ISSN: 2241-4665
23 Μαΐου 2022
«ΔΥΣΛΕΞΙΑ: ΠΙΘΑΝΑ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ»
«DYSLEXY:
POSSIBLE ERRORS AND OMISSIONS IN THE DIAGNOSTIC PROCESS
AND
IN THE INTERVENTION»
Τότης Σωτήριος, Οικονομολόγος ΠΕ80,
ABSTRACT
In
this article we will focus on dyslexia: what it is, how we can diagnose it, how
it can be treated and what the role of the teacher and parents is. Dyslexia
belongs to the group of special learning difficulties and has to do with
learning problems. It has nothing to do with medical-pathological problems or
psychological ones. It is a very complex concept, as the social role of the
child is involved, because our oral speech is crucial for our socialization. At
this point the teacher and the parents can help the child through appropriate
interventions to improve this permanent problem called dyslexia.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στο παρόν άρθρο
θα εστιάσουμε στη διαταραχή της
δυσλεξίας: τι είναι, πώς μπορούμε να την διαγνώσουμε, πώς μπορεί να
αντιμετωπιστεί και ποιος ο ρόλος του εκπαιδευτικού και των γονέων. Η δυσλεξία
ανήκει στην ομάδα των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών και έχει να κάνει με
προβλήματα στην μάθηση. Δεν έχει να
κάνει ούτε με ιατρικά – παθολογικά προβλήματα ούτε με ψυχολογικά. Είναι μία
πολύ σύνθετη έννοια, καθώς εμπλέκεται και ο κοινωνικός ρόλος του παιδιού, γιατί
ο προφορικός μας λόγος είναι καθοριστικός για την κοινωνικοποίησή μας. Σ’ αυτό
το σημείο μπορεί ο εκπαιδευτικός και οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί μέσα από
κατάλληλες παρεμβάσεις να βελτιώσει αυτό το μόνιμο πρόβλημα που ονομάζεται
δυσλεξία.
ΟΡΙΣΜΟΣ
Πολλοί προσπάθησαν
να δημιουργήσουν ένα λειτουργικό ορισμό για την δυσλεξία, όμως έπεφταν στο
σφάλμα να ορίζουν όχι αυτό που είναι ακριβώς, αλλά αυτό που δεν είναι, επειδή η
δυσλεξία είναι πολύ σύνθετη διαταραχήμε διάφορους τύπους και με διαφορετικά
χαρακτηριστικά. Ωστόσο, η Βρετανική Εταιρεία που πραγματεύεται την δυσλεξία προσπάθησε να την ορίσει:
«Η δυσλεξία γίνεται
αντιληπτή, όταν το παιδί – μαθητής δεν έχει ευχέρεια στην ανάγνωση ενός
άγνωστου κειμένου ή εμφανίζει πολλά ορθογραφικά και εκφραστικά κενά στον γραπτό
του λόγο. Το πρόβλημα αυτό φαίνεται και κατά την διάρκειατης προσπάθειας του
παιδιού να μάθει τον μηχανισμό ανάγνωσης. Ακόμα και σε μεμονωμένες λέξεις
εμφανίζει προβλήματα, που είναι συνεχή και επίμονα, όσες ευκαιρίες και να του
δοθούν» (BDA, 1999, Σύμφωνα με
τον Στασινό, 2016).
Αυτός είναι ο
γενικός ορισμός της δυσλεξίας. Όμως, εκτός από την γενική μορφή της, η δυσλεξία
χωρίζεται και σε κάποιες κατηγορίες, διότι, όπως αναφέραμε, η δυσλεξία είναι
μία σύνθετη διαταραχή με διαφορετικά χαρακτηριστικά στον προφορικό και στο
γραπτό λόγο:
· Δυσλεξία της όρασης:
Η δυσλεξία της
όρασης ή αλλιώς «οπτική δυσλεξία» (Στασινός, 2016) έχει να κάνει με την
δυσκολία του παιδιού να αντιλαμβάνεται τον γραπτό λόγο. Πιο συγκεκριμένα, το
παιδί κατά την διάρκεια της ανάγνωσης ενός κειμένου, μπερδεύει λέξεις και
γράμματα που μοιάζουν μεταξύ τους και μας δημιουργεί την αίσθηση ότι τις βλέπει
για πρώτη φορά. Προσπαθεί πολύ, αλλά αδυνατεί να διαβάσει μία ολόκληρη λέξη και
πρέπει να την αναλύσει, για να την διαβάσει. Επιπλέον, συνηθίζει να αλλάζει την
σειρά των λέξεων, να μπερδεύεται και συλλαβίζει. Αδυνατεί να μάθειλέξεις σε ένα
συνεχές σύνολο (Γκουγκούμη& Καραμπά, 2013).
· Δυσλεξία της ακοής:
Η δυσλεξία της
ακοής ή «ακουστική δυσλεξία» (Στασινός, 2016) έχει να κάνει με τη δυσκολία του
παιδιού να μπορεί να διακρίνει ήχους στις λέξεις και στα γράμματα, δηλαδή δεν
μπορεί να ξεχωρίσει «φωνήεντα ή σύμφωνα» (Στασινός,2016) που ακούει και να τα
ταυτίσει με τα γραπτά γράμματα που θα του δοθούν. Ακόμα δυσκολεύεται να ονομάσει αυτά που
βλέπει, αν είναι πρόσωπα ή κάποιο πράγμα ή μία κατάσταση που συμβαίνει. Επίσης,
αδυνατεί να συγκρατήσει στην μνήμη του πληροφορίες που ακούει ή αδυνατεί να
αντλήσει από την μνήμη του εντολές ή κάποιες οδηγίες που του δόθηκαν προφορικά.
Αυτό όμως δεν συμβαίνει, γιατί έχει κάποιο πρόβλημα ακοής,απλά δεν μπορεί να
ξεχωρίζει τους ήχους. Σ’ αυτά τα παιδιά με «ακουστική δυσλεξία» (Στασινός,
2016) η λεκτική διδασκαλία δεν προσφέρει τίποτα, είναι σαν να μηνγίνεται (Στασινός,2016).
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ
Για να πούμε ότι
ένα παιδί έχει δυσλεξία, πρέπει να περάσει από μία διαδικασία διάγνωσης και
αξιολόγησης της κατάστασης αυτής. Υπάρχει μία συγκεκριμένη διαδικασία και σειρά
που θα ακολουθήσει το παιδί με την βοήθεια της υπεύθυνης ομάδας. Αυτό θα
βοηθήσει τόσο το παιδί όσο και τους υπευθύνους να καταλάβουν πού εντοπίζεται η
δυσκολία του παιδιού και να ακολουθηθεί ένα πλάνο για την βελτίωση της μάθησής
του. Η διάγνωση αυτή εκδίδεται από μία ομάδα επιστημόνων διαφορετικών
ειδικοτήτων (ειδικός παιδαγωγός, κοινωνιολόγος, λογοθεραπευτής, ψυχολόγος
κλπ.),οι οποίοι αξιολογούν,με τεστ νοημοσύνης, τις μαθησιακές ικανότητεςτου
παιδιού, τον γραπτό και τον προφορικό του λόγο, την αντίληψή του κλπ. Η ομάδα
αυτή στην Ελλάδα βρίσκεται στα κέντρα των Κ.Ε.Δ.Δ.Υ. και σε τμήματα νοσοκομείων
και θεωρείται η επίσημη ομάδα με εγκυρότητα στις διαγνώσεις (Στασινός, 2016).
Αρχικά, ο δάσκαλος
της τάξης εντοπίζει την πιθανή μαθησιακή δυσκολία που υπάρχει, Έπειτα,
δημιουργεί με την βοήθεια της οικογένειας του μαθητή ένα έγγραφο με το ιστορικό
και με βάση αυτό γίνεται μία αξιολόγηση του παιδιού, για να υπάρχει μία
ολοκληρωμένη εικόνα. Στην συνέχεια, ο δάσκαλος μαζί με τους Συμβούλους
δημιουργούν ένα πρόγραμμα διδασκαλίας με συγκεκριμένους στόχους και τρόπους
διδασκαλίας. Αν δεν ανταποκριθεί σε αυτό το πρόγραμμα παρέμβασης ο μαθητής,
προτείνεται να πάει σε διαγνωστικό κέντρο. Στο διαγνωστικό κέντρο το παιδί
περνάειμε την απαραίτητη ομάδα από πολλά τεστ, που έχουν να κάνουν με την
νοημοσύνη του παιδιού, την γραφή την ανάγνωση, την μνήμη του, την αντίληψή του,
τις δυσκολίες που έχει στην μάθηση κλπ., ώστε να είναι σίγουρη η επιστημονική
ομάδα για το αποτέλεσμα και αν το παιδί πάσχει από κάποια μορφή δυσλεξίας (Τσακανίκα,
2017).Μέσα από αυτή την διαδικασία δεν γίνεται μία απλή περιγραφή του
προβλήματος, αλλά είναι μεθοδική με συγκεκριμένες στρατηγικές τόσο στο
μαθησιακό, όσο στο οικογενειακό και στο κοινωνικό περιβάλλον, ώστε έπειτα να
υπάρξει μία σωστή διάγνωση και παρέμβαση στην σχολική τάξη, για να βοηθηθεί το
παιδί να μαθαίνει περισσότερα και πιο εύκολα και να μην είναι μόνο μία διάγνωση
που απλά θα τον απαλλάσσει από τις εξετάσεις.
ΕΓΚΑΙΡΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ - ΠΡΩΙΜΗ ΠΡΕΜΒΑΣΗ
Υποστηρίζεται πως
όσο πιο νωρίς γίνει η διάγνωση της δυσλεξίας τόσο το καλύτερο είναι για το
παιδί, διότι γίνεται από νωρίς η παρέμβαση, για να βελτιωθεί ο μαθητής και να
έχει καλύτερες προοπτικές στην μάθησή του και στο σχολείο. Η έγκαιρη διάγνωση
γίνεται, όταν το παιδί βρίσκεται ακόμα στο νηπιαγωγείο, από κατάλληλα
εξειδικευμένο εκπαιδευτικό που διακρίνει κάποια πρώιμα χαρακτηριστικά σε σχέση
με τα άλλα παιδιά και το κατατάσσει στην «ομάδα υψηλού κίνδυνου» (Στασινός
2009). Αυτό σημαίνει ότι το παιδί, όταν πάει στο δημοτικό, πιθανόν να εκδηλώσει
ειδικές δυσκολίες στην μαθησιακή διαδικασία. Όμως είναι πολύ σημαντικό να το
αντιληφθεί ο εκπαιδευτικός πιο νωρίς, διότι όπως λέει χαρακτηριστικά ο
Στασινός, το παιδί δεν θα προλάβει να αναπτύξει λανθασμένες συνήθειες στην
αναγνωστική του διαδικασία και με τα χρόνια δεν θα συλλέξει αρνητικά
συναισθήματα αποτυχίας (Στασινός, 2009). Στην νηπιακή ηλικία εκδηλώνει κάποια
πρώιμα χαρακτηριστικά, όπως, για παράδειγμα, έχει αργή ανάπτυξη στην ομιλία
του, δυσκολεύεται να αρθρώσει λέξεις και μπερδεύει τις ονομασίες σε αντικείμενα
του περιβάλλοντός του, στον προφορικό λόγο διακρίνονται τα λάθη που κάνει στην
σύνταξη, δυσκολεύεται στην επεξεργασία των πληροφοριών που δέχεται και αυτή η
δυσκολία δεν ταιριάζει με την ηλικία του, για παράδειγμα μπερδεύεται στο πώς να
φορέσει τα ρούχα του. Επίσης, δυσκολεύεται να μεταφέρει πληροφορίες σε τρίτο
πρόσωπο με λίγες προτάσεις ή δυσκολεύεται να πει ένα τραγουδάκι απ’ έξω κλπ.
Όλα αυτά είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που μπορεί να εκδηλώσει ένα παιδί
στο νηπιαγωγείο και να είναι ένα πρώιμο καμπανάκι ότι το παιδί αυτό στο
δημοτικό και μετά θα εκδηλώσει ειδικά μαθησιακά προβλήματα. Γι’ αυτό το λόγο,
παρατηρούμε το παιδί, διακρίνουμε αυτά τα χαρακτηριστικά και εφαρμόζουμε μία
πρώιμη παρέμβαση, ώστε το παιδί να μπορεί να μαθαίνει πιο εύκολα και να τα
κατανοεί.
Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΤΟ ΡΟΛΟ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ
Πολύ σημαντικό ρόλο
παίζει στην διάγνωση ο ρόλος του εκπαιδευτικού και ιδιαίτερα του νηπιαγωγού,
που αναφέραμε πιο πάνω (πρώιμη διάγνωση). Ο εκπαιδευτικός του δημοτικού
σχολείου είναι σημαντικό να ξέρει ποια παιδιά στην τάξη του έχουν συμπεριληφθεί
στην «ομάδα υψηλού κίνδυνου» (Στασινός, 2009), για να γνωρίζει ποια είναι τα
ελλείμματα των μαθητών του και να χρησιμοποιήσει κατάλληλες μεθόδους, ώστε τα
παιδιά να έχουν την καλύτερη δυνατή απόδοση στην μάθησή τους. Αυτή η στρατηγική
είναι πολύ σημαντική, διότι, εκτός από την αποτελεσματικότερη μάθηση, το παιδί
θα αποφύγει και πολλά αρνητικά συναισθήματα, όπως είναι η αποτυχία λόγω των
χαμηλών του επιδόσεων στα μαθήματα. Επίσης, βοηθάει να δημιουργηθεί ένα θετικό
κλίμα μέσα στην τάξη για την δυσλεξία, οι υπόλοιποι μαθητές γνωρίζουν την
ύπαρξή της. Επιπλέον βοηθάει το παιδί να έχει μία πιο ενεργητική δραστηριότητα
μέσα στην τάξη και να προσπαθεί περισσότερο για τις επιδόσεις του και να μην
«τεμπελιάζει» και απογοητεύεται από τον εαυτό του. (Στασινός, 2009)
Από την άλλη πλευρά, πολύ σημαντικός είναι και
ο ρόλος των γονέων, καθώς οι γονείς είναι αυτοί που ζουν καθημερινά το παιδί
από την ημέρα της γέννησής του και αντιλαμβάνονται αλλαγές στην συμπεριφορά του
καιπιθανά ελλείμματα σε πράξεις,που για άλλα παιδιά είναι μια απλή καθημερινή
ρουτίνα. Αυτό διαπιστώνεται από απλά καθημερινά πράγματα, όπως, για παράδειγμα,
στο ντύσιμό του να μπερδεύει το δεξί με το αριστερό, στις κινήσεις του να δυσκολεύεται
να χειριστεί το φερμουάρ, στον προφορικό του λόγο να παρουσιάζονται ελλείμματα,
όπως είναι το φτωχό λεξιλόγιο κλπ. Αν υπάρχουν και αδέρφια, οι διαφορές είναι
εμφανείς, το παιδί που εμφανίζει δυσλεξία το αντιλαμβάνεται και εμφανίζει και
επιθετικότητα προς τα αδέρφια του, γιατί νιώθει κατωτερότητα και ότι μένει
πίσω. Οι γονείς είναι καλό να ενημερώσουν τον νηπιαγωγό, ώστε το παιδί να
ενταχθεί στην «ομάδα υψηλού κινδύνου» (Στασινός, 2009), ώστε να βοηθηθεί από
πολύ νωρίς. (Στασινός, 2009)
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Το παιδί με δυσλεξία, μέχρι να
καταφέρει να διαγνωστεί, θα χάσει αρκετό χρόνο, καθώς υπάρχει μεγάλη αναμονή
στα διαγνωστικά κέντρα. Όμως εκτός από αυτό, το παιδί καλείται να περάσει από
μία σειρά επισκέψεων σε διάφορες ειδικότητες που εργάζονται στο κέντρο, ενώ
πολλές φορές απουσιάζει η ειδικότητα του ειδικού παιδαγωγού του οποίου η γνώμη είναι πολύ σημαντική. Στην συνέχεια
δίνονται στο παιδί πολλά τεστ και ερωτηματολόγια που πολλάαπό αυτά δεν υπάρχει λόγος
να δοθούν. Επιπλέον, όταν προκύψει η διάγνωση, οι ειδικοί την δίνουν στους
γονείς χωρίς να είναι σαφής ή ακόμα και λανθασμένη. Αλλά ακόμα κι αν δοθεί
σωστά,δίνεται μόνο μία βεβαίωση, ώστε το παιδί να απαλλαγεί από τις εξετάσεις,
χωρίς καμία διευκρίνιση για το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί. Επίσης, αν το
παιδί δεν έχει κάποια από τις μορφές δυσλεξίας, δυσκολίες στην ορθογραφία, στην
ανάγνωση, στην γραφή και στα μαθηματικά δεν δίνεται καμιά διάγνωση. Όμως και αν
δοθεί κάποια διάγνωση, το σχολείο δεν την λαμβάνει καθόλου υπόψη του, χωρίς να
υπάρχουν τρόποι παρέμβασης. Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω που αναφερθήκαν δεν
βοηθούν, ώστε να υπάρξει μία ουσιαστική μαθησιακή διαδικασία, γιατί ακόμα κι αν
για ένα παιδί με ελλείμματα στον γραπτό και τον προφορικό του λόγο αποφασίζεται
να δώσει προφορικά εξετάσεις, αυτό είναι αρνητικό για το παιδί, γιατί ο
προφορικός του λόγος δεν μπορεί να τον βοηθήσει να πάει καλύτερα στις
εξετάσεις. Οπότε οι επιλογές του είναι απλά να συνεχίσει να φοιτά στο σχολείο,
χωρίς να έχει κάποια πιστοποίηση για την ειδική
μαθησιακή του δυσκολίαή να καταφέρουν οι γονείς του να πιέσουν το
διαγνωστικό κέντρο να συμπεριληφθεί η δυσκολία που έχει στην μάθηση, με
αποτέλεσμα να μπορέσει να δώσει προφορικά τα μαθήματα του για να καταφέρει να
τελειώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. Η άλλη λύση είναι το παιδί να πάει σε
εξωτερικό ειδικό παιδαγωγό, που ειδικεύεται στην παρέμβαση και το πρόβλημά του
να βελτιωθεί σε πολύ σημαντικό βαθμό, όμως αυτό σημαίνει οι γονείς να διαθέτουν
αρκετά χρήματα, διότι αυτή η διαδικασία είναι μακρόχρονη, χρονοβόρα και το
κράτος δεν δικαιολογεί τα χρήματα αυτά, ώστε να δοθούν πίσω από τα ταμεία στα
οποία είναι ασφαλισμένοι οι γονείς. Τέλος, μία ακόμα λύση, με αρνητικό πάλι
χαρακτήρα, είναι τα τμήματα παράλληλης στήριξης, όμως σ’ αυτά τα τμήματα τα
παιδιά δεν έχουν εξειδικευμένο δάσκαλο αλλά απλά έναν δάσκαλο ειδικής αγωγής,
που τους παραδίδει την διδασκομένη ύλη πιο αργά. Αυτό όμως έχει και άλλο
αρνητικό, ότι το παιδί φεύγει για δυο διδακτικές ώρες από την κανονική του τάξη
και πάει στην παράλληλη στήριξη, με αποτέλεσμα να στιγματίζεται, να
απομονώνεται και να απομακρύνεται από την τάξη του (Μπόντη, 2013). Εν
κατακλείδι, το κράτος πρέπει να βοηθήσει αυτά τα παιδιά να δέχονται βοήθεια από
πρόγραμμα ειδικής παιδαγωγικής παρέμβασης και από λογοθεραπευτή.
ΛΑΘΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΓΝΩΣΗ, ΤΗΝ
ΔΙΑΦΟΡΟΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
· Λάθη του Εκπαιδευτικού
Ο κάθε άνθρωπος
είναι ένα αυτόνομο ον με δικές του απόψεις, ιδέες και κάποια πράγματα τα
αντιλαμβάνεται διαφορετικά και κάποιες φορές και λανθασμένα. Έτσι και ένας
εκπαιδευτικός με όχι τόσο καλή εξειδίκευση ή γνώση μπορεί να παρερμηνεύσει το
πρόβλημαπου βιώνει το παιδί και να του φερθεί με περισσότερη αυστηρότητα ή να
το κρίνει και να δώσει λανθασμένες εντυπώσεις. Το ίδιο όμως μπορεί να συμβεί
και από το ειδικό προσωπικό που απαρτίζει το διαγνωστικό κέντρο,στο οποίο θα
πάει το παιδί, διότι μπορεί να επηρεαστούν από «λανθασμένες κρίσεις» και να
δοθούν λάθος ερμηνείες για το πρόβλημα που βιώνει το παιδί (Τσακανίκα, 2017),
ιδιαίτερα αν από το δυναμικό του προσωπικού
λείπει μία βασική ειδικότητα, αυτή του ειδικού παιδαγωγικού, που
γνωρίζει τις περιπτώσεις μαθησιακών προβλημάτων (Τσακανίκα, 2017).
· Λάθη σχετικά με την διάγνωση και την
διαφοροδιάγνωση
Ένας μαθητής, για
να διαγνωστεί ότι έχει δυσλεξία, πρέπει να εξεταστεί από ψυχολόγο με κατάλληλα
τεστ νοημοσύνης, για να ανιχνευτεί πρώτα το επίπεδο νοημοσύνης του. Δυστυχώς,
όμως, αυτά τα τεστ δεν δείχνουν την πραγματική νοημοσύνη που έχει το παιδί,
διότι μετρά μερικές και όχι όλες όσες υπάρχουν. Επίσης, είναι σοβαρό λάθος που
το παιδί,δυστυχώς,δεν εξετάζεται και ιατρικά, δηλαδή να εξετάζεται και η
ικανότητα της όρασής του και της ακοής του, διότι αν βγει η διάγνωση για
δυσλεξία, ενώ υπάρχει πρόβλημα ιατρικό,
η διάγνωση θα είναι λανθασμένη. Τέλος, θα γίνει η αξιολόγηση του παιδιού στους
τομείς της εκπαίδευσης, της ψυχολογίας και της γνώσης, όμως, αν επιλεγούν τα
λάθος εργαλεία για την διάγνωση, τα αποτελέσματα δεν θα είναι έγκυρα
(Τσακανίκα, 2017).
· Λάθη λόγω έλλειψης πληροφοριών
Σημαντικό είναι να
μην παραλείπονται πληροφορίες σχετικά με το παιδί, δηλαδή, εκτός από την
αξιολόγηση που γίνεται από τα τεστ, να υπάρχει και ένα ιστορικό του
εκπαιδευτικού, που δεν θα αναφέρει μόνο τα θέματα που έχει το παιδί, αλλά και
τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές του κατάτην εκπαιδευτική διαδικασία, ώστε να
βγει μία πιο σωστή και ολοκληρωμένη διάγνωση και όχι ελλιπής ή λανθασμένη
(Τσακανίκα, 2017).
· Λάθη που είναι σχετικά με το πώς το βλέπει
το παιδί και το περιβάλλον του
Συνήθως τα παιδιά
που καλούνται να πάνε σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο, για να τους βγάλουν μία
διάγνωση για κάποιο μαθησιακό πρόβλημα που παρουσιάζουν στην σχολική τάξη, δεν
το παίρνουν θετικά. Πιο συγκεκριμένα, δημιουργούν μία λάθος εικόνα για τον
εαυτό τους και αρχίζουν και υποτιμούν τις ικανότητές τους. Όταν φτάσουν για την
διάγνωση στο διαγνωστικό κέντρο (Κ.Ε.Δ.Δ.Υ.), τους καταβάλει το άγχος και ο
φόβος για την άγνωστη διαδικασία που τους περιμένει και δείχνουν μία απροθυμία
συνεργασίας με το προσωπικό του κέντρου. Από την άλλη πλευρά, το περιβάλλον
ενός παιδιού με δυσλεξία μπορεί να μην του δίνει τα κατάλληλα ερεθίσματα, ώστε
να νιώθει ξένο το περιβάλλον του και να μη μπορεί να δώσειόλο τον εαυτό του
(Τσακανίκα, 2017).
ΠΙΘΑΝΕΣ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΠΟ ΜΗ ΣΩΣΤΗ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Τα
λάθη, που αναφέραμε πιο πάνω,συντελούν στο να συνταχθεί μία λάθος παρέμβαση για
το παιδί, με αποτέλεσμα να μην εφαρμοστεί το κατάλληλο διδακτικό πρόγραμμα, με
κατάλληλες στρατηγικές, ώστε το παιδί να μπορεί να μαθαίνει πιο εύκολα και να
γίνει λειτουργικό μέσα στην τάξη. Η παρέμβαση έχει σκοπό να δώσει στα
παιδιά μια εκπαίδευση με ποιότητα, γιατί
βιώνουν πολλά αρνητικά συναισθήματα αποτυχίας, έλλειψη ενθάρρυνσης κλπ. που
τους κάνουν κακό στην ψυχολογία τους και μπορεί να τους δημιουργήσουν ήπια
προβλήματα στον ψυχικό τους κόσμο. Ωστόσο, οι παραλείψεις ξεκινούν από το
διαγνωστικό κέντρο,όπου βγάζουν διαγνώσεις, παραλείποντας τεχνικές, μεθόδους
και στρατηγικές διδασκαλίας τόσο για τον
εκπαιδευτικό όσο και για το παιδί και για τους γονείς του, που θα βοηθήσουν το
παιδί και εκείνος τον εαυτό του να αποκτήσει κίνητρα, να αγαπήσει την μάθηση
και να μην την βλέπει σαν κάτι εχθρικό τόσο στο σχολείο, όσο και σπίτι. Επίσης,
φτάνοντας στα χέρια του εκπαιδευτικού μία διάγνωση με λάθη και παραλείψεις, δημιουργείται πρόβλημα στον εκπαιδευτικό,
καθώς δεν έχει το χρόνο πιθανόν, ούτε την εξειδίκευση να κάνει μία
διαφοροποιημένη διδασκαλία.Αλλά και με μία διάγνωση που παρουσιάζει τις
δυσκολίες του μαθητή, δημιουργούνται ίσως και αρνητικές σκέψεις μέσα του και
ίσως θα βγαίνουν στην συμπεριφορά του. Τέλος, ακόμα και αν ο εκπαιδευτικός έχει
το χρόνο και την διάθεση να διαμορφώσει την διδασκαλία του, μπορεί να
χρησιμοποιήσει λάθος τρόπους που όχι μόνο θα μειώσουν το ενδιαφέρον του μαθητή,
αλλά θα συντελέσουν στο να αλλάξει και γενικά στάση απέναντι στο σχολείο και να
έχει αρνητικά συναισθήματα γι’ αυτό. Εν κατακλείδι, όλα αυτά δημιουργούν στο
μαθητή με δυσλεξία αρνητικά συναισθήματα στην ψυχή του και τη διάθεση να
απομακρυνθεί από τους συμμαθητές του, να περιθωριοποιηθεί και να εκδηλώσει
μορφές επιθετικότητας, δημιουργώντας πολλά προβλήματα στην κοινωνική του εικόνα
και την επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους (Τσακανίκα, 2017).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η δυσλεξία είναι
μία σύνθετη ειδική μαθησιακή δυσκολία και είναι δύσκολο κάποιος που την βιώνει
να την διαχειριστεί. Γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει να υπάρξει μία καλύτερη
οργάνωση και συνεργασία από όλους όσοι εμπλέκονται, για να βγει μία σωστή
διάγνωση και ναακολουθηθεί μία μεθοδευμένη στρατηγική παρέμβασης, ώστε το παιδί
να αγαπήσει το σχολείο και την ίδια την μάθηση. Επίσης, να μην νιώθει
κατωτερότητα, διότι με βάση την νοημοσύνη του δεν υστερεί σε τίποτα. Τέλος, να
νιώθει ίσο με τα άλλα παιδιά και όχι άγχος, αποτυχία και να εκδηλώνει
επιθετικότητα,εξαιτίας τα άσχημων συναισθημάτων που έχει μέσα του. Όλοι οι
εμπλεκόμενοι μπορούν να συμβάλλουν, ώστε τα σχολεία να έχουν χαρούμενα και
μορφωμένα παιδιά.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Βιβλία:
1. Στασινός,
Δ. (2016). Η Ειδική Εκπαίδευση 2020. Για
μια Συμπεριληπτική ή Ολική Εκπαίδευση Στο Νέο – Ψηφιακό Σχολείο με Ψηφιακούς
Πρωταθλητές. Αθήνα: Παπαζήση (Έκδοση Αναθεωρημένη).
2. Στασινός,
Δ. (2015). Ψυχολογία του λόγου και της
γλώσσας. Ανάπτυξη και Παθολογία. Δυσλεξία και Λογοθεραπεία. Αθήνα: Gutenberg (Έκδοση Αναθεωρημένη).
3.
Παπάνης, Ε., Γιαβρίμης, Π., Βίκη, Α. (2009). Καινοτόμες Προσεγγίσεις στην Ειδική
Εκπαίδευση Εκπαιδευτική Έρευνα για τις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού. Αθήνα:
Σιδέρης.
Ηλεκτρονικές πηγές:
1.
Ελληνική Εταιρεία δυσλεξίας.https://www.dyslexia.gr/index.php/dyslexia
Τότης Σωτηριος
Καθηγητής
Γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις
01/05/1961, Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Πτυχιούχος του Τμήματος
Διοίκησης της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας του ΤΕΙ Σερρών, Διευθυντής του 2ου
ΕΠΑ.Λ Καβάλας.
Κάτοχος μεταπτυχιακών τίτλων :
1. (ΜΒΑ Στρατηγική Διοίκηση και
Σχεδιασμός) της Σχολής Οικονομίας και Διοίκησης του Διεθνές
Πανεπιστημίου της Ελλάδος (ΔΙΠΑΕ)
2. (M.Sc «Διδακτική των
Επιστημών και Σύγχρονες Τεχνολογίες») Σχολή
Θετικών Επιστήμων- Διεθνές Πανεπιστημίου της Ελλάδος (ΔΙΠΑΕ)
© Copyright-VIPAPHARM. All rights reserved