρκετά απλή, για να την κατανοούν άπειροι χρήστες (όχι πολλές οδηγίες κτλ.) αλλά και αρκετά έξυπνη, για να μην επιβραδύνει έμπειρους χρήστες.΄΄ Norton Peter, 1995˙ Σεντούκας Ιπποκράτης, 1998.

[10]΄΄Σημαίνει ότι το λογισμικό κατασκευάζεται έτσι ώστε να αποτελεί ένα εκπαιδευτικό εργαλείο δηλ. ένα αποτελεσματικό μέσο για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού. Το να αναπαράγει κανείς για παράδειγμα το σχολικό βιβλίο, σε ηλεκτρονική μορφή, δεν παράγει ενδιαφέρον, ούτε έχει ιδιαίτερες επιπτώσεις.΄΄ Δαγδιλέλης Βασίλης, Σατράτζεμη Μαρία, Εκπαιδευτικό Λογισμικό για τη στήριξη της διδασκαλίας: Η περίπτωση του Project Πυθαγόρας, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης, Π. Πιντέλας, Παν/μιο Πατρών, 3ο Παν/κο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Εκδόσεις Γ. Α. Πνευματικού,1997˙ Παπαδοπούλου Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε., Γενικές προδιαγραφές εκπαιδευτικού λογισμικού, Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, « Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση».

[11] ΄΄Διαδικασία ή ενέργεια, που συντελείται σε διαφορετικά μέρη της εφαρμογής, θα πρέπει να παρουσιάζεται και να λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.΄΄ Πολίτης Παν., 1994.

[12]΄΄Δυνατότητα δηλ.  συνεκμετάλλευσης ποικίλων πακέτων λογισμικού, ώστε να επιτυγχάνεται ενοποίηση των πολλαπλών διαθέσιμων χώρων αναπαράστασης, και μέσων έκφρασης, ώστε να λειτουργούν νοητικά ως ενιαίο πλαίσιο εργασίας.΄΄ Γυφτοδήμος Γιώργος, Αλληλεπιδρώντα Πολυμέσα Εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, Τμήμα Πληροφορικής Παν/μίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και εκπαίδευση, Πρακτικά διαλέξεων ημερίδας της Ε.Ε.Φ. και Τμήματος Πληροφορικής του Παν/μίου Αθηνών, Εκδόσεις ΙΩΝ˙ Καραβελάκη – Καπλάνη Μαρία, Κοντού Γιάννα, Παπαπαναγιώτου Γιώργος, Μια νέα προσέγγιση της διδασκαλίας της Φυσικής Λυκείου  με τη χρήση multimedia εκπαιδευτικού λογισμικού,  Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής.

[13]΄΄Δεδομένου ότι ένας από τους στόχους του λογισμικού είναι να χρησιμοποιηθεί σε όσο το δυνατόν πιο πολλούς υπολογιστές, πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για συμβατότητα με διαφορετικά συστήματα υλικού.΄΄ Σεντούκας Ιπποκράτης, 1998.

[14]΄΄Η χρησιμοποίηση οικείων μεταφορών, που είναι ήδη γνωστές στους χρήστες, συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση της προσπάθειας κατανόησης της λειτουργικότητας της εφαρμογής.΄΄ Πολίτης Παναγιώτης, Διάπλους: Ένα σύστημα διδασκαλίας βασικών εννοιών πληροφορικής με τη χρήση πολυμέσων, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης, Π. Πιντέλας, Παν/μιο Πατρών, 3ο Παν/νιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, ο.π., σ.327˙ Edwards N. D. Alistair, Holland Simon, 1992.

[15]΄΄Οι μορφές και τα είδη ανατροφοδότησης, ο βαθμός ανατροφοδότησης, η βοήθεια, είναι απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασμό.΄΄ Δημητρακοπούλου Αγγελική, 1998.

[16] ΄΄Οι χρήστες θα πρέπει να θυμούνται τα απολύτως απαραίτητα. Η ολοκλήρωση των εργασιών μιας εφαρμογής, πρέπει να γίνεται μειώνοντας στο ελάχιστο την περίπτωση να ξεχάσει κάτι ο χρήστης΄΄, Βακάλη Α., Γιαννόπουλος Η., Ιωαννίδης Ν.,κ.α., Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον, Βιβλίο μαθητή, Γ΄ Ενιαίου Λυκείου (τεχνολογικής κατεύθυνσης), 1999.

[17] ΄΄Θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά η εμπειρία και οι αναπαραστάσεις του χρήστη από άλλες εφαρμογές. Να επιδιώκεται δηλαδή μια τυποποίηση ενεργειών και διαδικασιών΄΄, Βακάλη Α., Γιαννόπουλος Η., Ιωαννίδης Ν.,κ.α., Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον, ο.π.

[18]΄΄Αυτό σημαίνει ότι οι συνήθεις λειτουργίες του προγράμματος, θα πρέπει να μπορούν να εκτελούνται με τους απλούστερους δυνατούς χειρισμούς, να υπάρχουν εναλλακτικοί μέθοδοι πληκτρολογίου, ποντικιού και μενού, για τις βασικές λειτουργίες, να υπάρχει όσο το δυνατό πιο άμεση ανταπόκριση στις ενέργειες του χρήστη, να υπάρχει άμεση πρόσβαση σε οδηγίες χρήσης.΄΄ Σεντούκας Ιπποκράτης, 1998 στο «Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση» , Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωστάνης, Στ. Στεφανίδης.

[19] Εάν για παράδειγμα ο χρήστης θα πρέπει να απαντήσει σε ερώτηση του τύπου «Ναι» «Όχι» , η σωστή απάντηση θα πρέπει να γίνεται αποδεκτή, ανεξάρτητα αν το πληκτρολόγιο βρίσκεται σε άλλη κατάσταση (π.χ. αγγλικά ή ελληνικά ή κεφαλαία κ.α.).Για κάθε ενέργεια επίσης το λογισμικό θα πρέπει να ζητάει επιβεβαίωση.΄΄ Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, “Η Πληροφορική στην Δευτεροβάθμια Εκπ/ση”, ο.π.˙ Βακάλη Α., Γιαννόπουλος Η., Ιωαννίδης Ν.,κ.α., Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Ανάπτυξη Εφαρμογών σε προγραμματιστικό περιβάλλον, ο.π..

[20]΄΄Οι προγραμματιστικές λύσεις να είναι «ανοικτές», για παραπέρα ανάπτυξη και προσαρμοστικότητα.΄΄ Ανθούλιας Τάσος, Με το μυαλό και το Κομπιούτερ, 1985.

[21] Οι υπολογιστές επιτρέπουν στο μαθητή να έχει τη δύναμη και τον έλεγχο. Καθώς οι ικανότητες του αυξάνουν, βρίσκει ότι μπορεί να κάνει περισσότερο περίτεχνα και έξυπνα πράγματα. Η αίσθηση της δύναμης και του ελέγχου αυξάνει.Kahn Brian, Computers in Science, Using Computers for Learning and Teaching, Cambridge, Science Education Series, Cambridge University Press, 1984, p.6.

[22]Η ανακάλυψη εδώ, νοείται με την έννοια ΄΄της επανατοποθέτησης ή μεταφοράς στοιχείων της πραγματικότητας με ένα τρόπο, ώστε να δίνεται η δυνατότητα μετάβασης πέρα από τα συγκεκριμένα στοιχεία, σε μια νέα αντίληψη των πραγμάτων.΄΄  Κόλλιας  Α. Ανδρέας, Οι Υπολογιστές στη διδασκαλία και τη μάθηση. Μια κριτική προσέγγιση, Σειρά: Επιστήμες και Εκπαίδευση 2, Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα 1993, σ.102.

[23] Έτσι η μάθηση καθίσταται αποτελεσματική, εφόσον είναι δεδομένο ότι μαθαίνουμε καλύτερα, όταν δοκιμάζουμε εμείς οι ίδιοι να κάνουμε ορισμένα πράγματα , παρά όταν ακούμε άλλους να μιλάνε γι’ αυτά. Κασσάνο Αντώνης, Multimedia, Τεχνική επιμέλεια: Γιωργος Κυπαρίσσης, Σειρά: Γνωριμία με .. , Νο 5, Εκδόσεις Anubis, Compupress 1993, σ.20 .

[24] ΄΄Μια βάση δεδομένων (data base) ή τράπεζα πληροφοριών (τ.π.), θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν μια δεξαμενή χρήσιμων κοινών πληροφοριών, με υψηλό βαθμό οργάνωσης.΄΄ Πάγκαλος Γ., Τράπεζες Πληροφοριών (Βάσεις Δεδομένων), β΄ έκδοση, ΕΛΚΕΠΑ, Αθήνα 1986, σ.19.

΄΄Η οργάνωση μιας βάσης δεδομένων  μπορεί να είναι ιεραρχική (herarhical), σχεσιακή (relational), ή δικτυωτή (network). Στην ιεραρχική δομή, τα δεδομένα είναι οργανωμένα με τη δομή ενός δέντρου, με αποτέλεσμα να διακρίνουμε από πάνω προς τα κάτω διάφορα επίπεδα. Στη σχεσιακή δομή χρησιμοποιούνται κυρίως δισδιάστατοι πίνακες,  οι οποίοι ορίζονται σαν μια μαθηματική σχέση. Τέλος οι δικτυωτές βάσεις δεδομένων έχουν τη μορφή δικτύου.΄΄ Φραγκοπούλος Στυλ., Πατέστος Γεωργ., Εισαγωγή στην Πληροφορική και τις εφαρμογές της, Ένα βιβλίο για επιμόρφωση και κατάρτιση, εκδόσεις ΙΩΝ σ.95.΄΄Οι πίνακες των βάσεων δεδομένων, περιλαμβάνουν πεδία όπου περιέχονται διάφορα είδη δεδομένων. Υπάρχουν πεδία κειμένου, αριθμητικά πεδία και πεδία νομισμάτων, πεδία ημερομηνίας και ώρας, λογικά πεδία΄΄. Norton Peter, Εισαγωγή στους Υπολογιστές, Μετάφραση: Γαβριηλίδης Λεωνίδας, Εκδόσεις Α. Τζιόλα Ε., Θεσσαλονίκη 1995, σ..375-378.

Πρόσφατες multimedia βάσεις δεδομένων, περιέχουν και χειρίζονται multimedia δεδομένα δηλ. εκτός από κείμενο και εικόνες, ήχο , κίνηση (animation), video. Szuprowicz O Bahdan, Multimedia Networking, Mc GrawHill, Inc., 1995, p.174-175˙ Πολίτης Παν., Υπερκείμενα, Υπερμέσα και Πολυμέσα, Αθήνα 1994, σ.214.

[25] Τα στάδια ανάπτυξης, από τα οποία περνά κάθε πρόγραμμα, πριν μετατραπεί σε ολοκληρωμένο και λειτουργικό σύστημα είναι: 1.Ορισμός προβλήματος 2.Σχεδίαση προγράμματος 3.Κωδικοποίηση του προγράμματος σε μια γλώσσα προγραμματισμού 4. Έλεγχος της λειτουργίας και άρση σφαλμάτων 5. Τεκμηρίωση. Φραγκοπούλος Στυλ., Πατέστος Γεωργ., Εισαγωγή στην Πληροφορική και τις εφαρμογές της, Ένα βιβλίο για επιμόρφωση και κατάρτιση , Εκδόσεις ΙΩΝ, σ. 96, 97˙ Γεωργιάδης Παναγιώτης, Γυφτοδήμος Γιώργος, Θεοτόκης Δημήτρης, Μια μεθοδολογία σχεδιασμού και ανάπτυξης διερευνητικού εκπαιδευτικού λογισμικού με χρήση συνιστωσών, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Η Διδακτική των Μαθηματικών και η Πληροφορική στη Διδασκαλία των Θετικών Επιστημών, 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Πανεπιστήμιο Πατρών, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης-Π. Πιντέλας, Εκδόσεις Γ. Α. Πνευματικού, 1997, σ.392˙ Ράπτης Αριστοτέλης – Ράπτη Αθανασία, Πληροφορική και Εκπαίδευση, Συνολική προσέγγιση, 4η έκδοση βελτιωμένη, Εκδόσεις Α. Ράπτη, Αθήνα 1998, σ.37.

[26] ΄΄Η εκσφαλμάτωση αποτελεί βασική λειτουργία του προγραμματισμού. Το να μπορεί κανείς να απομονώνει και να διορθώνει τα σφάλματα που εμποδίζουν το πρόγραμμα να «τρέξει» , απαιτεί βαθιά γνώση του προγραμματισμού. Το ερώτημα δεν είναι εάν ένα πρόγραμμα είναι σωστό ή λάθος, αλλά αν μπορεί να διορθωθεί.΄΄ Κόλλιας Α. Ανδρέας, Οι Υπολογιστές στη διδασκαλία και τη μάθηση, Μια κριτική προσέγγιση, Σειρά: Επιστήμες και Εκπαίδευση 2, Εκδόσεις Ελλην, Αθήνα 1993, σ. 84.

[27] Η multimedia συνδιάσκεψη αποτελεί σημαντική πλευρά των συνεργατικών συστημάτων. Τέτοια συστήματα θεωρούνται ως τα περισσότερο ενεργά μέσα επικοινωνίας. Αναμένεται να εξαλείψουν τα σύνορα του χρόνου και της απόστασης για περισσότερο αποτελεσματική συνεργασία. Szuprowicz, O. Bahdan, Multimedia Networking, Mc Graw Hill, Inc. 1995, p.41-42˙ Κοίλιας Χρ. – Καλαφατούδης Στρ. Το πρώτο βιβλίο της πληροφορικής, 2η Έκδοση, Εκδόσεις Νέων Τεχνολογιών, 1998, σ.198.

[28] ΄΄Η οργάνωση της σχολικής εργασίας με τη χρήση προγραμμάτων, ελευθερώνει το δάσκαλο, για παράδειγμα, από το διδακτικό στάδιο προσφοράς του νέου περιεχομένου και το διορθωτικό του έργο, προσφέροντας του έτσι διαθέσιμο χρόνο να παρατηρεί ολόκληρη την τάξη και να ασχολείται με τα ιδιαίτερα προβλήματα του κάθε μαθητή.΄΄ Παπανδρέου Π. Ανδρέας, Μεθοδολογία της Διδασκαλίας, Αθήνα,1993, σ.121.

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

 

§               Bennett Ivor (1998), Computers: How to be in Control, Computer education, issue 85.

 

§               Bigge L. Morris, Schermis Sammuel S. (1999), Learning Theories for Teachers, sixth edition, Longman.

 

§               Chorafas N. Dimitris (1994), Intelligent Multimedia Databases, from Object Orientation and Fussy Engineering to International Structures, PTR Prentice Hall, Englewood Cliffs, New Jersey.

 

§               Collins Janet, Hammond Michael and Wellington Jerry (1997), Teaching and learning with multimedia, Routledge, London and New York.

 

§               Education 2000: Implications of W3 Technology, Computers Education Vol 26, No 1-3 pp, 1-13, 1996.

 

§               Edwards N. D. Alistair, Holland Simon (1992), Multimedia Interface Desining in Education, NATO ASI Series F : Computer and System Sciences, Vol. 76, Springer-Verlang.

 

§               Fluckiger Francois (1998), Understanding Networked Multimedia Application and Technology, Prentice Hall.

 

§               Jonassen H. David (1988), Instructional design for Microcomputer courseware, Lawrence Erlbaum Associates, Publishers, Hillsdale, New Jersey.

 

§               Kahn Brian (1984), Computers in Science, Using Computers for Learning and Teaching, Cambridge Science, Education Series, Cambridge University Press.

 

§               Koper J.R.E. (1998), A method and tool for the design of educational multimedia material, Journal of Computer Assisted Learning 14/98.

 

§               Kumpulainen Kristina and Mutanen Mika (1998), Collaborative Practice of Science Construction in a Computer Based Multimedia Environment Computers Education, Vol 30 Nos ½, Mutanen.

 

§               Maddux D. Cleborne Jonson D. LaMont, Willis W. Jerry (1992), Educational Computing, Learning with Tomorrow’s Technologies, Allyn and Bacon.

 

§               Merill F. Paul, Hammons Kathy, Tolman N. Marvin, Christensen Larry, Vincent R. Bret, Reynolds L. Peter (1992), Computers in Education, second edition, Allyn and Bacon.

 

§               Norton Peter (1995), Εισαγωγή στους Yπολογιστές, Μετάφραση: Γαβριηλίδης Λεωνίδας, Εκδόσεις Α. Τζιόλα Ε., Θες/νικη.

 

§               O.C.D.E. (1989), The Quest for quality software, Information Technologies in Education, Centre for Educational research and innovation O.C.D.E., Paris.

 

§               Perkins David Schwartz L. Judah, Maxweel West Mary, Story Wiske Martha (1995), Software goes to school, Teaching for Understanding with New Technologies, Oxford University Press, New York, Oxford.

 

§               Perry Greg (1998), Μάθετε για το PC σε 24 ώρες, Απόδοση : Δημοσθένης Κ. Φιστουρής, Εκδότης Μόσχος Γκιούρδας, Αθήνα, Τίτλος πρωτοτύπου: Teach yourself PCs in 24 Hours, Copyright 1998 by Sams Publishing.

 

§               Scrimshaw Peter (1999), Language classrooms and computers, Routledge, London and New York.

 

§               Seymour Papert (1991), Νοητικές Θύελλες, Παιδιά Ηλεκτρονικοί Yπολογιστές και δυναμικές ιδέες, Μετάφραση Αίγλη Σταματίου, Επιμέλεια: Γιάννης Κωτσάνης, Εκδόσεις Οδυσσέας.

 

§               Szuprowicz O Bahdan (1995), Multimedia Networking, Mc Graw – Hill, Inc..

 

§               Twan Linda (1994), Δουλέψτε με τα πολυμέσα, Μετάφραση: Σ. Βρέτταρος, Ν. Γιουβανάκης, Ν. Φράγκος, Εκδόσεις: Κειδάριθμος, Τίτλος πρωτότυπου: Welcome to the Multimedia, 1992.

 

§               Vosniadou Stella, De Corte Erik, Glaser Robert, Mandl Heinz (1996), International Perspectives on the Design of TechnologySupported Learning Environments, Lawrence Erlbaum, Associates, Publishers Mahwah, New Jersey.

 

§               Ανθούλιας Τάσος (Απόδοση στα Ελληνικά) (1985), Με το μυαλό και το Κομπιούτερ, Σειρά: Οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές στην Εκπαίδευση, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα.

 

§               Αντωνίου - Κρητικού Ιωάννα (1998), Εκπαιδευτικό λογισμικό ενταγμένο στη σχολική πρακτική, Σύγχρονη Εκπ/ση τευχ. 99/98.

 

§               Αρβανιτάκης Νίκος (1993), Ο Ηλεκτρονικός Υπολογιστής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, Ένα βοήθημα για εκπαιδευτικούς του Δημοτικού Σχολείου, Εκδόσεις κορφή, Αθήνα.

 

§               Βαζιργιάννης Μιχάλης, Η  Τεχνολογία των Πολυμέσων και Υπερμέσων, Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και Εκπαίδευση.

 

§               Βακάλη Α., Γιαννόπουλος Η., Ιωαννίδης Ν.,Κοίλιας Χ. Μάλαμας Κ., Μανωλόπουλος Ι., Πολίτης Π. (1999), Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον, Βιβλίο μαθητή, Γ΄ Ενιαίου Λυκείου (τεχνολογικής κατεύθυνσης), Αθήνα.

 

§               Βασιλόπουλος Χρ. (1993), Ο μαθητής ως κριτήριο του Μ.Θ., 2η έκδοση, Εκδόσεις Αδελφών Κυριακίδη, Θεσ/νίκη.

 

§               Βασιλόπουλος Κ. Χρήστος (1996), Θρησκευτική αγωγή και αυτονομία του παιδιού, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη – Αθήνα.

 

§               Βουτυράς Κ. Γιώργος (1992), Basic, Αλγόριθμοι και Εφαρμογές, Εκδόσεις Κλεψύδρα, Γ. Βουτυράς.

 

§               Γεωργιάδης Παναγιώτης, Γυφτοδήμου Γιώργου, Θεοτόκη Δημήτρη (1997), Μια μεθοδολογία σχεδιασμού και ανάπτυξης διερευνητικού εκπαιδευτικού λογισμικού με χρήση συνιστωσών, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Η Διδακτική των Μαθηματικών και η Πληροφορική στη Διδασκαλία των Θετικών Επιστημών, 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Πανεπιστήμιο Πατρών, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης- Π. Πιντέλας, Εκδόσεις Γ. Α. Πνευματικού.

 

§               Γεωργίου Θαλής, Ιωάννης Κάππος, Αναστάσιος Λαδιάς, Αναστάσιος Μικρόπουλος, Αθανάσιος Τζιμόπουλος, Αθανάσιος Τζιμογιάννης, Καλλιόπη Χαλκιά (1999), Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Πολυμέσα – Δίκτυα, βιβλίο μαθητή, Γ΄ Ενιαίου Λυκείου  (Τεχνολογικής κατεύθυνσης) Αθήνα.

 

§               Γιακουμάκης Ε., Κ. Γκυρτής, Β.Σ. Μπελεσιώτης, Π. Ξυνός, Ν. Στεργιοπούλου – Καλαντζή (1999), Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Εφαρμογές Πληροφορικής – Υπολογιστών, Α΄Β΄Γ΄ Ενιαίου Λυκείου, Οργανισμός Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων – Έκδοση Β΄ - Αθήνα.

 

§               Γιαννακοπούλου Ελένη (1994), Η Πληροφορική στην Eκπαίδευση, Νέοι παιδαγωγικοί ορίζοντες, Eκδόσεις Γρηγόρη, Αθήνα.

 

§               Γρηγοριάδου Μ. Γρηγοριάδης Σ., Σαμαράκου Μ., Καραβελάκη Μ. (1995), Πολυμέσα και Εκπαίδευση, Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Ενωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και Εκπαίδευση, Πρακτικά διαλέξεων ημερίδας της Ε.Ε.Φ. και Τμήματος Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδόσεις ΙΩΝ.

 

§               Γυφτοδήμου Γιώργος (1995), Αλληλεπιδρώντα πολύμεσα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και εκπαίδευση, Πρακτικά διαλέξεων ημερίδας της Ε.Ε.Φ.  και Τμήματος Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκδόσεις ΙΩΝ.

 

§               Δαγδιλέλης Βασίλης, Σατράτζεμη Μαρία (1997), Εκπαιδευτικό Λογισμικό για τη στήριξη της διδασκαλίας: Η περίπτωση του Project Πυθαγόρας, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης, Π. Πιντέλας, Παν/μιο Πατρών, 3ο Παν/κο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Εκδόσεις Γ. Α. Πνευματικού.

 

§               Δαπόντες Νίκος (1995), Πολυμέσα και η ανάπτυξη τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Παρουσίαση ειδικών εφαρμογών τους, Τμήμα Πληροφορικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και Εκπαίδευση.

 

§               Δημητρακοπούλου Αγγελική (1998), Σχεδιάζοντας εκπαιδευτικά λογισμικά, Από τις εμπειρικές προσεγγίσεις στη διεπιστημονική θεώρηση , Σύγχρονη Εκπαίδευση, τεύχος 101.

 

§               Δρίβα Γ. Οικονόμου Β. (1998), Αξιολόγηση μέσω Υπολογιστή στο μάθημα των Ξένων Γλωσσών: Από τη θεωρία στην πράξη, Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, 1998.

 

§               Ελληνική Εταιρεία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά Εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης.

 

§               Καραβελάκη – Καπλάνη Μαρία, Κοντού Γιάννα, Παπαπαναγιώτου Γιώργος (1998), Μια νέα προσέγγιση της διδασκαλίας της Φυσικής Λυκείου  με τη χρήση multimedia εκπαιδευτικού λογισμικού,  Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής.

 

§               Κασσάνο Αντώνης (1993), Multimedia, Τεχνική επιμέλεια: Γιώργος Κυπαρίσης, Σειρά:Γνωριμία με … Νο 5, Εκδόσεις Anubis, Compupress.

 

§               Κοίλιας Χρ. – Καλαφατούδης Στρ. (1998), Το πρώτο βιβλίο της πληροφορικής, 2η Έκδοση, Εκδόσεις Νέων Τεχνολογιών.

 

§               Κόλλιας  Α. Ανδρέας (1993), Οι υπολογιστές στη διδασκαλία και τη μάθηση, Μια κριτική προσέγγιση, Σειρά: Επιστήμες και Εκπαίδευση 2, Εκδόσεις Έλλην, Αθήνα.

 

§               Κόμης Ι. Βασίλης (1996), Πληροφοριακά περιβάλλοντα διδασκαλίας και μάθησης, Ανασκόπηση, εξέλιξη, τυπολογία, χρήσεις και προοπτικές, Παιδαγωγικός Λόγος 2/96.

 

§               Κυριαζόπουλος Γιώργος (1991), Κίνητρα για παιδιά και εφήβους, Π. Κουτσούμπος Α.Ε., Αθήνα.

 

§               Κωτσάνης Γ., Δαπόντες Ν., Δάλκου Γ., Σιώτη Ξ., Τριανταφύλλου Σ., Ταλιαδώρου Λ.,  και Λάσκου Λ., κ.α. (1998), Νέες μορφές εκπαιδευτικού λογισμικού, Θεωρίες μάθησης και υπολογιστικά περιβάλλοντα, Ελληνική Εταιρεία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, «Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση».

 

§               Κωτσιγιάννης Δ. Σταύρος (1996), Πληροφορική και Πολυμέσα, Conceptum.

 

§               Μαρτάκος Δ. (1995), Εισαγωγή στα Πολυμέσα Τμήμα Πληροφορικής Παν/μίου Αθηνών, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, Multimedia και Εκπαίδευση, Πρακτικά διαλέξεων ημερίδας της Ε.Ε.Φ. και Τμήματος Πληροφορικής του Παν/μίου Αθηνών, Εκδόσεις ΙΩΝ.

 

§               Μεϊμάρης Μιχάλης (1989), Νέες Τεχνολογίες, Μέσα μαζικής επικοινωνίας: Η περίπτωση των Computer Graphics στο Computer Image Synthesis and animation,(Συνθετική εικόνα και κινούμενο σχέδιο με υπολογιστή), Proceeding of the 1st Autumn School in Computer Graphics, Athens.

 

§               Mητσικοπούλου Μπέσ., Interactive video: Η αρχή του ονείρου, Computer για όλους, 77, Φεβρουάριος 1990.

 

§               Μητσικοπούλου Μπέσ. (1990), Εκπαίδευση με βάσεις… δεδομένων, Computer για όλους, τ.79.

 

§               Μικρόπουλος Τάσος – Λαδιάς Τάσος (1993), Πληροφορική και Εκπαίδευση, Δημιουργίες νοητικών μοντέλων στο ανοικτό περιβάλλον της γλώσσας Logo, Ιωάννινα: Μικρόπουλος – Λαδιάς.

 

§               Μπεζεβέγκη Γ. Η. (1991), Ψυχολογικές και Παιδαγωγικές επισημάνσεις για τη χρήση της Πληροφορικής στην Εκπαίδευση, Διεθνές Κέντρο Φιλοσοφίας και Διεπιστημονικής Έρευνας, Φιλοσοφία και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Μελέτες από την τρίτη διεπιστημονική εκδήλωση του Διεθνούς Κέντρου Φιλοσοφίας (Πάτρα – Ζαχάρω, 26-27 Οκτωβρίου 1991), Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.

 

§               Ομάδα Εργαστηρίου Πολυμέσων, Τμήματος Πληροφορικής Α.Π.Θ., Multimedia στη θεωρία και στην πράξη, Εκδόσεις Α. Τζίολα Ε. Θεσσαλονίκη, 1996.

 

§               Πάγκαλος Γ. (1986), Τράπεζες Πληροφοριών (Βάσεις Δεδομένων), β΄ έκδοση, ΕΛΚΕΠΑ, Αθήνα.

 

§               Παπάς Γρ. Γιώργος (1989), Η Πληροφορική στο σχολείο, Υλικό, Λογισμικό, Εκπαίδευση Εκπαιδευτικών, Εκδόσεις Συμεών, Αθήνα.

 

§               Παπαδόπουλος Γ., Γόγουλου Α., Γούλη Ε., Χούσου Ε. (1998), Γενικές προδιαγραφές εκπαιδευτικού λογισμικού, Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, “Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση”, Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά Εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης.

 

§               Παπαδόπουλος Κ. Γιώργος (1999), Η Πληροφορική στο Σχολείο: Ο σχεδιασμός και το έργο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Αναβάθμιση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Πρακτικά Ημερίδας, Αθήνα 1999.

 

§               Παπανδρέου Π. Ανδρέας (1993), Μεθοδολογία της Διδασκαλίας, Αθήνα.

 

§               Πολίτης Παν. Υπερκείμενα (1994), Υπερμέσα και Πολυμέσα, Αθήνα.

 

§               Πολίτης Παναγιώτης (1997), ΔΙΑΠΛΟΥΣ, Ένα σύστημα Διδασκαλίας βασικών εννοιών πληροφορικής με τη χρήση πολυμέσων, 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην εκπαίδευση, Η διδακτική των Μαθηματικών και η πληροφορική στη διδασκαλία των θετικών επιστημών, Eπιμέλεια: Πατρώνης Τ. – Πιντέλας Π., Eκδόσεις Γ.Α. Πνευματικού, Πάτρα.

 

§               Ράπτης Αριστοτέλης – Ράπτη Αθανασία, (1998) Πληροφορική και Εκπαίδευση, Συνολική προσέγγιση, 4η Έκδοση βελτιωμένη, Εκδόσεις Α. Ράπτη, Αθήνα.

 

§               Σακονίδης Χαράλαμπος, Bliss Joan, Ogborn John (1999), Ο συλλογισμός των παιδιών ηλικίας 11-14 ετών με ημι-ποσοτικά υπολογιστικά εργαλεία μοντελοποίησης, Διδακτική των Μαθηματικών και Πληροφορική στην Εκπαίδευση, Η διδακτική των Μαθηματικών και η Πληροφορική στη Διδασκαλία των Θετικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Πατρών, 3ο Παν/νιο Συνέδριο με διεθνή συμμετοχή, Επιμέλεια: Τ. Πατρώνης – Π. Πιντέλας, Εκδόσεις Γ.Α. Πνευματικού.

 

§               Σεντούκας Ιπποκράτης (1998), Αναζητώντας το βέλτιστο εργαλείο παρουσίασης / αναφοράς για το εκπαιδευτικό υλικό, Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, «Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση», Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης.

 

§               Σιμάτος Αναστάσιος (1995), Τεχνολογία  και Εκπαίδευση, Επιλογή και χρήση των εποπτικών μέσων, Εκπαίδευση σήμερα – αύριο, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα.

 

§               Σκοτεινός Ανδρέας (1989), Οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές στα σχολεία της Κύπρου, Προβληματισμοί από και για την εισαγωγή τους, Σύλλογος Εκπαιδευτικών Λειτουργών Κολεγίου Αθηνών, Δεύτερο διήμερο εκπαιδευτικού προβληματισμού, «Οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές στην Εκπαίδευση», Αθήνα 7-8 Μαΐου 1988, Πρακτικά, Αθήνα 1989.

 

§               Σπινέλλης Δ. Διομήδης (1992), Υλοποίηση Εφαρμογών Multimedia,Ελληνική Εταιρία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Multimedia, Από τη θεωρία στην πράξη, Διήμερη ενημερωτική εκδήλωση, Πρακτικά εισηγήσεων, 10 και 11 Δεκεμβρίου 1992, Ξενοδοχείο Ledra Mariot, Εκδόσεις Νέων Τεχνολογιών, Επιμέλεια: Χρ. Κοίλιας.

 

§               Σωτηρόπουλος Π., Μπακαλίδης Γ. (1998), Θεωρίες μάθησης και υπολογιστικά περιβάλλοντα, Ελληνική Εταιρεία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, «Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση», Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης.

 

§               Τανακίδης Λαέρτης (1984), Παιδαγωγικές και κοινωνικές αντιλήψεις για την εισαγωγή  του Η/Υ στην Εκπαίδευση, Ελληνική  Μαθηματική Εταιρεία, Παράρτημα Κεντρικής Μακεδονίας, 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές στην Εκπαίδευση, Θεσ/νίκη 28,29 και 30 Ιανουαρίου, Εκδόσεις Ε.Μ.Ε.

 

§               Τσιούτσιας Δημήτρης (1998), Η “διαφορετική” προσέγγιση για την Κοινωνία της Πληροφορικής και το σχολείο, Ελληνική Εταιρεία Επιστημόνων Η/Υ και Πληροφορικής, Διημερίδα Πληροφορικής, “Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση”, Οικονομικό Παν/μιο Αθηνών, 4-5 Δεκεμβρίου 1998, Πρακτικά εισηγήσεων, Επιμέλεια: Σπ. Μπακογιάννης, Στ. Ιωάννου, Γ. Κωτσάνης, Στ. Στεφανίδης.

 

 

© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved

 

 

 

web hosting and internet marketing by Siteowners Ltd